Herman Leonard, 1948, The Royal Roost Club, 1580 Broadway, ΝΥ

1948. Νέα Υόρκη. The Royal Roost Club, 1580 Broadway. Σκοτάδι στο φόντο. Μια καθισμένη φιγούρα. Επιβλητική, ψιλόλιγνη κορμοστασιά. Λευκή μπλούζα, γκρίζο κοστούμι. Καπέλο τύπου φεντόρα στο ίδιο χρώμα, με ανασηκωμένο γείσο. Πρόσωπο με γωνίες και κάπως σημαδεμένα χαρακτηριστικά. Βλέμμα που μαρτυρά έναν άνθρωπο που είδε πολλά. Τα χέρια σταυρωμένα. Τα δεξιά δάχτυλα χαϊδεύουν ηδονικά ένα σαξόφωνο. Στο αριστερό σιγοκαίει ένα τσιγάρο. Κάπνα.

Φωτογραφία: Herman Leonard

A SwinginAffair

Αιχμαλωτισμένη από το φακό του Herman Leonard, η εικόνα αυτή του Dexter Gordon είναι μία από αυτές που έδωσαν πρόσωπο στην jazz του περασμένου αιώνα. Όσο για τη μουσική του….

 «Η ζωή μου είναι η μουσική. Ο έρωτάς μου είναι μουσική. Και είναι 24 ώρες τη μέρα» εξομολογείται χαμηλόφωνα ο σαξοφωνίστας Dale Turner σε μία χαρακτηριστική σκηνή της ταινίας Round Midnight του Bertrand Tavernier. Nate Turner; Όχι, ουδέποτε υπήρξε τζαζίστας μ’ αυτό το όνομα. Ο ήρωας της ταινίας του Tavernier είναι κινηματογραφικός και μόνο, ο χαρακτήρας του όμως είναι πραγματικός. Είναι ο Dexter Gordon και συγχρόνως είναι ο Bud Powell κι ο Lester Young. Ο Gordon υποδύεται τον εαυτό του και μαζί τους άλλους δύο θρύλους που ενώνονται σ’ αυτό τον σύνθετο χαρακτήρα με τον πιο φυσικό και αβίαστο τρόπο. Με τον ίδιο φυσικό και αβίαστο τρόπο που ξεπηδούσαν οι παλλόμενες νότες του από το σαξόφωνό του από τις πρώτες μέρες της δεκαετίας του 1940.

Ο Gordon ήταν ένας από τους λίγους που έζησαν από κοντά όλες τις σπουδαίες φάσεις της jazz ιστορίας από τη εποχή του bebop και μετά. Ήταν πλάι στον Lionel Hampton στις αρχές του ‘40, όταν αυτός οδηγούσε το σουίνγκ στους φρενήρεις ρυθμούς του jive. Ήταν ακολούθως στην ορχήστρα του Billy Eckstine, όταν ρίχνονταν οι πρώτοι σπόροι για τη γέννηση της πιο συναρπαστικής μουσικής του 20ού αιώνα: του bebop. Κι όταν, λίγο μετά, το bebop έγινε ο βασιλιάς της νεοϋορκέζικης νύχτας στα κλαμπ της 52ης οδού, ο Dexter Gordon ήταν εκεί και φύσαγε δίπλα στους αθάνατους. Στο πλευρό του Dizzy, στη σκηνή αλλά και στο στούντιο, στην ηχογράφηση του “Blue n’ Boogie”, όταν ο Charlie Parker δεν μπορούσε να δώσει το παρόν. Ήταν εξάλλου συνοδοιπόρος του “Bird”, ηχογραφώντας κι αυτός κολασμένο bop, αλλά κι ασύγκριτες μπαλάντες, για τα label της Dial και της Savoy, τη διετία 1946-47. Ύστερα, όταν οι ρυθμοί χαλάρωσαν κι οι μελωδίες έγιναν λίγο πιο μαλθακές και εξευγενισμένες, και η West Coast φάση πήρε το πάνω χέρι, ο Gordon ήταν ένας από τους boppers που επιβίωσαν στην εποχή της cool-jazz φάσης, για να μεταβιβάσουν τη σκυτάλη στην επόμενη γενιά. Με την επινόηση του hard-bop, στη χρυσή εποχή του, ο Gordon ήταν και πάλι εκεί, γράφοντας αριστουργήματα αρχικά στην Blue Note, στο πρώτο μισό του ‘60, κι έπειτα στην ετικέτα της Prestige. Κι όταν οι περισσότεροι τζαζίστες, συνομήλικοι μ’ αυτόν ή νεαρότεροι, το γύρισαν στο funk στα χρόνια του 70, ο Gordon παρέμεινε εν πολλοίς αυτό που ήταν πάντα: ένας αυθεντικός bopper, που συνέχισε να οδηγεί το bop σε νέες κατευθύνσεις.

Κάποιοι έχουν υποστηρίξει ότι δεν είχε συμμετοχή στη free φάση και στα χρόνια της jazz πρωτοπορίας. Δεκτό. Μόνο που, αν υπάρχει ένας δρόμος που οδηγεί από τις μεγάλες ορχήστρες στην εποχή του Coltrane και του Sonny Rollins, αυτός περνά αναγκαστικά μέσα απ’ το τενόρο σαξόφωνο του Dexter Gordon.

Το παίξιμο του Gordon στο σαξόφωνο δεν ήταν επαναστατικό, ήταν κάτι παραπάνω• ήταν όμορφο. Είναι κλισέ να δηλώνουν οι τζαζίστες ότι η βάση τους παραμένει πάντα το blues, στην περίπτωση του Gordon όμως ισχύει. «Αν δεν μπορείς να παίξεις μπλουζ, δεν μπορείς να παίξεις τίποτα» είχε δηλώσει κάποτε.

Προτιμούσε συνήθως τα μικρά και ευέλικτα σχήματα. Κουαρτέτα ή το πολύ κουιντέτα. Του έδιναν την ευκαιρία να ελίσσεται, να σουινγκάρει, μολονότι έπαιζε καθαρό be bop. Στα γρήγορα τέμπο, το παίξιμό του ήταν φασαριόζικο αλλά και αεράτο, χωρίς να γίνεται ποτέ αγχωτικό. Όταν φυσάει στο φουλ σε κομμάτια όπως το “The Backbone”, το “Soy Califa, το ‘Lullaby In Ryhtm” η το “Society Red”, σε κάνει να έχεις την αίσθηση ότι μαζί με τις νότες ρολάρει κι ο χρόνος.

Εκεί όμως που ο Dexter Gordon δεν είχε αντίπαλο ήταν στις μπαλάντες. Ελάχιστοι τζαζίστες απέδωσαν το Classic American Songbook όπως εκείνος. Ήταν στο στοιχείο του όταν μεταφράζει Gershwin και Cole Porter στη γλώσσα του bebop. όποτε φυσούσε, πιο ευδαιμονικά από κάθε άλλον, τις νότες του “Don’t Explain”, του “Willow Weep For Me”, του “Love For Sale” ή του “Cry Me A River”.

Long Tall Dexter 

Γεννημένος στο Λος Άντζελες, τον Φεβρουάριο του 1923, ο Gordon μυήθηκε στη μουσική από τον πατέρα του που ήταν οδοντίατρος στο επάγγελμα κι ήταν κι ο ίδιος φανατικός ακροατής της jazz, φίλος μάλιστα του Duke Ellington και του Lionel Hampton. Με την πατρική προτροπή, ο Dexter άρχισε από μικρός να μαθαίνει κλαρινέτο κι έλαβε μάλιστα κλασική παιδεία στην αρμονία και στη σύνθεση. Γρήγορα όμως τον κέρδισε το σαξόφωνο, πρώτα το άλτο κι έπειτα το τενόρο. Σε ηλικία μόλις 17 ετών ήταν ήδη έτοιμος για να μπει στην ορχήστρα του Hampton.

Η ζωή του Dexter Gordon υπήρξε σχεδόν μυθιστορηματική, κινηματογραφική, πιο σωστά, ελέω Round Midnight. Πανύψηλος, πάνω από 1.95 και αρκετά αδύνατος, με ένα βάδισμα που μαρτυρούσε ότι μπορεί να έπεφτε ανά πάσα στιγμή, ονομάστηκε Long Tall Dexter από τους ομότεχνούς του. Είχε έναν τρόπο να επιβάλλεται στο χώρο, με τον ίδιο τρόπο που επιβλήθηκε στην κάμερα στις σκηνές του Round Midnight. Τραβούσε πάνω του τα βλέμματα. Την εποχή που η Νέα Υόρκη ήταν όντως η πόλη που ποτέ δεν κοιμάται, ο Gordon ήταν ένας από εκείνους που τις έδιναν παλμό, φυσώντας μαγικούς στροβιλισμούς στο σαξόφωνό του. Οι δίνες όμως δεν άργησαν να τυλίξουν και τον ίδιο. Η δημιουργία, κι ειδικά η jazz, είναι φορές φύσει αυτοκαταστροφική διαδικασία. Ο Gordon ήταν ένας από αυτούς που τη βίωσαν σχεδόν στο έπακρο. Πρώτα ήλθε το αλκοόλ. Κι ύστερα η πρέζα. Κι η σύλληψη, κι φυλακή του Chino. Και η δολοφονία στο Βέγκας του στενού του φίλου, συνεργάτη και σαξοφωνίστα Wardel Grey, που θα τον σημαδέψει βαθιά. Τα χαμένα χρόνια στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ‘50….

Όταν επέστρεψε στη σκηνή, μολονότι η φήμη του παρέμενε ακλόνητη, το swingin’ bop του θεωρήθηκε από κάποιους ως «ντεμοντέ». Αν κι έκανε κάποιους καλούς δίσκους, το τενόρο του σιώπησε και πάλι για κάμποσο καιρό. Έπρεπε να περιμένει ως τις αρχές του ‘60 για να κάνει την «ολική επαναφορά» του, με το album The Resurgence of Dexter Gordon, σε παραγωγή του επίσης σπουδαίου Julian “Cannonball” Aderley. Ήταν η αφετηρία για την αποθέωση της τέχνης του Dexter Gordon, με την ομορφότερη εξάδα δίσκων της καριέρας του, που έφεραν τη σφραγίδα της Blue Note:  Doin' Alright (1961), Dexter Calling (1961), Go! (1962), A Swingin' Affair (1962), Our Man In Paris (1963), One Flight Up (1964).  

Our Man in Paris

Στο Round Midnight, ο ήρωας που υποδύεται ο Gordon φέρεται να τρεκλίζει πριν ανέβει στη σκηνή κάποιου παρισινού κλαμπ, και να εκλιπαρεί την ιδιοκτήτρια για «ένα και τελευταίο ποτό». Άγνωστος μεταξύ αγνώστων, σέρνει τα κορμί του στους δρόμους και τα μπαρ της πόλης, μοιάζοντας ανίκανος να παίξει, μέχρις ότου να το συμμαζέψει ένας νεαρός θαυμαστής του και να τον βοηθήσει να σταθεί ξανά στα πόδια του. Μέχρι να κυλήσει και πάλι…

Όπως ειπώθηκε πιο πάνω, η εξαιρετική ταινία του Ταβερνιέ δεν είναι μια ακριβής βιογραφία. Η πραγματική ιστορία είναι λίγο διαφορετική. Ο Gordon είχε ψιλοκαθαρίσει έως το 1962, τη χρονιά που εγκατέλειψε τις Η.Π.Α. και εγκαταστάθηκε στην Ευρώπη, έχοντας απηυδήσει από τις φυλετικές διακρίσεις και από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονταν οι τζαζίστες στην πατρίδα του. Στην πάντα φιλόξενη για την jazz Ευρώπη, ο Gordon έζησε επί δεκαπέντε συναπτά έτη, πρώτα στο Παρίσι και έπειτα στην Κοπεγχάγη. Και γνώρισε την αποδοχή που του άρμοζε. Δεν ήταν «άγνωστος μεταξύ αγνώστων», ούτε «άλλος ένας μαύρος που παίζει σαξόφωνο», όπως λογιζόταν από το λευκό mainstream στην Αμερική. Στην Ευρώπη ήταν ο DEXTER GORDON, ο μεγάλος δημιουργός, ο γίγαντας της εποχής του be bop, ένα από τα κορυφαία σαξόφωνα στην ιστορία. Αν και συνελήφθη άλλη μια φορά για κατοχή μαριχουάνας στο Παρίσι το 1967 και αντιμετώπισε κάποια προβλήματα με την κάρτα παραμονής του, δεν θεωρήθηκε ανεπιθύμητος. Ο ίδιος έλεγε με παράπονο αλλά και με μια δόση χιούμορ: «Θυμάστε τον Γιάννη Αγιάννη στους Άθλιους; Τον κυνηγούσαν επί 20 χρόνια για ένα κομμάτι ψωμί».

Ενθαρρυμένος από το φιλόξενο αυτό περιβάλλον, και έχοντας την απόλυτη καλλιτεχνική ελευθερία που ταιριάζει σε έναν δημιουργό του διαμετρήματός του, ο Gordon άδραξε την ευκαιρία για να μεγαλουργήσει ξανά, σε μια νέα σειρά θαυμάσιων δίσκων στη δανική εταιρεία Sleepcase: Cheesecake, King Neptune, Love For Sale, Billie’s Bounce, After Hours, After Midnight

Blow It Again

Στο φινάλε του Round Midnight, o Dale Turner ξαναγυρνά στη Νέα Υόρκη, για ένα τελευταίο farewell στην «πόλη που είναι υπέροχη αν σου αρέσει το σαξόφωνο». Ζει μοναχικά και χωρίς να του δίνονται πολλές ευκαιρίες για να κάνει αυτό που αγαπά περισσότερο: να φυσήξει. Λίγες σκηνές μετά, πεθαίνει μόνος και ξεχασμένος στο δωμάτιο ενός φθηνού ξενοδοχείου.  

Το 1976, η δύναμη της νοσταλγίας όντως θα οδηγήσει τον Long Tall Dexter πίσω στην πατρίδα, πίσω στη Νέα Υόρκη. Όμως: έφυγε ως παρίας, για να επιστρέψει με τη στόφα ενός δημιουργού με παγκόσμια αναγνώριση. Το 1978 και το 1980 αναδείχθηκε “musician of the year” από το περιοδικό Downbeat. Την ίδια χρονιά πήρε με τη βούλα τη θέση του στο Jazz Hall Of Fame. Τo 1986 ήταν υποψήφιος για το Όσκαρ Α’ ανδρικού ρόλου για την ερμηνεία του στο Round Midnight. Παράλληλα, τιμήθηκε με τη σημαντικότερη διάκριση που απονέμει το γαλλικό κράτος σε προσωπικότητες της τέχνης και των γραμμάτων: ονομάστηκε “Chevalier de L'Ordre des Arts et des Lettres” διά χειρός του Ζακ Λανγκ, που ήταν ο τότε υπουργός Πολιτισμού των Σοσιαλιστών του Φρανσουά Μιτεράν.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, από τον επαναπατρισμό του έως και την αυγή του ‘90, ηχογράφησε για λογαριασμό της Columbia. Οι δουλειές του αποδείχθηκαν αξιοπρεπείς ακόμη και στα 80s.

Στις 21 Απριλίου 1990 ο Dexter Gordon ανέβηκε για τελευταία φορά στη σκηνή. Τέσσερις μέρες μετά, μάζεψε ήσυχα το σαξόφωνό του και αναχώρησε. Τον περίμεναν κάπου για ένα session, «γύρω στα μεσάνυχτα». Βρίσκονταν ήδη εκεί ο Bud Powell, ο Lester Young κι ο Thelonious Monk.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured