Για να ξεκινήσουμε να μιλάμε για τον Maxwell, θα πρέπει να γνωρίζουμε εκ των προτέρων πως έχουμε να κάνουμε με τον αθόρυβο ανανεωτή του κουρασμένου soul τοπίου, το οποίο μοιάζει πνιγμένο στη γλίτσα των application και της εφηβικής ταχύτητας.

Μιλάμε για έναν αιρετικό της macho υπεροχής του αρσενικού R’n’B, που δεν εστιάζει στην υπεροχή της περήφανης γενετήσιας ζώνης και δεν έχει πολλά να μοιραστεί με τα τεστοστερονούχα αγόρια της επικαιρότητας. Για έναν θιασώτη του άφοβου R’n’B, που διαθέτει αρετή και γνώση. Βλέπετε, τα φροντίζει στωικά τα άλμπουμ του ο 43χρονος Νεοϋορκέζος: τα δουλεύει σε βάθος, τα γεμίζει τολμηρά jazzy στοιχεία, τους προσδίδει πολιτισμικές αναφορές που θέλουν ψάξιμο. Ο άνθρωπος έχει άλλη ρητορική και αντικρίζει τα πράγματα υπό το δικό του πρίσμα, από τον πρώτο του κιόλας δίσκο πριν 20 χρόνια –το Urban Hang Suite.

Εδώ ο Maxwell ακούγεται αγέρωχα παλιομοδίτικος, χωρίς όμως να είναι στερεοτυπικός. Θέλει να αφήσει αποτύπωμα δημιουργού, αλλά αισθάνεται και την ανάγκη του καλού νυχτερινού ραδιοφώνου. Διαθέτει όραμα για την επέκταση της R’n’B παλέτας, μα εκτιμάει και τη soul της κρεβατοκάμαρας. Κοινώς, σέβεται ποικιλοτρόπως τον Al Green και τους Earth, Wind Αnd Fire. Και είναι κι αυτό το falsetto του, το οποίο παραμένει αχτύπητο καθώς τυλίγεται γύρω από την πολύχρωμη jazz των συνθέσεων και τη soul παραγωγή.

Ο μυσταγωγικός ζεν soulman δικαιώνει λοιπόν φέτος το φιλόδοξο όραμα της τριλογίας που άρχισε το 2009 με το BLACKsummers'night και συνεχίζεται φέτος με το blackSUMMERS’night (τα κεφαλαία γράμματα μεταφέρονται προοδευτικά στις τρεις λέξεις του τίτλου). Ο νέος δίσκος πατάει στην αφαιρετική soul των 1970s και στους ηλεκτρονικούς πειραματισμούς, διαθέτοντας ένα easy flow, που σε κάνει αβίαστα φίλο του.

Από το εναρκτήριο κιόλας “All Τhe Ways Love Can Feel” γίνεται αντιληπτό ότι ο Maxwell είναι ο μόνος ζωντανός καλλιτέχνης που μπορεί να αποδώσει tribute στον Prince. Τα επίπεδα των φωνητικών του τα αισθανόμαστε σαν στρώσεις από μετάξι πάνω σε σαγρέ επιφάνεια, λίγο πριν μεταμορφωθεί σε μαλακό βελούδο –αποτελεί λοιπόν πρότυπο χλιδάτης σαγήνης, η οποία συνδυάζεται με κομψότητα και ουσία. Το δε μεσόρυθμο groove των τραγουδιών δημιουργεί υγρή διάθεση, αλλά και αληθινά αισθήματα. Κι όλα αυτά μέσα από groove πνευστά, διακριτικά έγχορδα και δουλεμένα keyboards, που ιονίζουν την ατμόσφαιρα και σε κρατούν σε εγρήγορση. 

Το blackSUMMERS’night δεν βασίστηκε στις επιθετικές πρακτικές του digital marketing και δεν είναι φτιαγμένο με προθέσεις να κόψει την ανάσα. Είναι αντίθετα σταθερά προσανατολισμένο στον δικό του κομψό διάκοσμο και του αρκεί να νιώσει ότι αποτελείς μέρος του. Ο ακραιφνής σπεσιαλίστας της φινετσάτης soul βασίζεται εδώ στην ευαισθησία, στην τρυφερότητα και στο μυαλό του. Μας χαρίζει λοιπόν ένα δώρο, πλουμιστό και αγέρωχο μέσα στην αυτοπεποίθηση της παραγωγής του, καθότι είχαμε χρόνια να ακούσουμε τόσο μετεξελιγμένη, απολαυστική soul με ηλεκτρονικό υπόβαθρο και τόσο καλά δεμένη γύρω από τη rhythm section –και μάλιστα στην «οικονομική» διάρκεια των 40 λεπτών.

Για να ξεκινήσουμε λοιπόν να μιλάμε για τον Maxwell, θα πρέπει να γνωρίζουμε εκ των προτέρων πως μιλάμε για SOUL. Με κεφαλαία γράμματα.

{youtube}BsSu0bRZEHM{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured