Διόλου ευκαταφρόνητη η παρουσία του Arto Lindsay στα μουσικά και ευρύτερα καλλιτεχνικά δρώμενα των τελευταίων 40 χρόνων, παρόλο που ο ίδιος σχεδόν ποτέ δεν φλέρταρε ανοιχτά με το mainstream.
Ξεκίνησε στην οργασμική Νέα Υόρκη του δεύτερου μισού των 1970s με τους no wave θορυβοποιούς DNA, των οποίων τη μουσική μέχρι και ο μέγας Lester Bangs (ο διάσημος Αμερικάνος μουσικογραφιάς) είχε αποκαλέσει «φριχτό θόρυβο». Αν μη τι άλλο, πρόκειται για «παράσημο» που, αν καταγραφεί, δεν διαγράφεται καθόλου εύκολα. Κατόπιν των συναντάμε στα πρώτα βήματα των Lounge Lizards και των Golden Palominos, έως ότου βάλει μπρος τη σόλο πορεία του, γνωρίζοντας επιτυχία στα 1990s, κυρίως με τα εξαιρετικά άλμπουμ Mundo Civilizado (1996) και Noon Chill (1997). Η παραγωγικότητα μειώνεται κατόπιν στα '00s, όπου, εκτός των άλλων βρίσκουμε –13 χρόνια πριν– την τελευταία του κυκλοφορία, με τίτλο Salt.
Κι ενώ πλησιάζουμε στο τέλος μίας ακόμη δεκαετίας, ο κύριος Lindsay επανεμφανίζεται με το Cuidado Madame. Και, ομολογουμένως, δεν έχει χάσει καθόλου τη φόρμα του.
Στα πορτογαλικά, το όνομα του άλμπουμ σημαίνει Προσέξτε Κυρία Μου και συνδέεται με το ομώνυμο cult και άγνωστο φιλμ του Βραζιλιάνου σκηνοθέτη Júlio Bressane από το 1970. Η βραζιλιάνικη παράδοση –μεγάλη γενικά επιρροή στη μουσική του Lindsay– είναι πανταχού παρούσα για μία ακόμη φορά, καθώς θεμέλιο των συνθέσεων αποτελεί η παραδοσιακή θρησκεία της πολιτείας Bahia, που ακούει στο όνομα Candomblé. Προφανώς, τα μπόλικα χρόνια παραμονής στη Νότια Αμερική με τους ιεραπόστολους γονείς του υπήρξαν κάτι περισσότερο από καθοριστικά. Οι ηχογραφήσεις μάλιστα των κρουστών έγιναν στη Βραζιλία, για να συνεχιστούν μετά στη Νέα Υόρκη. Σκοπός δε του άλμπουμ είναι (κατά τις επίσημες πληροφορίες) η διερεύνηση της σύζευξης μεταξύ αφροβραζιλιάνικης πνευματικότητας και Δυτικού μοντερνισμού.
Πώς αποδόθηκαν τώρα όλα αυτά; Με τη γνώριμη, περιπετειώδη και διεστραμμένη μελωδικότητα που χαρακτηρίζει εδώ και χρόνια τον μουσικό και είναι εύκολα αναγνωρίσιμη, αν μυηθεί κανείς στους ήχους του.
Πολυρρυθμίες, νωχελικά φωνητικά, βιομηχανικοί αστικοί θόρυβοι, η αρχέγονη σεξουαλικότητα της samba, αλλά και ο ρομαντικός ερωτισμός της bossa nova, μπόλικο fusion και πολλά ακόμα ταιριαστά αταίριαστα, τα οποία σε κάνουν να επιστρέφεις στο άλμπουμ, αναζητώντας τη μοναδικότητα των ήχων που γεννούν το μυαλό και η καρδιά του Lindsay.
Ακούγοντας μάλιστα κομμάτια σαν το “Each To Each”, γεννιούνται και ερωτήματα για το αν έπεσε κανά άλμπουμ του Flying Lotus στα χέρια του, ενώ η παραγωγή στο “Deck” (με τον κατάλληλο βέβαια MC) δεν θα 'χε πρόβλημα να σταθεί σε αρκετά hip hop άλμπουμ του παρόντος. Τα δε «τραπίζοντα» ψήγματα στο “Vão Queimar Ou Botando Pra Dançar” –το πιο ιδιαίτερο από άποψη μπασταρδέματος κομμάτι του Cuidado Madame– μας αποκαλύπτουν πως ο 63χρονος Αμερικανός έχει ακόμα τα αυτιά του ορθάνοιχτα προς όλες τις κατευθύνσεις. Στα υπόλοιπα θα συναντήσει κανείς περάσματα από twisted soul και εξωτικό disco/funk, σε ιδιότροπες μπαλάντες και λαρυγγισμούς με industrial αυτοσχεδιαστική ενδυμασία.
Μουσικοί σαν τον Arto Lindsay αποτελούν τρανά παραδείγματα μεστής ωρίμανσης και διακριτικής κατανόησης των εξελίξεων, χωρίς διαφημιστικά τσιτάτα και εύκολα σλόγκαν, σπασμωδικούς παλιμπαιδισμούς και διαδικαστική επαναληψιμότητα. Η μουσική του, ενώ ακούγεται πάντα οικεία και κοσμοπολίτικη με οικουμενικούς όρους, έχει κάθε φορά κάτι ουσιαστικό να πει και ακόμα ένα κομμάτι να προσθέσει στο μεγάλο παζλ της πορείας του. Δύσκολο λοιπόν να απογοητευτείς από περιπτώσεις σαν αυτήν του ιδιόμορφου διοπτροφόρου.
{youtube}xOlqtwrlmyE{/youtube}