Εδώ πήρε το αίμα του πίσω το hair metal, δια στόματος Mickey Rourke στον Παλαιστή, το αναλογικό το σίνθι θα δίσταζε –για να μην πω το new age δηλαδή και το παρατραβήξω; Είναι κανα-δυό χρονάκια τώρα που μέγιστοι σινθοπατέρες όπως οι Tangerine Dream και ο Klaus Schulze αντικρίζουν τη σπορά τους να αυξάνεται και να πληθύνεται. Χωροταξικά, στα παγκόσμια λιβάδια που διαπερνούν ωκεανούς, ουχί σε τοπικά αμπελοχώραφα. Αισθητικά, με κάμποσες διαφοροποιημένες ποικιλίες, είτε μιλάμε για τον φουτουριστικό αισθησιασμό του Dam Funk, ή για τις συμπαντικές προωθήσεις του Oneohtrix Point Never.
Οπότε ανακύπτει με ακρίβεια εξίσωσης το γνωστό «υπαρξιακό» ερώτημα, το οποίο μάλιστα παίρνει τα πάνω του εντόνως, κατόπιν συνεχιζόμενων αποθεωτικών σχολίων εκ μέρους του εξειδικευμένου μουσικού τύπου: πρόκειται περί επαναδιαπραγμάτευσης του 1970s συνθοήχου ή μήπως περί στείρας αναπαραγωγής του –ειδικά για τον Oneohtrix Point Never; Όποιος διαθέτει απάντηση σοβαρών προθέσεων, παρακαλείται να μοιραστεί τη σοφία. Εάν τελοσπάντων θεωρεί πως το ερώτημα φέρει την παραμικρή αξία.
Ερώτημα-φάντασμα νούμερο δύο, το περί μονής διάστασης εναντίον ποικιλομορφίας. Τουτέστιν, δύναται κάποια απ’ τις δυο καταστάσεις να αναβλύσει αξία από μόνη της –ανεξαρτήτως πρόσημου; Μέχρι και φέτος ο κύριος Lopatin (το καθημερινό του Oneohtrix) παρήγαγε μονολιθικά συνθο-drones τα οποία προβάλλονταν στο άπειρο. Σαν προπέλες προώθησης διαστημό-πλοιου. Μόνο που εκεί έξω υπάρχει το κενό… Ακριβώς πάνω στο σκάσιμο τούτου του οξύμωρου θριαμβολόγησε το Rifts – το προηγούμενο άλμπουμ ή μάλλον συλλογή από άλμπουμ του Lopatin. Κίνηση και μαζί ψευδαίσθηση στασιμότητας, ή μήπως στασιμότητα και ψευδαίσθηση κίνησης; Καθείς εφ’ ω ετάχθη αγαπητοί μου…
Στην πορεία, βέβαια, μάλλον του έβαλαν ψύλλους στ’ αυτιά του ανθρώπου και είπε να το σπάσει κάπως το κόλπο, αντί να σηκώνει ακατάπαυστα τα μονολιθικά του ντρόνια. Εν ολίγοις, βάλε λίγη ποικιλία στη ζωή σου και τέτοια. Κι έτσι μπαίνει στον κατάλογο του Oneohtrix Point Never ο τίτλος Returnal… Με τον χαρακτηριστικό ήχο του παρόντα, αλλά και με εμπλουτισμένη θορυβοποιία αντί εισαγωγής, με συχνοτικά πειραγμένα φωνητικά και άλλα τινά, ως ενδείξεις μικρών μεν, σημαντικών δε διαφοροποιήσεων.
Όσον αφορά στα ήδη κατακτημένα, ακροάσου το “Describing Bodies”: ή αλλιώς ηχητικό εργαλείο λεπτομερούς χαρτογράφησης σώματος. Σημαδεύουμε με συνθο-σήματα την ανθρώπινη επιφάνεια που μας ενδιαφέρει, για να επεξεργαστούμε τις αντηχήσεις που επιστρέφοντας αγγίζουν το σώμα και τα ακουστικά μας νεύρα. Το συμπέρασμα δεν χρειάζεται ντε και καλά να οδηγήσει σε οπτικό ανάλογο. Ο ήχος ως αφή, η αφή ως ήχος, τελοσπάντων οι υπόγειες συνδέσεις των ανθρώπινων αισθήσεων.
Επί των διαφοροποιήσεων τρεις σημαίνουσες στάσεις: το λεπτομερειακό noise που στα σκάει απ’ το πρώτο νανοδευτερόλεπτο (πιθανός φόρος τιμής στο πειραματικό άντρο της Editions Mego, η οποία και ανέλαβε την κυκλοφορία). Τα α-λα-Knife ανδρόγυνα φωνητικά που αιωρούνται πάνω από συγκοπτόμενα drones (προκεχωρημένη electro pop σε άσμα ομώνυμο του άλμπουμ) και τα διάσπαρτα σταγονίδια απ’ το υποθαλάσσιο minimal techno των/του Gas, εκεί προς τα τελειώματα. Όλα τους ως τεχνητές προσθήκες/συνθετικά διαλείμματα στο γνώριμο κύριο σώμα του άλμπουμ. Κατά κύριο λόγο οριζόντιος ο εμπλουτισμός του, λοιπόν.
Να ’ναι όλα τούτα ηχητικό σαμποτάρισμα της νιτσεϊκής «αιώνιας επιστροφής», η οποία φαίνεται να έχει σημειολογικά πατήματα τόσο ελέω τίτλου (Returnal), όσο και λόγω της επιστρεφόμενης φύσης των ίδιων των drones; Ελπίζει σε ρήξη της αιώνιας υπαρξιακής λούπας ο στοχαστής Lopatin; Περιμένετε απάντηση τώρα; Ο μουσικός Oneohtrix Point Never, πάντως, κόβει εδώ σοβαρότατο άλμπουμ στιγμών, το οποίο διαθέτει κάποια ζητηματάκια συνοχής και ροής –ειδικά απ’ τη στιγμή που επιχειρεί εξελικτική μανούβρα με τη μέθοδο της σφήνας. Τη μια σε χάνει, την άλλη σε κάνει να χάνεσαι, μα κατά βάση δεν σου επιτρέπει να ξεκαθαρίσεις εντός σου τον διαχωρισμό…
- Πληροφορίες
- Κατηγορία: ΔΙΕΘΝΗ
Oneohtrix Point Never - Returnal
- Βαθμολογία: 7
- Καλλιτέχνης: Oneohtrix Point Never
- Label: Editions Mego
- Κυκλοφορία: Ιουλ-10