Οι Arcturus δεν είναι μια οποιαδήποτε μπάντα.
Ξέχωρα από το γεγονός πως μέλη της είναι μερικοί μουσικοί από την «ανφάν-γκατέ» του νορβηγικού ακραίου ήχου, ήταν το συγκρότημα που κατάφερε, με περισσή μαεστρία, να κοτσάρει τη λέξη avant-garde μπροστά από την ταμπέλα black metal, χωρίς να ανοίξει ρουθούνι. Ήταν επίσης εκείνοι που, μαζί με τους Ved Buens Ende (αυτούς βέβαια άργησε να τους χωνέψει το κοινό), κατάφεραν με τους πειραματισμούς τους να σπάσουν τα στεγανά ενός στενόμυαλου και υπερσυντηρητικού παρακλαδιού της metal μουσικής, αποτελώντας προπάτορες για ό,τι κάποιοι μετέπειτα αποκάλεσαν «intelligent black metal». Τα διαπιστευτήριά τους τα είχαν καταθέσει ήδη από το 1996 και το Aspera Hiems Symfonia, αλλά ήταν μια χρονιά αργότερα που κυκλοφόρησαν το άλμπουμ-ορόσημο, όχι μόνο για τη δισκογραφία τους, μα και για μια ολόκληρη σκηνή: το La Masquarade Infernale.
Από τότε κύλησε αρκετό νερό στο αυλάκι. Και, αφού πέρασαν 10 χρόνια από την τελευταία τους κυκλοφορία, βγαίνουν επιτέλους από τον πάγο και επιστρέφουν με το Arcturian.
Οι όποιες επιφυλάξεις μου για το πώς θα ηχεί ο δίσκος και αν θα αξίζει να κουβαλά το βαρύ όνομα των Νορβηγών, διαλύθηκαν από τα πρώτα κιόλας λεπτά της ακρόασής του. Το όμορφο “The Arcturian Sign” το είχα ακούσει αρκετό καιρό πριν κυκλοφορήσει η δουλειά, οπότε δεν μου προκάλεσε καμία έκπληξη, σε αντίθεση με τα επόμενα δύο κομμάτια! Το μεν "Crashland" –το οποίο θεωρώ και το καλύτερο του άλμπουμ– ξεχειλίζει από λυρισμό και αποπνέει μια La Masquarade Infernale αύρα μέσα από τις κιθάρες του. Το δε “Angst” βουτάει στο παρελθόν τους και με τη «γεμάτη» εισαγωγή του, αλλά και με τη μαυρισμένη του συνέχεια, θυμίζει εποχές Aspera Hiems Symfonia.
Το άλμπουμ συνεχίζει αρκετά δυνατά σε γενικές γραμμές, κάνοντας μια γρήγορη βόλτα απ' όλη την Arcturus δισκογραφία. Η φλόγα και η σπιρτάδα που έλειπαν από τον προκάτοχό του (το Sideshow Symphonies) επιστρέφουν, ενώ η ποικιλία των συνθέσεων εξυπηρετεί ιδανικά τον γενικότερο σκοπό. Τα πλήκτρα είναι λίγο πιο μπροστά, με τον Sverd να κάνει καταπληκτική δουλειά τόσο στις ενορχηστρώσεις όσο και συνθετικά, ενώ οι ελάσσονες κλίμακες στα φωνητικά δίνουν και παίρνουν, με τον I.C.S. Vortex να παραδίδει υπέροχες, μεστές και «κοντρόλ» ερμηνείες. Οι πειραματισμοί φυσικά δεν γίνεται να λείπουν από δίσκο των Νορβηγών, με τα trip-hop/electro στοιχεία της εισαγωγής του "The Arcturian Sign" και του “Demon” να ξενίζουν αρχικά, αλλά κατόπιν να πείθουν.
Και κάπου εδώ επιστρέφουμε στην αρχική ερώτηση: αξίζει το Arcturian ειδικά και το comeback των Arcturus γενικότερα; Η απάντηση είναι καταφατική.
Μπορεί να μην φτάνει τους 3 πρώτους τους δίσκους, αξίζει όμως και με το παραπάνω. Ταξιδιάρικο, ατμοσφαιρικό, progressive, κλασικότροπο, εμπνευσμένο, θεατρικό και τόσο Arcturus, δεν γίνεται να είναι ούτε κακό, μα ούτε και μέτριο. Το πλήρωμα του αστρόπλοιου έχει φορέσει ξανά τις μάσκες του και υπόσχεται καινούργιες περιπλανήσεις στ’ άστρα…
{youtube}-O16IYM3Gxc{/youtube}