Για τελευταία φορά δια χειρός Christopher Nolan, ο Σκοτεινός Ιππότης αναδύθηκε φέτος το καλοκαίρι στις κινηματογραφικές αίθουσες για να συνεπάρει με ένα κλιμακωτό κρεσέντο δράσης με ουμανιστικό χαρακτήρα και με ηρωική διάθεση, δοσμένο μέσω ενός εκρηκτικού χολιγουντιανού πακέτου υπερβολής. Προορισμένο να υποβάλλει τις αισθήσεις και συνάμα να ιντριγκάρει τη φαιά ουσία του θεατή, το (σχεδόν τρίωρο) φιλμ επιτυγχάνει –αβίαστα και εντυπωσιακά– να καταλήξει στην αριστοτελική κάθαρση, ρίχνοντας οριστικά(;) την αυλαία για τον άνθρωπο-νυχτερίδα.
Οι συνεχείς παραβολές προς το κοινωνικό και οικονομικό γίγνεσθαι του σύγχρονου Δυτικού κόσμου και η αυτοκαταστροφική αυταπάρνηση του κεντρικού ήρωα στον δρόμο προς τη λύτρωση, τοποθετούν τόσο το The Dark Knight Rises όσο και τους δύο προκατόχους του στο πάνθεον των ταινιών που προήλθαν από κόμιξ. Κοινό σημείο επαφής των επιμέρους μερών της τριλογίας (εκτός των συντελεστών μπροστά και πίσω από τις κάμερες) αποτελεί η παρουσία του Hans Zimmer –ίσως του πιο περιζήτητου και «φθασμένου» συνθέτη κινηματογραφικής μουσικής μετά τον John Williams. Για το score που συνοδεύει την τελευταία του εξόρμηση στο Γκόθαμ, ο Zimmer ανέλαβε πλήρως τα ηνία, δίχως δηλαδή τον James Newton Howard στη θέση του συνοδηγού του Batmobile (aka Tumbler) να γαληνεύει τη διάθεση ως είθισται.
Το αποτέλεσμα είναι ένα αμάλγαμα των δύο προηγούμενων προσπαθειών με λίγη παραπάνω έμφαση στο «επικό» της υπόθεσης. Η συγγένεια αυτή λίγη έκπληξη προκαλεί βέβαια, αφού η αλληλένδετη φύση των τριών φιλμ επιβάλλει από μέρους του Γερμανού συνθέτη την επιδίωξη μιας έντονης υφολογικής συνάφειας και αυτοαναφορικότητας. Η οποία ναι μεν βολεύει και τον ίδιο, αφού δεν χρειάζεται να επανεφεύρει το μουσικό πεδίο κάθε φορά, αλλά ταυτόχρονα δοκιμάζει και την ευελιξία των δημιουργικών του μέσων σε ένα πολύ συγκεκριμένο εκφραστικό πλαίσιο.
Άλλοτε μιλιταριστικό κι άλλοτε μυστηριώδες, μα πάντοτε σκοτεινό και υποβλητικό, το soundtrack ολοκληρώνει με στόμφο το ταξίδι του Batman. Μεγαλύτερο ατού της τελευταίας αυτής πράξης (και διαφοροποιητικό στοιχείο) αποτελεί η επαναλαμβανόμενη ωδή του “Deshi Basara” (αραβική εκδοχή της επίκλησης “Come Fast/Rise”), που κάνει την εμφάνισή της στο απειλητικό “Gotham's Reckoning” και στοιχειώνει κατόπιν το άλμπουμ καθ' όλη τη διάρκειά του. Άλλες σημαντικές στιγμές εντοπίζονται στο γατίσιο πιανιστικό “Mind If I Cut In”, στο πολεμικής χροιάς “The Fire Rises”, στο αγωνιώδες –και εν μέρει industrial– “Imagine The Fire”, ενώ το “Rise” αναδεικνύεται σε επιτομή του score, ρολάροντας με τον αέρα ενός «best of» κομματιού.
Είναι η επική διάσταση των παραπάνω που χαρακτηρίζει το σύνολο και προσφέρει τις συγκινήσεις, σε ένα κεντρικό θέμα που, αν απογυμνωθεί από τις ηλεκτρονικές και κλασικότροπες φιοριτούρες οι οποίες το περιβάλλουν, αποτελείται ουσιαστικά από δύο μόλις τραβηγμένες νότες (F & D μινόρε). Μέσα και πάνω σε αυτήν την απλότητα ο Zimmer χτίζει τις νέες του ηχητικές παραβολές πάνω στην ταινία του Nolan και τελικά βγαίνει κερδισμένος, παρουσιάζοντας ένα soundtrack που κάνει την παρουσία του αισθητή ακόμα κι όταν χρησιμοποιεί κατά κόρον κλισέ δραματουργικές προσεγγίσεις στην εξέλιξή του.
Όλα αυτά τα σπουδαία (και μη) σχεδόν επισκιάζονται βέβαια από τον τρόπο διανομής της μουσικής, αφού η βασική έκδοση σε CD δεν είναι και η κορυφαία: υπολείπεται εκείνης των iTunes κατά 3 συνθέσεις. Χωρίς να τις θεωρώ απολύτως απαραίτητες (ιδίως το άστοχο χορευτικό “Bombers Over Ibiza”), η απουσία τους αφήνει τον παραδοσιακό ακροατή –εκείνον που ακόμα επιθυμεί να συντροφεύεται από μια φυσική κόπια της αγαπημένης του μουσικής– με μια πικρή, ανολοκλήρωτη γεύση... Για να μην αναφερθώ σε όσα κομμάτια προορίζονται για διαδραστική ενασχόληση μέσω iPhone & iPad, κατά αποκλειστικότητα μέσω application (κατά τα άλλα μια πολύ έξυπνη ιδέα).
Αφήνοντας στην άκρη, ως υπερβολικά, τα διάφορα αρνητικά σχόλια και παράπονα για το mastering του ήχου από τους ελιτιστές aficionados της ακροαστικής εντέλειας, δεν μπορώ παρά να παραδεχτώ το The Dark Knight Rises του Hans Zimmer για την επική αίσθηση πληρότητας που εκπέμπει, κλείνοντας με επιτυχία μια σπουδαία τριλογία. Συνιστάται όμως περισσότερο ως συνοδευτικό της ταινίας από την οποία αντλεί τη γοητεία του παρά ως μεμονωμένο μουσικό έργο, ικανό να σταθεί αγέρωχα ανεξαρτήτως του κινηματογραφικού σκοπού που υπηρετεί.
{youtube}iNE3MuQ-Uw4{/youtube}