"[Music is our weapon of struggle]
that radiantly holds our positive aspiration, group pride and determination as Black people. Sonics! our beautiful fire that gave light to the world.
And a world that gave us blues. The blues that gave us Black in jazz"
Nombuso Mathibela
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Απαραίτητη μια 34λεπτη εκκίνηση με το "The Cry Of Jazz". Γυρίστηκε το 1958, σε ασπρόμαυρη συνθήκη, όπου ο Ed Bland παρέδωσε μέσα από τις μαύρες γειτονιές του Chicago, στα χάσματα διαλόγων μεταξύ λευκών και μαύρων, και με τη βοήθεια περισσότερων από 60 εθελοντών, μια πρώιμη ανεξάρτητη αποτύπωση της jazz ως στοιχείο έκφρασης της αφροαμερικάνικης κουλτούρας και κατ' επέκταση ως πολιτικό, κοινωνικό, πολιτισμικό και καλλιτεχνικό όπλο αυτής. "The Negro is the only human american", “Through spirituals, through the blues then through jazz we made a memory of our past and a promise of all to come” είναι μονάχα κάποιες από τις διατυπώσεις των χαρακτήρων του φιλμ, με σαφή εννοιολογικό διαχωρισμό του ιδιώματος από το λευκό σύμπαν, αλλά και με την επαναλαμβανόμενη θέση πως «η jazz είναι νεκρή». Αυτό είναι και το σημείο όπου η Angel Bat Dawid, αποφάσισε να συνδιαλλαγεί με την ταινία, αναρωτώμενη πως εφόσον η jazz ήταν ήδη νεκρή από τα τέλη της δεκαετίας του ’50, πώς και δεν ακούστηκε ποτέ η κηδεία για το νεκρό σώμα, αλλά το αιωνίως ζωντανό πνεύμα αυτής;
Το Requiem for Jazz είναι η σουίτα που έγραψε και ενορχήστρωσε η Angel Bat Dawid, η ετεροχρονισμένη εμπλοκή της στους διαλόγους του φιλμ του Bland. Αρχικά, το 2019, παρουσιάστηκε ως performance στο Hyde Park Jazz Festival με ένα 15μελες ensemble και μια τετραμελή χορωδία (με μέρος της ομάδας του Black Monument Ensemble), με χορευτές αλλά και visual artists, κάτω από τα καρέ της ταινίας που η κλαρινετίστα έμαθε από τον πατέρα της. Τέσσερα χρόνια μετά, στην περίπτωση της κυκλοφορίας του δίσκου έχουμε 24 θέματα, ένα κείμενο της αφρικανής φεμινίστριας (και δισκομανούς για όσους θυμούνται τις παρουσιάσεις της στο Vinyl Factory) Nombuso Mathibela, artwork του Damon Locks, κι ένα μεγάλο fold out poster σχεδιασμένο από τον Jeremiah Chiu, όπου το ποίημα της Angel Bat Dawid αφιερώνεται σε όλους τους εμπλεκόμενους του concept. Όπως πάντα, η κυκλοφορία βρίσκεται υπό την αιγίδα της International Anthem, ενός μικρού, σύγχρονου φρουρίου ελευθερίας, όπως είναι όλα αυτά τα labels, φτιαγμένα με τα υλικά από τον απόηχο όλων εκείνων των πολιτικών και πολιτισμικών εξεγέρσεων του afro κινήματος.
Απτός συνδετικός κρίκος με το φιλμ, η παρουσία των Marshall Allen και Knoell Scott της Sun Ra Arkestra στο "LUX AETERNA", προτελευταίο θέμα του LP. Αν, όπως συμφωνήσαμε, παρακολουθήσατε ήδη το προωθημένο, «προπαγανδιστικό» πόνημα του Bland, η απάντηση βρίσκεται στην εκεί παρουσία του Le Sun Ra, όπως αποτυπώνεται και λαθεμένα στα credits (το ακριβές της εποχής ήταν το Le Sony’r Ra»).
«Διότι η Jazz είναι ένα το στοιχείο του αμερικάνικου βίου όπου οι λευκοί πρέπει να είναι ταπεινοί μπροστά στους Νέγρους» φωνάζει στη 17η electro σφήνα, ενώ λίγο αργότερα, ο αμνός του Θεού, το “Agnus Dei” ηχεί ως Jazz Is Dead ψαλμός. Σε μια συνέντευξή της, η Angel δήλωνε με σαφήνεια: «Οι μαύροι καλλιτέχνες δε μπορούν να είναι απλά καλλιτέχνες. Από τη θέση στην οποία μας έχει το σύστημα, οφείλουμε να έχουμε μια τελείως διαφορετική ατζέντα (…) Κατ’ επέκταση, η μουσική μας πρέπει να έχει κι ένα διδακτικό περιεχόμενο. Πρέπει να δίνεις, χάρη στο δώρο που έχεις (το χρώμα), κάτι πίσω στην κοινότητα.». Όπως και στις δύο πρώτες μεγάλης διάρκειας κυκλοφορίες, έτσι και στο τρίτο της πια LP, παραδίδει μια πολύτιμη συνέχεια στα πλαίσια του στόχου που έχει θέσει.
Παραπέμποντας στο νήμα που ξεκινά από τους δίσκους του Sun Ra και των συμπράξεων του Max Roach με την Abbey Lincoln, συνεχίζοντας μέσα από τη δισκογραφία των Archie Shepp και Philip Cohran, μέχρι τα σημερινά πεπραγμένα των Shabaka και Tumi Mogorosi, το “Requiem For Jazz” ακολουθεί με τα χορωδιακά του φωνητικά, την παράδοση ενός εύληπτου avant jazz μανιφέστου για την χαρά και την ελευθερία, τον περιορισμό και την καταπίεση. Αναπτύσσεται κι εξιστορεί, μάχεται, ένα έργο, μια ελεγεία, που συνομιλεί με την παράδοση, δείχνοντας με τους ψαλμούς του πως έχει εμπεδώσει όσα πέρασαν στο θυμικό του από τους συνειδησιακά προκατόχους του.
Υπερτερεί της φόρμας το «πάντοτε επείγον» μήνυμα. Το δίχως άλλο, θα ήταν σπουδαίο να είχαμε τη δυνατότητα, πέραν του δίσκου, να παρακολουθούσαμε ως οπτικοακουστικό θέαμα – άρα και στην ολότητά του – το προτρεπτικό ρέκβιεμ της Angel Bat Dawid. Αυτοί οι δίσκοι, που πηγάζουν από το παράδειγμα της αυτοοργάνωσης και της αυτοδιαχείρισης, από την αφροαμερικάνικη εμπειρία εταιρειών όπως οι Nessa, Tribe, Strata, Strata East, Saturn, παραμένουν εκτός πεδίου ξερής αποτίμησης. Τα θεμέλιά τους είναι άφθαρτα, οι καταβολές τους διακατέχονται από την ισχύ που διέπουν μέχρι και σήμερα κομμάτια της αφροαμερικάνικης ανθρωπότητας. Αυτή την αέναη πάλη διεκδίκησης του πεπρωμένου που της αναλογεί και οφείλεται.