Λίγα θα προσθέσει η συγκεκριμένη κριτική, αφού γίνεται ετεροχρονισμένα και με σκοπό να αρχειοθετηθεί μια πιο σαφής θέση του Avopolis απέναντι σε έναν από τους δίσκους της χρονιάς –όχι απαραίτητα με ποιοτικά κριτήρια, αλλά με βάση το γεγονός ότι απασχόλησε σχεδόν όλους όσους ασχολούνται με την ποπ στο σήμερα. Οπότε, πέρα από την καταχώρηση μιας προσωπικής βαθμολογίας, αυτή τη στιγμή έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον ο σχολιασμός των όσων γράφτηκαν και ακούστηκαν για τον τρίτο δίσκο του ντουέτο από τη Βαλτιμόρη.

Αφετηρία οι λίστες των δικών μας συντακτών: βρέθηκε σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις στη δεύτερη δεκάδα (με εξαίρεση δύο περιπτώσεις και κυρίως την πρωτιά που του χάρισε ο Μάνος Μπούρας), κάτι που αναδεικνύει εν μέρει τα «καλά και άσχημα» αυτού του δίσκου. Ξεκινώντας με τα δεύτερα, οι ελάχιστες αυξομειώσεις των εντάσεων καθ’ όλη τη διάρκεια του Teen Dream μπορούν εύκολα να οδηγήσουν σε επανειλημμένες ακροάσεις (δεν ενοχλεί, δεν είναι απαιτητικό). Αλλά το υπερβολικό μένος που έδειξε ο Guardian –με βασικό επιχείρημα την ανεπάρκεια του άλμπουμ σε γοητεία– μπορεί να μην δικαιολογείται, όμως δεν έρχεται κι από το πουθενά. Στο Teen Dream οι Beach House επενδύουν στην κάπως-ανδρόγυνη-σίγουρα-ιδιαίτερη φωνή της Victoria LeGrand και στην απλοϊκή dream pop, η οποία στις περισσότερες περιπτώσεις ακούγεται ως ένα ονειρικό χαλί για να κάνει συντροφιά στις λέξεις που τραγουδάει η LeGrand. Κάτι τέτοιο μετατρέπει ουσιαστικά ολόκληρο τον δίσκο σε επίπεδο και είναι αυτό ακριβώς τελικά που έκανε πολλούς να τον απορρίψουν, χαρακτηρίζοντάς τον βαρετό. Ας μην ξεχνάμε ωστόσο πως αυτό δεν είναι επιχείρημα, αλλά θέμα γούστου.

Στα ατού τώρα και ξεκινώντας από το θέμα της μονοτονίας που χρέωσαν αρκετοί στο αναμφισβήτητα καλύτερο άλμπουμ της μπάντας: καθ’ όλη τη διάρκειά του, οι Αμερικανοί προσπαθούν –και κατ’ εμέ επιτυγχάνουν– να στήσουν ένα πλαίσιο το οποίο θα λειτουργεί ως σταθερά για κάθε τους τραγούδι. Μπορεί να αναφέρθηκε πολλάκις πως κάτι τέτοιο έκαναν κι οι Mazzy Star αλλά δεν είναι έτσι. Το «dream» σε εκείνη την περίπτωση αφορούσε αποκλειστικά στην επικίνδυνα ερωτεύσιμη ερμηνεία της Hope Sandoval και καμιά σχέση δεν είχε με την ποπ μουσική που τη συνόδευε. Αν πρέπει λοιπόν να αναφερθεί ένα όνομα, αυτό είναι των Low, οι οποίοι έκαναν παρόμοια κόλπα και έχουν, προφανώς, τους ίδιους «εχθρούς».

Ακούγοντας το “10 Mile Stereo”, το μοναδικό τραγούδι που ανεβάζει τις εντάσεις (γι’ αυτό και παντού χαρακτηρίστηκε ως το highlight του δίσκου) καταλαβαίνεις πως οι Beach House δεν έχουν μόνο εύκολη τη συρραφή μιας επαναλαμβανόμενης μελωδίας, μα κατέχουν και το πώς χτίζεται ένα κρεσέντο. Φαίνεται και είναι συνειδητή η απόφασή τους να κρατήσουν τους τόνους χαμηλούς, με αποτέλεσμα ο μόνος τρόπος να απολαύσεις πραγματικά τον δίσκο να επαφίεται αποκλειστικά στον ακροατή που θα μπει στη διαδικασία να αποκρυπτογραφήσει τη δύσκολη εκφορά των στίχων από την LeGrand. Μέχρι και στο booklet δεν μπορείς εύκολα να διαβάσεις τις λέξεις. Αν δεν παρέμενε το Teen Dream ως αιώνια κριτική εκκρεμότητα, αμφιβάλλω μάλιστα για το κατά πόσο θα έμπαινα κι εγώ ο ίδιος σε τόσες επανειλημμένες ακροάσεις. Πιθανολογώ πως το άκουσα όσες φορές άκουσα καλύτερους δίσκους από αυτό –και αν μη τι άλλο πιο κοντά σε ό,τι συνήθως απολαμβάνω ως ακροατής.

Σε κάποια από τις πολλές αποθεωτικές κριτικές που διάβασα υπήρχε το σωστό επιχείρημα πως οι Beach House κατάφεραν φτιάξουν έναν δίσκο που, θεωρητικά, είχαν ξαναβγάλει οι ίδιοι στο παρελθόν. Είναι πάντως αλήθεια πως η απολαυστική του ροή και το ταλέντο τους να χτίσουν μια παλέτα με λεπτεπίλεπτα υλικά (ακόμα και αν αυτή δεν βρίσκεται στο προσκήνιο) ήταν κάτι που δεν είχαν καταφέρει ακόμα. Όπως είναι επίσης αλήθεια πως οι Radio Dept. το έκαναν καλύτερα και πολύ πιο άμεσα.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured

Best of Network

Δεν υπάρχουν άρθρα για προβολή