Μπορεί ο Καναδοαμερικανός τραγουδιστής να είχε ήδη μία δεκαετία καριέρας στην πλάτη του όταν κυκλοφόρησε πέρυσι το "Blurred Lines", ήταν όμως με εκείνο που χτύπησε το τζάκποτ, γενόμενος εν μία νυκτί οικείο όνομα σε ένα πολύ ευρύ σύνολο ανθρώπων. Φέτος λοιπόν αποφασίζει να ακολουθήσει αυτήν την τεράστια επιτυχία με έναν δίσκο ο οποίος μιλά για τον χωρισμό με τη γυναίκα του Paula –εξ ου και ο τίτλος– κάνοντας παράλληλα και μια προσπάθεια επανασύνδεσης μαζί της, μέσω των νέων του τραγουδιών.
Ξέρετε φαντάζομαι εκείνο το συναίσθημα όταν τρως κάποιο γλυκό και σε λιγώνει τόσο, ώστε δεν μπορείς να κατεβάσεις παραπάνω από δυο-τρεις μπουκιές, προτού παρατήσεις τελικά το πιάτο και αρπάξεις (μανιωδώς) το μπουκάλι με το νερό. Αυτό ακριβώς το συναίσθημα σου προκαλεί λοιπόν και το Paula, εξ αιτίας της γλυκερής, γραφικής και –κυρίως– χαζοβιόλικης μελούρας του. Δεν χρειάζεται να ψάξετε πολύ για παραδείγματα, απλά βάλτε τον δίσκο να ξεκινήσει: στα πρώτα 5 τραγούδια δεν θα ακούσετε τίποτα άλλο από χιλιοπαιγμένες μελωδίες και αναμασημένα στιχουργικά κλισέ. Ο Robin Thicke έχει βεβαίως φωνή, όχι όμως και προσωπικότητα στο μικρόφωνο. Κι έτσι θα τον συναντήσετε να κοπιάρει ανά διαστήματα τον John Legend, τον Justin Timberlake ή τον Maxwell, όπως και μερικά από τα ιερά τέρατα του παρελθόντος του ήχου στον οποίον υπάρχει, δραστηριοποιείται και δημιουργεί.
Καλά όλα αυτά, θα μου πείτε, όμως δεν υπάρχει τίποτα ενδιαφέρον στο Paula; Αφού σκεφτώ μερικά δευτερόλεπτα, μιας και το άλμπουμ δεν βρίθει από κομματάρες, θα σας απαντήσω πως ναι, υπάρχουν ορισμένες στιγμές που παρουσιάζουν ένα κάποιο ενδιαφέρον, έστω και μικρό. Το “Living In New York City”, ας πούμε, φέρνει στο τραπέζι ένα καλοστημένο riff μπάσου, το οποίο και καβαλάει βασιλικά για το υπόλοιπο της διάρκειάς του. Και το “The Opposite Of Me” επιδεικνύει μια διάθεση διαφοροποίησης από την κυρίαρχη στον δίσκο ηχητική νόρμα, θυμίζοντας μέχρι και την κιθαριστική ποπ των πρώιμων Eels· το “Black Tar Cloud”, πάλι, προσπαθεί να δείξει πως δεν είναι όλα δυσοίωνα εδώ.
Αλλά, κατά τα λοιπά, το Paula βυθίζεται τραγούδι με το τραγούδι όλο και περισσότερο σε μια γούρνα προβλεψιμότητας, γραφικότητας και υπερβολικής ποσότητας σιροπιού, διακατεχόμενο από έλλειψη φρεσκάδας και επιδεικνύοντας ξεδιάντροπο δανεισμό στοιχείων από άλλους καλλιτέχνες. Στο παρελθόν βγήκαν πολλά τραγούδια ή και ολόκληρες δισκογραφικές δουλειές με αφορμή έναν χωρισμό, όπου οι δημιουργοί έβγαλαν τον καλύτερο εαυτό τους. Το Paula όμως αδυνατεί να διεκδικήσει μια θέση σε αυτήν την παρέα. Στα καλύτερά του, αναρριχάται απλώς μέχρι το επίπεδο ενός επαρκούς soul pop υβριδίου, ενώ στα χειρότερά του είναι σαν μην πέρασε ποτέ από το player σου. Καλές οι θολές γραμμές, δεν λέω, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο όταν προκύπτουν θολά και τα αποτελέσματα...
{youtube}bz_EqawkmTg{/youtube}