Ακούγοντας τη σπινθηροβόλα φωνή του Buddy Guy με τη λαμπερή της άρθρωση, ξεχνάς για λίγο, καθώς κυλάει αυτός ο νέος δίσκος, ότι έχεις να κάνεις με έναν άνθρωπο 79 χρονών –ότι έχουν περάσει πια κοντά 60 έτη αφότου πρωτάρχισε να παίζει μπλουζ στο Baton Rouge της Λουιζιάνα. Το δε παίξιμό του στην κιθάρα, δεν θέλετε τώρα να το συζητήσουμε. Ο άνθρωπος που επηρέασε τον Jimi Hendrix, τον Keith Richards, τον Eric Clapton και τον Jeff Beck παραμένει κάτι μίλια μακριά (τόσο σε δεξιοτεχνία, όσο και σε γλύκα) από όλους τους κιθαριστικούς ήρωες που αναδείχθηκαν μετά τα '00s, κάνοντας λ.χ. τον Jack White να φαίνεται σαν δευτεροετής φοιτητής που κρατάει σημειώσεις σε πανεπιστημιακή διάλεξη.
Αυτή βέβαια είναι η μία όψη των πραγμάτων. Γιατί τους επίκαιρους δίσκους τους φτιάχνουν εν έτει 2015 άνθρωποι σαν τον White και όχι θρύλοι σαν τον Guy. Έτσι πάντα συνέβαινε κι έτσι πάντα θα συμβαίνει. Αν κάτι έχει κακοχωνευτεί στις μέρες μας και περνάει σαν άποψη από μια γενιά ημιμαθών μουσικογραφιάδων που ξημεροβραδιάστηκαν στο YouTube μα δεν έχουν κανένα σαφάρι δίσκων να διηγηθούν στους επόμενους, είναι αυτή η εξίσωση που θέλει οτιδήποτε «παλιό» να απέχει της σημαίνουσας συγκίνησης που μπορεί να προκληθεί στις αισθήσεις ενός νέου. Τρίχες, ασφαλώς... Είναι τουλάχιστον υποκριτικό να συντηρείται μια τέτοια μυθολογία στην εποχή των ατέρμονων αναβιώσεων.
Το Born To Play Guitar είναι λοιπόν ο νέος δίσκος ενός θρύλου. Ο οποίος, ως θρύλος, έχει κατακτήσει ό,τι ήταν να κατακτήσει, έχει κλείσει τον σπουδαίο του δημιουργικό κύκλο και δεν μπορεί να ξαναθέσει το όλο οικοδόμημα σε περιπετειώδη τροχιά. Τα κόλπα έτσι της Στρατοκάστερ του Guy ηχούν δεδομένα, το όλο λεξιλόγιο της στιχουργικής θεματικής δείχνει εξαντλημένο (κιθάρες, mamas, αναμνήσεις από έναν κόσμο που παρήλθε, κανά ποτό), οι ερμηνείες βαδίζουν στα ήδη περπατημένα μονοπάτια της ηλεκτρικής μπλουζ δισκογραφίας. Κι όμως, όταν τελειώνεις την ακρόαση, ενώ τα έχεις όλα τούτα καθαρά μπροστά σου, είσαι φανερά ικανοποιημένος και τρέχεις να πατήσεις το repeat. Με τους θρύλους, βλέπετε, τα πράγματα κινούνται με τους δικούς τους κανόνες· και οι όποιες αναγκαστικές συμβάσεις, μπορούν να γίνονται φορείς θέρμης και συγκινήσεων.
Ο δίσκος κλείνει με μια ακουστική, νοσταλγική επίκληση στον Muddy Waters –το μεγάλο ίνδαλμα του Guy– περιλαμβάνει όμως κι έναν φόρο τιμής στον πρόσφατα θανόντα B.B. King ("Flesh & Bone"), όπου έρχεται να συνεισφέρει ο Van Morrison, σε ένα θαυμάσιο ντουέτο. Στην πορεία, έχουμε βρει τον Billy Gibbons των ZZ Top να «νοστιμίζει» με boogie κλάση το "Wear You Out", έχουμε ακούσει την έμπειρη μπλουζ φυσαρμόνικα του Kim Wilson των Fabulous Thunderbirds στο "Kiss Me Quick" κι έχουμε συναντήσει και τη Joss Stone, να φέρνει τη δροσιά των 28 της Μαΐων στο "(Baby) You Got What It Takes", το οποίο αναπαράγει εύστοχα κάτι από το πνεύμα των Chess ηχογραφήσεων του Guy με την Etta James.
Τίποτα περισσότερο, μα και τίποτα λιγότερο. Τα ηλεκτρικά μπλουζ του Σικάγο αδυνατούν πλέον να διεκδικήσουν οτιδήποτε το κοσμογονικό –όπως έκαναν κάποτε– αλλά στα χέρια του Buddy Guy διατηρούν τουλάχιστον τη γοητεία τους.
{youtube}-DXI4hxm_-o{/youtube}