Τον τροχό δεν μπορείς να τον εφεύρεις δύο φορές στη ζωή σου. Αλλά όταν στα 52 σου δαγκώνεις την άσφαλτο με λύσσα, τότε κανείς δεν μπορεί να σου πει για ποιον λόγο δεν ξαναβρήκες τον τρόπο να επινοήσεις εκ νέου μισή ντουζίνα από μουσικά παρακλάδια. 
 
Πίσω στα 1980s, η Βενομίτιδα μπορεί να φαινόταν στα όρια του γκροτέσκ στα ώτα και στα όμματα πολλών από μας (ένεκα διαφορετικών αισθητικών αναζητήσεων), αλλά την ίδια στιγμή δεν γινόταν να μην αναγνωρίσεις ότι η αμεσότητά της πήγαζε από την ατόφια μήτρα του ροκ εν ρολ και ελάχιστα είχε, επομένως, να κάνει με αυτισμό φροϋδικής μεταλοφύσης· ήταν μία, έστω και προγναθική, αντίδραση στον καθωσπρεπισμό. Σε αντίθεση λοιπόν με τις δασύτριχες λαίλαπες της μεταλλικής σατανολατρείας, οι Venom χρησιμοποίησαν την αίσθηση και την επίκληση στον Εωσφόρο ως ένα τρυκάζ αντιπολιτειακής λογικής. Κι αυτό το βοθρώδες ροκ εν ρολ το οποίο ποίησαν –παρόμοιας πολιτισμικής εστίας με εκείνο των Motörhead– έφτιαξε στη συνέχεια δεκάδες genres στον μεταλλικό χώρο. Με αποτέλεσμα η Θανατερή και Μαύρη οδοποιία του τελευταίου να χρωστάει το άνοιγμα του σκοτεινού σεντουκιού σε τούτη δω τη μπάντα, που πέρασε από αρκετά κύματα και αποχωρήσεις/επανασυνδέσεις πριν βρεθεί και πάλι σε σταθερή (δισκογραφική και συναυλιακή) πορεία τα τελευταία χρόνια. 
 
Καλά όλα αυτά, θα μου πείτε, αλλά γιατί δεν κόλλησες με το Fallen Angel του 2011; Σε κάποιους φίλους που μου είπαν ότι απογοητεύτηκαν επειδή το From The Very Depths παραήταν επαγγελματικός δίσκος, έχω να απαντήσω πως ίσα-ίσα: συνιστά σκαλί διαφοροποίησης των Venom από τον ίδιο τους τον εαυτό, τη στιγμή που το Fallen Angel ήταν με την κακή έννοια επαγγελματικό, καθώς προσπαθούσε να εμφωλεύσει τους Βρετανούς στη σύγχρονη πραγματικότητα χρησιμοποιώντας παραγωγή (ειδικότερα στα τύμπανα) που απηχούσε πιο epic χρωματισμούς και όχι τη δική τους κληρονομιά. 
 
Εδώ, αντιθέτως, τα αρώματα είναι ωμά. Η φωνή τοποθετείται στη μίξη μέσα στη μπάντα και όχι πάνω σε αυτήν, ενώ η στερεοφωνική εικόνα είναι συμπαγής και δεν προσπαθεί να εντυπωσιάσει με τον όγκο της, αλλά με την τραχύτητά της. Οι ταχύτητες (στις πλείστες των περιπτώσεων) κυμαίνονται μεταξύ του up tempo και του «γρήγορα», με τα bpm ενίοτε να φτάνουν τα 140 (μια χαρά δηλαδή). Η θεματολογία φυσικά παραμένει η γνωστή, μόνο που, όπως είπαμε, ο Σατανάς έχει τη μορφή του Κακού απέναντι στο Λευκό/Αμόλυντο και όχι κάποια υπερφυσική διάσταση. 
 
Ο ίδιος ο Cronos έχει και τα χρωστούμενα του στη δεκαετία του 1980 κατά πως φαίνεται, αφού κάποια στιγμή στο "Death Οf Rock 'n Roll" αναφέρει ακόμα και τον Kid Creole, ενώ –για ακόμα μία φορά– παρελαύνουν οι punks από το στιχολόγιό του ("Long Haired Punks"), άλλη μία απόδειξη ότι η έκρηξη του πανκ πίσω στα τέλη των 1970s έδωσε το δικό της χρώμα στο μυαλό και στις ταχύτητες των Venom. Ο  La Rage στην κιθάρα κάνει πολύ καλή δουλειά μιας και γεφυρώνει hardcore, πανκ και thrash metal σε έναν νυμφώνα γεμάτο  πυρωτικά σημεία, με τη βοήθεια βέβαια του Dante στα τύμπανα (για τον οποίον είναι ο δεύτερος στούντιο δίσκος με το γκρουπ). Το οικοδόμημα των νεόκοπων Venom στιλβώθηκε λοιπόν και θεμελιώθηκε για τα καλά και πολύ θα ήθελα να τους δω εκ νέου σε συναυλία. 
 
Το From Τhe Very Depths μπορεί να χρειάστηκε να βουτήξει ακόμα και στον ήχο συγκροτημάτων που επηρεάστηκαν στα 1990s από τους ιδίους τους Venom (θεωρώ ότι αυτό έχει να κάνει με τον ήχο του La Rage στην κιθάρα), όμως το αποτέλεσμα δονεί εδώ και τρεις εβδομάδες με λύσσα τα ηχεία μου. Τι; Ξέχασα να σας το πω; Ναι, είναι λυσσασμένο. Άρα Venom, σωστά;
 

{youtube}9KwCOoEI0rM{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured