Γκαζωμένοι υιοί της απάθειας δηλώνουν οι Young Guns με το πρώτο τους άλμπουμ, απαξιώνοντας τους νεκρούς Βασιλείς του παρελθόντος σε μια προσπάθεια να αναρριχηθούν οι ίδιοι στα υψηλά πατώματα της σύγχρονης ροκ μοναρχίας. Το όπλο των Βρετανών σε αυτήν τους τη ματαιόδοξη αναζήτηση είναι, κατά βάση, η νεανική ορμή και ζωντάνια με την οποία διαπραγματεύονται την πανκίζουσα εναλλακτική τους ροκ –προσφέροντας δυνατά ζωντανά σόου και συγκινώντας τον εξειδικευμένο Τύπο του εξωτερικού, αποσπώντας αρκετούς διθυράμβους.

Σε αυτό το βαγόνι του ενθουσιασμού, όμως, το Avopolis θα αρνηθεί ευγενικά να επιβιβαστεί. Και όχι γιατί δεν διψάμε κι εμείς εδώ για το επόμενο θαύμα της ροκ, να λάβει σάρκα και οστά μπροστά στα κατάπληκτα ώτα μας –αφήνοντάς μας αποσβολωμένους να απονέμουμε πεντάστερα εν μέσω μιας γλυκιάς δισκοκριτικής νιρβάνα– αλλά δεν είμαστε και τόσο δα απελπισμένοι για να κάνουμε δωρεές αστερίσκων σε κάθε νέα μπάντα που προωθείται ως ροκ μεσσίας από Kerrang και σία. Δόξα τον Θεό, κυκλοφορεί αρκετή καλή μουσική εκεί έξω για όσους μουσικόφιλους συνεχίζει να το λέει η καρδιά τους να ψάχνουν στα πιο απόκρημνα σημεία για αυτήν.

Όσον αφορά τους Young Guns και το All Our Kings Are Dead, τώρα, τη μουσική τους δεν χρειάζεται κάποιος να προσπαθήσει και πολύ για να ανακαλύψει, αφού έχουν φροντίσει να ακολουθήσουν μια αρκετά ποπ διαδρομή ανοίγοντας τις συναυλίες των Bon Jovi (μεταξύ άλλων) και ακολουθώντας κατά πόδας την πετυχημένη εμπορικά συνταγή των Lostprophets. Περιέχοντας δηλαδή στις συνθέσεις τους ισόποσες δόσεις από emo, punk και alternative rock, δίχως να ξεχνούν να στηρίξουν τα τραγούδια τους στη βάση εύπεπτων ρεφραίν –επικαλύπτοντάς τα με σχεδόν metal κιθάρες έτσι για το heavy του πράγματος. Ανθεμικές λυρικές προτροπές α-λα-AFI με αισιόδοξο vibe και ματζόρε διάθεση φαίνεται να είναι βούτυρο στο ψωμί για τον Gustav Wood και την παρέα του και σίγουρα θα πετύχουν να αποκτήσουν μεγάλο και φανατικό κοινό στις νεαρές ηλικίες και δη στο θηλυκό στρατόπεδο. Όμως παγερά αδιάφορους μας αφήνει μια τέτοια η προοπτική, αφού οι Άγγλοι δεν καταφέρνουν να μας πείσουν για την αρτιστική τους τιμιότητα.

Και αυτό γιατί λίγα είναι τα στοιχεία εκείνα που τους διαφοροποιούν από την επόμενη/προηγούμενη μπάντα του είδους. Ναι μεν μεταλλίζουν κάπως παραπάνω από τον σωρό και έχουν διάθεση να το τραβήξουν το πράγμα λίγο προς τα άκρα –με διάφορα κιθαριστικά breakdowns τα οποία δυναμιτίζουν κάπως την ατμόσφαιρα– αλλά, τελικά, μόνο επιφανειακά το καταφέρνουν αφού, εκτός μεμονωμένων περιπτώσεων, τα ριφάκια τους δεν καταλήγουν ποτέ να ακουστούν απειλητικά. Και το φταίξιμο γι' αυτό βαραίνει τον ίδιο τον Wood, γιατί, αν και δεν γράφει κακούς στίχους μέσα στο πλαίσιο μιας σύγχρονης νεο-καταθλιπτικής προσέγγισης (here's no poetry in my soul – just a list of lies i've told), ο τρόπος που τους αποδίδει μπροστά από την (κατά καιρούς) μουσική ομοβροντία της υπόλοιπης μπάντας αφαιρεί κάθε δυναμική από αυτήν, υπερβολικά καθαρή και ποπ καθώς αποδεικνύεται η ερμηνεία του.

Συμπέρασμα; Αν το ροκ διατροφολόγιό σας αποτελείται από αναλόγου ύφους μπάντες, των οποίων η εμπορική εικόνα υπερέχει της καλλιτεχνικής υπόστασης, τότε σίγουρα η απόκτηση του All Our Kings Are Dead των Young Guns δεν θα σας απογοητεύσει. Αν ωστόσο νιώθετε εγγύτερα σε πιο ώριμα heavy alt rock ακούσματα και αρέσκεστε σε μουσικές που πραγματικά «δαγκώνουν», προτείνω να προσπεράσετε δίχως τύψεις.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured