Το 2010 υπήρξε πολύ απλόχερο προς συγκεκριμένες μουσικές «φατρίες». Λόγος εδώ θα γίνει για μία εξ’ αυτών, το grime: ένα παρακλάδι της βρετανικής hip hop σκηνής που ξεκίνησε ως underground κίνημα στους δρόμους του ανατολικού Λονδίνου. Παίρνοντας λοιπόν τη σκυτάλη από τον Dizzee Rascal, ο οποίος ώθησε πέρυσι το είδος στο mainstream, πολλοί δίσκοι κυκλοφόρησαν φέτος από εκπροσώπους του είδους –Roll Deep, Tinchy Stryder, Kano– εκ των οποίων ο τελευταίος συμμετείχε και στην Πλαστική Παραλία των Gorillaz. Πέραν αυτών είχαμε δε και την περίπτωση του Tinie Tempah, που έκανε απόβαση σε charts και clubs με δύο hit singles (“Pass Out” και “Written In The Stars”), προτού κυκλοφορήσει τελικά το ντεμπούτο του τον Οκτώβριο.

Εκπρόσωπος του grime είναι και ο Devlin, που χρησιμοποίησε από νεαρή ηλικία τα τοπικά ραδιόφωνα του Essex για να δημιουργήσει όνομα. To hype που τελικώς δημιουργήθηκε γύρω του ίσως πάντως και να ήταν μεγαλύτερο από εκείνο που μπορούσε να χειριστεί ένας 15χρονος… Στο ίντερνετ κυκλοφορούν εδώ και καιρό τόσο κομμάτια του όσο και βιντεοκλίπ, αν και τα τραγούδια αυτά δεν έχουν κυκλοφορήσει επισήμως ως singles. Μερικά από αυτά συμπεριλαμβάνονται λοιπόν και στον πρώτο ολοκληρωμένο δίσκο του Devlin, με τίτλο Bud, Sweat & Beers.

Ο Devlin έχει μεγάλες αρετές ως ράπερ. Οι ρίμες του ξετυλίγονται με ορμή, πατώντας σταθερά και αποφασιστικά στον ρυθμό, ενώ η λονδρέζικη προφορά δίνει μία πιο ιδιαίτερη νότα στους στίχους του. Στίχοι που προσπαθούν να σχηματίσουν κοινωνικές ανυσηχίες σε τοπία στα οποία ο ίδιος ο Devlin έχει ζήσει και νοιώθει οικεία. Στο στούντιο τώρα έχει γίνει αξιόλογη δουλειά, με προσεγμένη, «γεμάτη» παραγωγή. Οι κιθάρες κατέχουν καίρια θέση σε πολλές συνθέσεις, όπως και τα πλήκτρα, που προβάλλονται στις πιο ατμοσφαιρικές στιγμές του Bud, Sweat & Beers. Οι γρήγορες τέλος στιχομυθίες του Devlin δίνουν τη σκυτάλη σε πιασάρικα hooks, όπου φιλοξενείται μια πληθώρα συμμετεχόντων τραγουδιστών.

Η παγίδα στην οποία έχει πέσει ο Devlin στο Bud, Sweat & Beers είναι όμως, πιστεύω, προφανής. Έχει δηλαδή συλλέξει σε έναν δίσκο όσα θεωρούσε ως τα καλύτερα κομμάτια της μέχρι τώρα πορείας του, χωρίς να νοιαστεί για το συνολικό αποτέλεσμα. Υπάρχουν δηλαδή τραγούδια με μεγάλη δυναμική ως ανεξάρτητες συνθέσεις που αποτελούν ωστόσο βαρίδια στην προσπάθεια δημιουργίας ενός ενιαίου συνόλου. Άλλο ένα αρνητικό ότι οι συνθέσεις βασίζονται σε υπερβολικά παρόμοια «συστατικά», μην επιτρέποντας έτσι σον ακροατή να ελπίζει σε κάποια ακουστική έκπληξη. Στο θέμα τέλος των στίχων, ναι μεν οι ρίμες του Devlin χτυπάνε ωραία στο αυτί, στην ολότητα όμως του δίσκου σχηματίζουν, τελικά, ένα μάλλον ενοχλητικά ρομαντικό παράπονο.

Τα singles του δίσκου “Brainwashed” και “Runaway” είναι αρκετά ώστε να πείσουν κάποιον να ασχοληθεί με την περίπτωση του Devlin και ίσως δημιουργήσουν υψηλές προσδοκίες για το γενικότερο αποτέλεσμα. Το Bud, Sweat & Beers, ωστόσο, δεν συντηρεί ανάλογο επίπεδο στην ολότητα του: κάπου ανάμεσα στην προσπάθεια να ακουστεί εξίσου εμπορικός όσο και underground, ο Devlin καταλήγει σε ένα συγκεχυμένο αποτέλεσμα.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured