Ακουστική indie ή αλλιώς ελάτε να συγκινηθούμε ήσυχα χωρίς να ξυπνήσουμε τα παιδιά στο διπλανό δωμάτιο -κάπως έτσι αναφέρεται από τον Savage ότι ηχογραφήθηκε ο δίσκος σε μια αγγλική εξοχή-, album χωρισμού από το Μεγάλο Μήλο, αποχαιρετισμού μιας παλιάς ζωής, το τέλος μιας σχέσης ενός άνδρα και της πόλης του, o A. Savage το σκάει γλυκά, μελαγχολικά με τη νοσταλγία μιας πόλης κατάρας κι ευλογίας, έμπνευσης και σύγχυσης μαζί, όπως άλλοτε η Τεργέστη του Joyce

Αλάνθαστη φωνή, αβίαστα ποιητικοί στίχοι, country και folk ρίζες και κάπου εκεί ανάμεσα ηχηρά ιντερλούδια και δυνατά ορχηστρικά breaks που δεν αποσπούν από τις λέξεις και ξέρουν πότε να κάνουν την εμφάνιση τους. 

Τα τελευταία cantos από τη ζωή του στην Νέα Υόρκη ηχογραφεί ο Savage, ο γνωστός frontman των Parquet Courts κι όλα αυτά τα κάνει στο Bristol, ενώ έχει αφήσει την Νέα Υόρκη-και ζει ήδη στην Γαλλία πλέον-, στο δεύτερο προσωπικό του άλμπουμ, με συνεργούς τον συνθέτη Jack Cooper των Modern Nature, την Cate Le Bon (σε πιάνο και μπάσο), τον Dylan Hadley σε ντραμς και φωνή και τον φανταστικό John Parish στην παραγωγή, όλοι εδώ με τις ξεχωριστές ικανότητες, το ταλέντο τους κι έναν έξτρα πόθο για ησυχία. 

Ένα full-band βαλσάκι στο "Hurtinor Healed" για να πέσει η νύχτα γλυκά, "Elvis in The Army" ιδανικό στο μπαρ για να λικνιστείς και κάτι από  Jonathan Richman φέρνει στο μυαλό, "Mountain Time" με ποτό στην μπάρα πριν το κλείσιμο, ζεστή ηλεκτρική κιθάρα που σε ηρεμεί, "Thanksgiving Prayer" για προσευχή και περισυλλογή, "My My My Dear" με Le Bon -σχεδόν σε κάθε κομμάτι-αλλά λίγο περισσότερο εδώ στο μπάσο, κι ένα σφύριγμα ανάμεσα σαν από κάποιο καζού, o art rock ήχος της Le Bon δίπλα στη στεντόρεια φωνή του Savage, νανούρισμα και υπνωτισμός μαζί να σε βυθίζουν όλο και πιο βαθιά πριν κάνουν την εμφάνισή τους οι βαριές κιθάρες, στιβαρή σχεδόν διαβολεμένη φωνή που ακόμα κι όταν πιέζεται παλεύει με την παροδικότητα των πραγμάτων, είτε πρόκειται για έναν γάμο, είτε για έναν ταχυδρομικό κώδικα, ο άνθρωπος και οι λέξεις στο κέντρο, "Out of Focus"με σαξόφωνο και μαράκες και bossa nova περίπου, "David’s Dead" και καπιταλισμός ("Corner building used to be something else/And now it’s finally sold/Then it’s eight stories high/In two years time"), "Riding Cobbles" σαν ευρωπαϊκό avant-garde βαλς με κιθάρες, γιουκαλίλι και καστανιέτες, "My New Green Coat" κι όλα τα πράγματα που απέκτησε ο Savage στην Νέα Υόρκη ("My collection of Items signifying love/They don’t all spark joy but they all have meaning" και "My new green coat/That my dear friend gave to me/Is the most-recent best thing I have"). Στίχοι σαν ερωτήματα υπαρξιακά, γλαφυρές περιγραφές μιας στιγμής, ενέργεια χωρίς περιορισμούς. 

Ειλικρινές, ακουστικό, οι αδιάσειστες αλήθειες της φυσικής, της οικονομικής κρίσης και του καπιταλισμού με τις οποίες ξυπνάμε κάθε πρωί, το φθινόπωρο, ο θάνατος του rock nroll, των φίλων, των συγγενών, ο χρόνος που περνά, λέξεις άλλοτε καθημερινές, σχεδόν Κοενικά πορτρέτα και περιγραφές που θα μπορούσαν να παιχτούν και με ένα μουσικό όργανο, άλλοτε βαθιά φιλοσοφικό κι άλλοτε πεζό, ερωτήματα για τη θρησκεία, όσο και για την καθημερινή ρουτίνα ("My weekly dinner / Of popcorn and Coke / Every Friday, like communion / That I took as a joke").  

Στην εποχή της ψηφιοποίησης και των συθέμελων αλλαγών, που τα πάντα ορίζονται από άλλους και κυρίως από το χρήμα, ο Savage παραμένει απλός, αναλογικός, γνωρίζει πώς να μοιράζει τους ήχους και πώς να χρησιμοποιεί τα όργανα για να προκαλεί συγκεκριμένα συναισθήματα, φαντάζεται να παίζει ζωντανά το άλμπουμ αυτό σε ένα μικρό μπαρ που σιγοκαίγεται κι επενδύει στην αλήθεια και στην αδιάσειστη σκέψη ότι κάθε τέλος ορίζει μια νέα αρχή.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured