H Betty Harris γεννήθηκε το 1939 στο Ορλάντο της Φλόριντα και μετεγκαταστάθηκε στην Αλαμπάμα, σε ηλικία 3 χρονών. Οι γονείς της ήταν και οι δύο Πεντηκοστιανοί ιεροκήρυκες, οπότε βρέθηκε από πολύ μικρή μέσα στο εκκλησιαστικό περιβάλλον και, κατά συνέπεια, μέσα στα gospel. Ξεκίνησε λοιπόν να τραγουδά κι εκείνη στις εκκλησίες, ξεχωρίζοντας μάλιστα στις τοπικές χορωδίες. Δεν θα ήταν καθόλου περίεργο αν ακολουθούσε ανάλογη πορεία μεγαλώνοντας, κάτι που όμως απέρριψε, μιας και (όπως δήλωσε πολύ αργότερα) μέχρι τα 12 ήξερε όλους τους gospel τραγουδιστές, είδε πώς ζούσαν και κατάλαβε ότι δεν υπήρχε πιθανότητα να βγάλει χρήματα με τέτοιον τρόπο. Γι' αυτό και ακολούθησε το …κοσμικό τραγούδι. Σε ηλικία 17 χρονών, άφησε έτσι το πατρικό της για να κυνηγήσει το όνειρο μιας καριέρας.
Η πορεία περιελάμβανε διάφορους σταθμούς, με εξέχοντες τη μαθητεία δίπλα στη Big Maybelle –η οποία τη δίδαξε όσα χρειάζονταν για το rhythm 'n' blues– την πρώτη μεγάλη της επιτυχία με τη διασκευή στο “Cry To Me” του Solomon Burke και φυσικά τη γνωριμία της με τον Allen Toussaint. Ο τελευταίος τη μύησε στους ήχους της Νέας Ορλεάνης και την κάλεσε να συνεργαστεί μαζί του. Το αποτέλεσμα, ένα πλήθος σπουδαίων κομματιών από την περίοδο 1965/1969 (όλα από 45άρια singles που βγήκαν τότε στη Sansu), διαφόρων προσεγγίσεων, τα οποία συγκέντρωσε η καλύτερη εταιρεία επανεκδόσεων των τελευταίων 20 χρόνων (η Soul Jazz Records) υπό τον τίτλο The Lost Queen Of New Orleans Soul.
Στα 17 κομμάτια της συλλογής η χαρακτηριστική, δυνατή, γρέζα και πληθωρική φωνή της Harris βρίσκει την ευκαιρία να εκφραστεί άλλοτε δυναμικά, και άλλοτε αργά και αισθαντικά. Τόσο οι συνθέσεις του Toussaint όσο και οι παιχταράδες μουσικοί (ανάμεσα τους και οι σπουδαίοι Meters) δένουν αψεγάδιαστα με τα φωνητικά και προκαλούν τον ακροατή να γκρουβάρει, να χορέψει, να μελαγχολήσει –απολαμβάνοντάς το όμως κατά βάθος– να κάνει ονειροπαρμένες σκέψεις και να αφεθεί στη μαγεία της νότιας soul. Κάποια μάλιστα, όπως το “Mean Man” ή το “Ride Your Pony”, είναι από εκείνα που οι περισσότεροι έχουν ακούσει και κατευχαριστηθεί σε βραδινές εξόδους, χωρίς επισήμως να το γνωρίζουν: ρωτήστε όποιον DJ θέλετε που έχει ασχοληθεί έστω και επιδερμικά με το είδος, και θα το επιβεβαιώσει.
Οι δε πιο αργές και μελοδραματικές στιγμές, όπως το “What A Sad Feeling” ή το “Sometime”, κρύβουν πικρές αλήθειες μέσα τους, δοσμένες όμως με τον πιο γλυκό τρόπο. Διατηρώντας έτσι την ωραία παράδοση που θέλει τη μαύρη τραγουδοποιία να επικοινωνεί γλυκόπικρα και αξιοπρεπώς τα συναισθήματά της. Συνεπώς, είτε πρόκειται για ατόφια southern soul, είτε για deep soul και rhythm 'n' blues, έχουμε να κάνουμε με συνθέσεις υψηλής ποιότητας, από μια πόλη της οποίας η μουσική αύρα είναι παγκοσμίως ξεχωριστή και από μία φωνή που άφησε το δικό της αποτύπωμα στον χώρο.
Η ιστορία της Betty Harris μπορεί τελικά να μην ήταν αυτή που είχε στο μυαλό του το νεαρό κορίτσι όταν εγκατέλειπε την Αλαμπάμα, είναι όμως ιδιαίτερη και αξιόλογη. Πιθανότατα, εσωτερικές συγκρούσεις (το βαθιά συντηρητικό οικογενειακό υπόβαθρο ενάντια στη νεανική ορμή) και εξωτερικές ατυχίες (ο θάνατος του Otis Redding, λίγο πριν συνεργαστούν σε περιοδεία) δεν της επέτρεψαν να γίνει σταρ τεραστίων διαστάσεων. Με το που μπήκαν λοιπόν τα 1970s, άφησε τα μουσικά δρώμενα για να αφοσιωθεί στην οικογένειά της και κράτησε ως ανάμνηση ένα μάτσο ξεχωριστά τραγούδια και κάμποσες αξέχαστες εμπειρίες.
Το ότι βρισκόμαστε όμως, τόσα χρόνια μετά, να συζητάμε γι’ αυτά και να τα ακούμε με περισσή ευχαρίστηση, σημαίνει από μόνο του πολλά. Και προσθέτει ακόμα περισσότερα στον μύθο της «χαμένης βασίλισσας» της soul της Νέας Ορλεάνης.
{youtube}uXv-DxJ571U{/youtube}