Παρά την αύξηση ενδιαφέροντος για τη λεγόμενη world music τα τελευταία χρόνια, ή ίσως ακριβώς εξαιτίας του, υπάρχουν πολλές καθοριστικές λεπτομέρειες οι οποίες χάνονται στα ψιλά γράμματα. Αφήνοντας κατά μέρος τη γενικότερη συζήτηση (πολλά θα ’πρεπε κάποτε να ειπωθούν), παίρνω αφορμή από την προκείμενη έκδοση για να σταθώ σε μία και μόνο διαφορά: τη διαφορά στην προσέγγιση της παράδοσης που επιχειρεί ο γηγενής μουσικολόγος, σε αντίθεση με τον αλλότριο. Η συντριπτική πλειοψηφία των «εθνο»-μουσικολογικών εκδόσεων (της Unesco, της Ocora, της Lyrichord, της Folkways κλπ. κλπ.) έχει πραγματοποιηθεί από Ευρωπαίους και Αμερικανούς μελετητές, οι οποίοι επισκέφτηκαν κάποιες περισσότερο ή λιγότερο εξωτικές χώρες, μαγνητοφώνησαν και εξέδωσαν αυτό που έκριναν οι ίδιοι ως αξιόλογο. Τη γνώμη των ντόπιων, όσων ανέπτυξαν τις συγκεκριμένες παραδόσεις και ως εκ τούτου θα ’πρεπε να ’χουν και τον πρώτο λόγο γι’ αυτές, συχνά δεν τη μαθαίνουμε ποτέ.
Η μουσικολογία βέβαια και η μουσική λαογραφία, όπως και η μουσική τέχνη γενικότερα, δεν απαντάται σε όλους τους λαούς με τον ίδιο τρόπο. Όμοια όπως δεν απαντάται και η ιστορία και άλλες επιστήμες του Δυτικού κόσμου(1). Η συστηματική μελέτη των λαϊκών παραδόσεων –όχι μόνο των μουσικών– είναι μια ιδέα που πρωτοσυναντιέται στον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό και γίνεται έντονη στα χρόνια των Ρομαντικών(2). Ωστόσο, παρόλη την ευρωπαϊκή καταγωγή της, η μουσική λαογραφία αναπτύσσεται σήμερα στον κάθε τόπο διαφορετικά. Η ύπαρξη αστικής τάξης είναι συχνά ο μοχλός που κινεί τέτοιου είδους έρευνα και εκδόσεις, αν και σίγουρα κι άλλοι παράγοντες παίζουν ρόλο, όπως λ.χ. η επαφή με τα ευρωπαϊκά επιστημονικά κέντρα.
Στην περίπτωση του Ιράν, οι προαναφερθείσες Δυτικές «εθνο»-μουσικολογικές εταιρείες έχουν σε έναν βαθμό καλύψει το θέμα της κλασικής παράδοσης. Οι λαϊκές παραδόσεις όμως απουσιάζουν από τη Δυτική δισκογραφία. Κάποιες σποραδικές εκδόσεις της Lyrichord και της Folkways στη δεκαετία του 1960, είναι εντελώς δυσθεώρητες πια. Έτσι, η έκδοση του Ινστιτούτου Πολιτισμού και Τέχνης Μαχούρ, το οποίο εδρεύει στην Τεχεράνη, καλύπτει καταρχήν ένα κενό. Δεύτερο αλλά σημαντικότερο, οι συνεργάτες του Μαχούρ είναι στη μεγάλη τους πλειοψηφία Ιρανοί, με βαθιά γνώση της παράδοσης της χώρας, των ιδιαιτεροτήτων της κάθε περιοχής, των προϋπαρχόντων αρχείων. «Νομοθέτες, που δεν γελά κανένας τυχοδιώκτης», αν δανειστούμε τον στίχο του Καβάφη. Τρίτο και εξίσου σημαντικό, η εργασία του Μαχούρ δεν αποσκοπεί σε μια πρώτη επαφή, αλλά σε γνώση βαθύτερη. Ο λόγος αφορά τελικά και την ποσότητα. Το Ινστιτούτο έχει στο ενεργητικό του πάνω από 300 ψηφιακούς δίσκους. Μεγάλο μέρος αυτής της παραγωγής είναι αφιερωμένο στην κλασική παράδοση του Ιράν, ένα άλλο σε αρχειακές ηχογραφήσεις, ένα τρίτο στις τοπικές παραδόσεις, ένα άλλο σε ιρανούς συνθέτες ευρωπαϊκής μουσικής κλπ. Ο προκείμενος δίσκος είναι ο 28ος της σειράς των τοπικών παραδόσεων και αποτελείται από τραγούδια της δουλειάς στους ορυζώνες του Talesh –όλα με γυναικείες φωνές και χωρίς όργανα.
Δεν ξέρω αν έχει σημασία να μπούμε σε λεπτομέρειες για το Music Of The Talesh Rice Farms. Καθώς δεν είμαστε Ιρανοί, μόνο υποκειμενικά και επιφανειακά μπορούμε να συζητήσουμε. Γενικεύοντας κάποια ακούσματα (και σημειώνω ότι ΔΕΝ έχω ακούσει όλους τους δίσκους της σειράς) θα έγραφα πως η ποιότητα των ηχογραφήσεων είναι γενικά πολύ υψηλή, και αυτό ισχύει και για τις αρχειακές –υπάρχουν όμως και λίγες περιπτώσεις κακής, υπερβολικής επεξεργασίας. Τα σχόλια είναι αρκετά πλούσια και τα αγγλικά καλά, ωστόσο πολλές φορές απουσιάζουν σημαντικές πληροφορίες, όπως λ.χ. χρονολογίες ηχογραφήσεων κλπ. Επίσης το φωτογραφικό υλικό θα μπορούσε να είναι πλουσιότερο. Τελικά όμως αυτά όλα αποτελούν ασήμαντες λεπτομέρειες. Η έκδοση του Μαχούρ προσφέρει μια πλούσια και εις βάθος ματιά στις παραδόσεις της Περσίας, λαϊκές και λόγιες, κοσμικές και θρησκευτικές, ακόμη και στη νεώτερη δημιουργία. Πρόκειται για έναν ωκεανό μουσικής ζωής από τον οποίο, χωρίς καμιά υποτιμητική διάθεση, οι Δυτικές εταιρείες εκ φύσεως δεν μπορούν να μας δώσουν παραπάνω από ένα ποτήρι.
(Να μην ξεχάσω: Το Μαχούρ δεν είναι κρατικός οργανισμός. Θα βρείτε πολλές πληροφορίες για τις εκδόσεις του στο www.mahoor.com. Η online αγορά δεν λειτουργεί, αλλά με ένα e-mail μπορείτε να επικοινωνήσετε και να αγοράσετε ό,τι σας αρέσει).
Υποσημειώσεις:
1 Για την επιστήμη της ιστορίας, πολύ ενδιαφέρουσες οι παρατηρήσεις του Αντώνη Λιάκου, στο Πώς Το Παρελθόν Γίνεται Ιστορία (Πόλις, 2007). Ταιριάζουν ωραία και στη μουσική.
2 Ωστόσο δεν λείπουν και παλαιότερες προσπάθειες καταγραφής των λαϊκών παραδόσεων, της προφορικής λογοτεχνίας κλπ., και όχι μόνο στην Ευρώπη. Ο Αίσωπος ενδεχόμενα ήταν ένας τέτοιος «λαογράφος».
- Πληροφορίες
- Κατηγορία: ΔΙΕΘΝΗ
Various Artists - Music Of The Talesh Rice Farms (επιμ. Armin Faridi-Haftkhani)
- Βαθμολογία: 8
- Καλλιτέχνης: Various Artists
- Label: Mahoor
- Κυκλοφορία: Ιουλ-10