Η ιστορία πίσω από τον 4ο προσωπικό δίσκο του Derwin Schlecker (όπως είναι το πραγματικό όνομα του Gold Panda), μας ταξιδεύει στην Ιαπωνία του 2014. Τότε, ο Βρετανός παραγωγός επισκέφθηκε αρκετές περιοχές της ασιατικής αυτής χώρας μαζί με τη φωτογράφο Laura Lewis, με στόχο τη συγκέντρωση οπτικοακουστικού υλικού για τη δημιουργία ενός αφηρημένου ντοκιμαντέρ. Η ιδέα για ένα νέο άλμπουμ προέκυψε μόλις λίγες μέρες προτού επιστρέψουν στο Νησί, όταν ένας ταξιτζής στη Χιροσίμα τους αποχαιρέτησε ευχόμενος «Ganbatte, Kudasai», δηλαδή –σε ελεύθερη μετάφραση– «Καλή τύχη και κάντε ό,τι καλύτερο μπορείτε» (εξ ου και ο τίτλος).

Με πυροκροτητή εκείνη την αναπάντεχα ανθρώπινη εκδήλωση ευγένειας και αγάπης από έναν άγνωστο, και με καταλύτη έμπνευσης την καθημερινή, αναζωογονητική αλληλεπίδραση με τον ιαπωνικό πολιτισμό/τρόπο ζωής, ο Gold Panda συνέθεσε μία ηλεκτρονική, ψυχογεωγραφική καταγραφή του «εξωτικού» αυτού τόπου, φτάνοντας στην πιο εμπνευσμένη δουλειά του μέχρι σήμερα. Η ιδέα που διατρέχει ηχητικά το Good Luck And Do Your Best δεν σερβίρεται ποτέ με προφανή τρόπο: υπάρχουν πολλές ψηφίδες που πρέπει να ενωθούν και να αποκωδικοποιηθούν, ώστε η τελική αναπαράσταση να θυμίζει κάτι από τη χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου. Έτσι, κάθε υποείδος που εξερευνάται εδώ, κρύβει μέσα του κι έναν γρίφο· μία υπόνοια ιαπωνικής σημειολογίας, όπως όμως γίνεται αντιληπτή από έναν πολίτη του Δυτικού κόσμου, άρα εξωτερικό μόνο παρατηρητή της πραγματικής ζωής εκεί πέρα.

Προσέξτε λοιπόν τα αιθέρια φωνητικά και τη δροσερή καλοκαιρινή αύρα στα εναρκτήρια “Metal Bird” και “In My Car”: μοιάζουν σαν θηλυκοί anime χαρακτήρες που τραγουδάνε καραόκε χαμένες soul επιτυχίες. Tο απαλό χάιδεμα/λαμπύρισμα στα καμπανάκια του “Pink And Green” φαντάζει πάλι σαν αγχολυτικό ξυπνητήρι, ατενίζοντας από τον νιοστό όροφο ενός ουρανοξύστη ένα ανοιξιάτικο Τόκιο θαμμένο στην ομίχλη και στις ανθισμένες κερασιές, ενώ τα αποδιοργανωμένα samples από το παραδοσιακό όργανο koto στο “Song For My Dead Friend” μπλέκουν μία φουτουριστική, pulp αστυνομική ατμόσφαιρα με ένα αρχέγονο, παγανιστικό στοιχείο. Από την τελική εξίσωση δεν λείπει μάλιστα και η lounge jazzy πινελιά, η οποία αχνοφαίνεται στο πολυεπίπεδα χτισμένο “Autumn Fall”, κυρίως όμως στη διακριτική τρομπέτα του φινάλε  (“Your Good Times Are Just Beginning”).

Οι κορυφές κατακτώνται εκεί όπου η κεντρική ιδέα συλλαμβάνεται τόσο ευκρινώς, ώστε, αν κλείσεις τα μάτια, μεταφέρεσαι κατευθείαν σε κάποια θρυλική ταινία της χρυσής εποχής του ιαπωνικού κινηματογράφου –αν και είναι τόσο μοντέρνα και φρέσκια η ματιά του Gold Panda, ώστε μάλλον θα ταίριαζε περισσότερο σε αμερικάνικο remake. Οι καταπραϋντικές λούπες εγχόρδων στο “I Am A Real Punk” και η ξεθωριασμένη του folktronica ανταμείβουν την ψυχή σαν αρμονικός, θεραπευτικός περίπατος γύρω από έναν ιαπωνικό κήπο, ενώ στο “Time Eater” μία πανδαισία τοπικών οργάνων οργιάζει πάνω σε μία glitch μάζα βγαλμένη απευθείας από τα ιδρωμένα υπόγεια του νοτιανατολικού Λονδίνου

Τελικά η αίσθηση που (μου) αφήνει ο δίσκος μετά από κάθε ακρόασή του είναι παρόμοια με εκείνη της ανάγνωσης ενός βιβλίου του Haruki Murakami: μία καλλιτεχνική απόπειρα διακριτικά φορτισμένη με συμβολισμούς, η οποία στοχεύει στο ασυνείδητο της ύπαρξης για να φωτίσει την πολιτισμική γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Μπορεί ένας Δυτικός (εν προκειμένω, ο Gold Panda) να κινδυνεύει να πέσει στην παγίδα της εξωραϊσμένης και στερεοτυπικής απεικόνισης ενός μακρινού πολιτισμού μέσα από τους φακούς του ταξιδιώτη, αλλά τελικά όχι μόνο τις αποφεύγει, μα μετατρέπει κιόλας αυτήν την εξωτική του εμπειρία σε ένα ηχητικό κολάζ οικουμενικών παρατηρήσεων και βαθιά προσωπικών αναμνήσεων.

{youtube}mUYfa072n-4{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured