Δεν είναι ιδιαιτέρως γνωστοί οι Σουηδοί I Break Horses (κατά βάση το project της Maria Lindén), μολονότι είχαν κάποιους (λίγους) φανατικούς πιστούς στο πρώτο μισό της δεκαετίας των 10s. Κι όμως, το ντεμπούτο τους, με τίτλο Hearts, ανήκει σε αυτά που ξεχώρισαν το 2011, τότε που η μίξη shoegaze και electronica/synth-pop ήταν κάτι το οποίο άξιζε να αναζητήσεις και η dream pop των Beach House δεν είχε εξαντλήσει τις ιδέες της. Αναλογικά σύνθια, κιθαριστικά εφέ και αιθέρια φωνητικά μας χάρισαν, τότε, ένα πολύ καλό ντεμπούτο. Μέχρι το επόμενο, στο οποίο όλα πήραν μια γυαλάδα παραπάνω: στο Chiaroscuro του 2014 ήταν ξεκάθαρη η επικράτηση μιας πιο καλογυαλισμένης synth-pop. Ίσως και να τους είχαμε ξεχάσει εύκολα αν δεν είχαν 3-4 πολύ δυνατά κομμάτια (σε ένα άνισο άλμπουμ) για να μας κρατήσουν το ενδιαφέρον και για επόμενες κυκλοφορίες. Οι οποίες, όμως, δεν έρχονταν. Και κάπου στα μέσα της δεκαετίας, πιστέψαμε ότι τα παράτησαν.
Η Maria Lindén το πάλεψε, ετοίμασε κάποια κομμάτια τα πρώτα δύο χρόνια και ένα κρασάρισμα του δίσκου της κατέστρεψε όλη τη μέχρι τότε ηχογραφημένη δουλειά της. Κι έτσι το πήγε από την αρχή. Ξεκίνησε ξαναβλέποντας τις αγαπημένες της ταινίες χωρίς φωνή και συνέθετε δυνητικά soundtrack βασιζόμενη στην εικόνα. Κι έτσι έχτισε τη βάση αυτού του άλμπουμ, που έρχεται έξι χρόνια μετά το προηγούμενο.
Ο ήχος του Warnings θα μπορούσε άνετα να τοποθετηθεί ανάμεσα στους δύο πρώτους δίσκους (κάπου μεταξύ της electrogaze μόδας και της synth-pop γυαλάδας), ως μεταβατικός, αλλά στην πράξη είναι η εξέλιξή τους. Έχει την παραγωγή, τα κομμάτια και τις ιδέες - κινηματογραφικές ατμόσφαιρες για να υποστηρίξει τις φιλόδοξες προθέσεις του. Κι ενδέχεται, έτσι, να γίνει αυτό που ίσως τους κάνει γνωστούς παγκοσμίως. Βασικό εδώ και το χεράκι του Chris Coady, παραγωγού των Beach House (θα τον έχετε συναντήσει με διάφορες ιδιότητες -στα πέριξ της κονσόλας- σε αγαπημένα άλμπουμ των Blonde Redhead, Future Islands, Zola Jesus, Yeah Yeah Yeahs, Grizzly Bear, TV On The Radio), ο οποίος του δίνει την έξτρα διάσταση που χρειαζόταν.
Υπάρχουν κάποια ambient διαλείμματα για να ενισχύσουν τις κορυφώσεις, υπάρχουν και κάποια φλύαρα synth-pop σημεία, αλλά και μερικά διαμάντια που κάνουν αυτό το άλμπουμ να ξεφεύγει κατά πολύ από τα στεγανά του είδους και να μεταμορφώνεται σε μια πολυεπίπεδη εμπειρία. Μη γελιόμαστε: δεν υπάρχουν πολλά electrogaze κομμάτια που φλερτάρουν πραγματικά με τη συγκίνηση, όπως το συγκλονιστικό “Death Engine”, γραμμένο για την απόπειρα αυτοκτονίας ενός φίλου της Lindén, ή το “Baby You Have Traveled For Miles Without Love In Your Eyes”. Ο κύκλος της απόγνωσης, η διάθεση που είναι κατανυκτικά εσωστρεφής και το -κατά βάση- ασπρόμαυρο κάδρο χαρακτηρίζουν μέρος του άλμπουμ και δεν το κάνουν εύκολο άκουσμα στη μετα-καραντίνα εποχή. Ναι, υπάρχουν οι M83/Chromatics/Tamaryn/