«R'n'B with a twigs» ήθελα να γράψω στο είδος, αφού είναι τόσα αυτά που συμβαίνουν στο LP1 με αφορμή το R'n'B, ώστε μένεις τελικά ακάλυπτος ακόμα κι αν επικαλεστείς το twist της γνωστής (αγγλικής) φράσης. Άλλωστε δεν μας έχει λείψει το τουίστ τα τελευταία χρόνια: στον κορμό του λαμπερού, mainstream R'n'B έχει ήδη φανεί ένα καταπράσινο εναλλακτικό κλαδί, που την ψάχνει με διάφορους ευφάνταστους τρόπους. Όμως η FKA Twigs δείχνει να βρίσκεται πιο μπροστά ακόμα και από τους επικεφαλής. 
 
Υπάρχει δηλαδή κάποιο μυστικό; Κάτι που διέφυγε από τον The Weeknd ή δεν μπόρεσε ίσως να χωρέσει στον καλειδοσκοπικό ήχο του Frank Ocean και της Janelle Monáe
 
Όχι ακριβώς. Ίσα-ίσα, νομίζω ότι αν η 26χρονη Tahliah D. Barnett ήταν Αμερικανίδα, θα έφτιαχνε τραγούδια λίγο-πολύ σαν και τα δικά τους. Είναι η συνολική της οπτική πάνω στη μουσική που παίζει τον πιο καταλυτικό ρόλο εδώ, γιατί είναι η οπτική μιας Βρετανίδας. Η οποία ναι μεν κολυμπάει με ενθουσιασμό στα όσα έρχονται απ' την άλλη άκρη του Ατλαντικού, το κάνει όμως κουβαλώντας κι ένα ισχυρό στίγμα από πράγματα που έχουν συμβεί στο Νησί και την έχουν (προφανώς) καθορίσει εξίσου. 
 
Στο LP1 φυσάει ένας δυνατός άνεμος από Μπρίστολ μεριά, διαβρώνοντας (διαφθείροντας;) τα αμερικάνικα ρυθμικά πρότυπα. Το R'n'B αναγκάζεται να κόψει λίγο ταχύτητα έτσι όπως το τυλίγει η αιθέρια ομίχλη του trip hop, η οποία γρήγορα το αναγκάζει να παραστρατήσει, τσουγκρίζοντας με τον μούλτι-κούλτι κοσμοπολιτισμό των Massive Attack και με τη λιμανίσια σκοτεινιά των σπουδαίων δίσκων του Tricky. Γελιέστε ωστόσο αν φανταστείτε την FKA Twigs χαμένη μέσα σε όλα τούτα, ως τρεμάμενη κορασίδα σε χιτσκοκικό σκηνικό. Απολαμβάνει αυτήν την περιπλάνηση τραγουδώντας με το πνεύμα της Björk ενσαρκωμένο σε Mariah Carey εκδοχή και σε καλεί κι εσένα στην περιπέτεια: σου δείχνει τον λαβύρινθο, σε προειδοποιεί για τα άπειρα ζιγκ-ζαγκ της διαδρομής, μα σου καθιστά σαφές πως δεν παίζει μίτος της Αριάδνης ή κάτι σε GPS. 
 
Έτσι βέβαια δημιουργείται κι ένα πλήθος ζητημάτων. Ελαφρύτερο ανάμεσά τους, πως το άλμπουμ αναφέρεται μεν σε μια δημοφιλή φόρμα, μα του προκύπτει μόλις ένα τραγούδι ικανό να σφραγίσει το διαβατήριο προς τη mainstream επιτυχία –το "Two Weeks". Κακά τα ψέματα τώρα, η FKA Twigs χρειάζεται και κανά σουξεδάκι, γιατί παίζει τη μπάλα της σε έναν χώρο που αρχίζει και πάσχει από υπερπληθυσμό.
 
Καλλιτεχνικά πιο επείγον, πάντως, ήταν να μπορέσουν τα τραγούδια του LP1 να σηκωθούν από τους ήχους και τους θορύβους που τα περιβάλλουν. Δεν τα καταφέρνουν πάντα, παρά ταύτα η FKA Twigs βρίσκει συχνά τις εύρωστες μελωδίες για να τα ανορθώσει, αποδεικνύοντας ότι διαθέτει την ποπ ευφυΐα και το ταλέντο που απαιτεί αυτό το προσωπικό της μουσικό όραμα. Ως αποτέλεσμα, στιγμές σαν το θαυμάσιο "Lights On" ή το "Video Girl" εκτοξεύουν ένα R'n'B βγαλμένο από το The Emancipation Of Mimi της Mariah Carey (2005) στη στρατόσφαιρα όπου θα έπρεπε ήδη να έχει πάει η τελευταία, αν δεν ήταν μια ψωνισμένη ντίβα με καταπληκτική φωνή.
 
Μία ακόμα σημαντική παράμετρος των τραγουδιών της FKA Twigs είναι η στιχουργική. Οι ηρωίδες της Barnett μοιάζουν επιφανειακά με τα σούπερ θηλυκά τύπου Beyoncé ή με τις δυναμικές μα μικρότερου διαμετρήματος «I will survive ρε κάθαρμα» εστεμμένες της R'n'B αριστοκρατίας (Ciara κτλ.), όμως δεν προελαύνουν κυρίαρχες στον κόσμο του σεξ και του έρωτα, σαν άλλες Samantha Jones. Διαθέτουν μεν τον αέρα, μα αντιμέτωπες με την πραγματικότητα κάπου τα χάνουν, οδηγούμενες να (μισο)παραδεχτούν ότι –ναι, ακόμα κι αυτές!– έχουν να διηγηθούν χρονικά κρασαρισμένων ρομάντσων και τσαλαπατημένων καρδιοφτερουγισμάτων. Κι αν μένεις κάπου μετέωρος για το ευθύβολο των στίχων της FKA Twigs, τρως κατάμουτρα στο φινάλε εκείνο το «I love my touch» του "Kicks" και την περνώ-και-μόνη-μου-καλά ευδαιμονία(;) του. Και σπίτσλες τα χείλη των ευσεβών...
 
Μην απορήσετε επομένως που στα τέλη του '14 θα δείτε το LP1 ψηλά σε κάμποσες από τις εποχιακές λίστες με τα «καλύτερα», που ναι, έχουν χάσει πια την αξία τους, αλλά τουλάχιστον για μας τους μουσικογραφιάδες θεωρούνται εξίσου παραδοσιακές με τα μελομακάρονα και τους κουραμπιέδες. Θα είναι μάλιστα κι ένας από τους δίσκους για τους οποίους θα υπερθεματίσει (και) η κυρίαρχη στον μουσικό τύπο ίντι-λιγκεντσια, χωρίς να πρόκειται για ένα ακόμα ευλόγημα γενιών μουσιών προς εσωτερική κατανάλωση· μα για ένα άλμπουμ που, έστω λιγάκι οριακά, διαθέτει τα φόντα να γίνει σημείο αναφοράς στο μέλλον του ήχου που σήμερα αντιλαμβανόμαστε ως «μαύρη ποπ». 

{youtube}3yDP9MKVhZc{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured