H Laura Marling μου έδινε πάντα την εντύπωση, από τις πρώτες της κιόλας δουλειές, πως γράφει μουσική με τα χρόνια πείρας ενός ανθρώπου που έχει φτάσει πολύ γρήγορα σε βαθιές συνειδητοποιήσεις για τα μεγαλύτερα μυστήρια της ζωής. Συνειδητοποιήσεις στις οποίες οι περισσότεροι αργούν πολύ ή και δεν καταφέρνουν ποτέ να φτάσουν. Είναι “old soul” με άλλα λόγια, και τώρα, στα 30 της μόλις χρόνια και στον έβδομο προσωπικό της δίσκο, μοιάζει πως η πραγματικότητα δεν χωράει τη συναισθηματική της φαντασία. Γι' αυτό το λόγο, επινοεί μία φανταστική, μελλοντική κόρη για να συζητήσει, στην ουσία, με μία άλλη εκδοχή του ίδιου της του εαυτού για όλα όσα την «στοιχειώνουν». Βλέπετε, στο Song for Our Daughter, η βρετανίδα τραγουδοποιός είναι μητέρα, κόρη, σύντροφος. Μία γυναίκα με πολλαπλούς ρόλους που αναζητά τη θέση της και το δικό της αποτύπωμα.
Στο ομότιτλο τραγούδι του δίσκου είναι αυτή η μητέρα που αναστοχάζεται πάνω στην ενηλικίωση της κόρης της (Lately I’ve been thinking about our daughter growing old, and all of the bullshit she might be told”) και μέσα στην μελωδική ευφορία του “Strange Girl” κανακεύει εγκάρδια κάθε πτυχή αυτού του φανταστικού παιδιού. Στο “Only The Strong” κι ίσως το πιο δυνατό συνθετικά τραγούδι του δίσκου, αποδέχεται πως ο χρόνος καθαρίζει ακόμη και τις πιο επώδυνες πληγές ("Love is a sickness cured by time/ Bruises all end up benign"). Στη συγκινητική πιανιστική μπαλάντα “Blow By Blow” παραδέχεται πως ποτέ κανείς δεν είναι αρκετά προετοιμασμένος για τις πιο οδυνηρές απώλειες της ζωής του ("No one was prepared/ But we all performed/ Like we'd done it all before"), αλλά οφείλει να βρει τον τρόπο να μάθει από αυτές για να επιβιώσει: “Note by note/ Bruise by bruise/Sometimes the hardest thing to learn/Is what you get from what you lose”. Στο “The End Of The Affair” ψιθυρίζει πάνω από ακουστικές κιθάρες σα χάδια στο κεφάλι, όλα αυτά που θα ήθελε στον άνθρωπο της, αν όλα ήταν διαφορετικά (“If you were mine/ I'd let you live/ Your life”) και τελικά τον αποχαιρετά πληγωμένη, αλλά και ανακουφισμένη, για να πορευτεί ελεύθερη στη δική της ζωή(“I love you, goodbye/ Now let me live/ My life”).
Αν χάνει σε σπουδαίες συνθέσεις και τεράστιες μελωδίες το Song for Our Daughter, κερδίζει στο φοβερά φυσικό του feeling, στη χημεία των λέξεων, των ήχων και της παραγωγής. Όλα, με κάποιον τρόπο, ρέουν αβίαστα και αρμονικά, σαν να παρατηρείς από απόσταση ένα ποτάμι να κυλάει για ώρες. Κυρίως, όμως, είναι αυτή η αίσθηση παρηγοριάς που απλώνει στο σώμα και τη ψυχή: σαν μία ζεστή σούπα που κυλάει βαθιά μέσα μας, σαν ένα σεντόνι που ρίχνεται πάνω μας λίγο πριν μας πάρει ο ύπνος, σαν ένα φιλί της μάνας στο μέτωπο.
Ένα φιλόξενο κρησφύγετο, ένα λαγούμι για δύσκολους καιρούς σαν αυτούς. Αυτό είναι το Song for Our Daughter.