Αμερικάνοι και Άγγλοι νεολαίοι, ως συνήθως, ρίχνουν το ηχητικό γάντι. Οι αντίστοιχοι Γερμανοί το παίρνουν, το σηκώνουν, κι ενίοτε το αντιγυρίζουν στα μούτρα των πρώτων, βουτηγμένο στα τευτονικά σωματίδια… Έτσι λειτουργεί το ποπ κόλπο εδώ και τέσσερις δεκαετίες τουλάχιστον, για να μην αναμοχλεύσω παλιότερα τμήματα της ιστορίας και σπείρω άθελά μου τίποτα ρ-αρβύλες. Ας την πιάσουμε, λοιπόν, την άκρη απ’ το kraut rock και τον συθέμελο rock ‘n’ roll επαναπροσδιορισμό εκ μέρους της μεταπολεμικής γερμανικής γενιάς. Κατόπιν, γερή στάση στα σπασμένα τσιμέντα του Βερολινέζικου τείχους, υπό τους ήχους της κεντροευρωπαϊκής έκφανσης του Detroit techno, και τέρμα στο ίντικο μικρόβιο των καιρών μας –φιλτραρισμένο απ’ τους τεχνο-λογικούς συνεχιστές της εν λόγω γερμανικής γραμμής.

Εδώ είμαστε: πλάι στη minimal techno εξωστρέφεια του The Field (υπό την έννοια της προσβασιμότητας πέραν της σκληρής fun base του ιδιώματος), προσθέστε κι άλλο ένα καλλιτεχνικό ονοματάκι –αν δεν το έχετε ήδη κάνει δηλαδή. Πριγκηπικό τούτη τη φορά. Σέρνει μαζί του δυο-τρία ακόμα ψευδώνυμα ο κύριος Hendrik Weber, μα το Pantha Du Prince έμελλε να αποτελέσει το όχημα προς την ευρύτερη αναγνώριση. Τούτο, άλλωστε, είναι πατημένο στις ράχες τόσο του Diamond Daze όσο και του This Bliss –τα δυο προηγούμενα άλμπουμ του, με χρονολογική σειρά. Κι αν η ονοματοδοσία του πρώτου διαθέτει κάτι από παλιοροκάδικο ηλεκτρισμό (όχι πως έχει σχέση το περιεχόμενο), το πράγμα συγχρονίζει ελαφρώς και σημειολογικά με τα δεύτερα βαφτίσια. This Bliss, δηλαδή σα να λέμε ατέρμονες ευδαιμονικές κλιμακώσεις κομπιουτερίστικου shoegaze.

Ας αφήσουμε, όμως, οπτικές εικασίες και εύκολες γενικεύσεις κατά μέρος. Και παρακαλώ ας μην αδειάσουμε τον Pantha πλάι στα φορμαλιστικά φρούτα της νέας χιλιετίας –βλέπε ηλεκτρονικά ρομάντζα με ήρωες τους Ride και τους Slowdive ή κάποια εκσυγχρονισμένα techno/house στανταράκια. Ολίγον αισθηματίας είναι ο άνθρωπος, όχι κανένας στυγνός συναισθηματικός εκβιαστής. Αφήστε που ξέρει να καναλάρει τα ζητηματάκια του και βήμα-βήμα να τα σπρώχνει παρακάτω.

Δίνω εξηγήσεις: «Black Noise», ως επιστημονικός όρος, είναι και η σιωπή η ίδια. Μην σκέφτεστε με απόλυτους όρους γιατί δεν υπάρχουν τέτοιοι. Ακόμα και σε τέτοιες καταστάσεις παρατηρούνται ανεπαίσθητοι κυματισμοί. Το κόλπο λειτουργεί σε μίκρο επίπεδα ακόμα κι αν εμείς το αντιλαμβανόμαστε διαφορετικά. Το φετινό ομώνυμο άλμπουμ, λοιπόν, σου χαρίζει την (ψευδ)αίσθηση της μετακίνησης ανάμεσα σ’ αυτές τις πραγματικότητες (μίκρο και ανθρώπινη). Τέτοιο λεπτομερή ρυθμικό προγραμματισμό μονάχα οι ημίθεοι Autechre. Και δεν αναφέρομαι σε πολυρυθμίες, προϊόντα έρευνας του κάθε χτυπημένου παραγωγού ανά τον πλανήτη (ο αγαπητός Shackleton για παράδειγμα). Μιλάω για βασικά, Δυτικά κατά κύριο λόγο, ρυθμικά σχήματα. Τόσο εξονυχιστικά δομημένα ώστε απ’ τη μια να αντιλαμβάνεσαι ανά πάσα στιγμή την κάθε τους λεπτομέρεια, κι απ’ την άλλη να τα βιώνεις στο σύνολό τους.

Μια απ’ τα ίδια για τις μελωδίες. Ποσώς με απασχολεί σε επίπεδο φυσικής παρουσίας η συμμετοχή του Noah Lennox των Animal Collective. Πέραν από το indie τυράκι για τα πλήθη δεν έχει να προσφέρει το παραμικρό. Ο τρόπος όμως που η γνωστή κολεκτίβα μετέρχεται της μελωδίας, λες και ψεκάζει σταγονίδια ήχου στον χώρο, είναι πανταχού παρών καθ’ όλη τη διάρκεια του άλμπουμ. Ο Pantha, βέβαια, όπως και με τους ρυθμούς του, μικρομελωδεί ως ψυχωτικός λεπτολόγος και σε αφήνει να αντιληφθείς τόσο τη διαδικασία όσο και τη μεγάλη εικόνα. Θολούρα, παραζάλη και λοιπά υπνωτιστικά, ειδικά αν προσθέσεις τις λούπες, και ταυτόχρονα ξαστεριά, καθαρά πατήματα, ακριβολογία. Στο “Stick By My Side” μονάχα ομολογώ πως πιθηκίζει αγαπησιάρικα τους προαναφερθέντες indie πατριάρχες, χρησιμοποιώντας την τελευταία τους σοδειά, μα δεν νομίζω πως ένα έρμο σουξεδάκι χάλασε ποτέ κανέναν –άσε που μετράει κοντά οχτώ λεπτά σε διάρκεια.

Ολόκληρο το Black Noise του Pantha Du Prince στήνεται πάνω στη σπουδή των παραδοσιακών εννοιών μελωδίας/ρυθμού, συν στο παιχνίδι με τη φύση τους. Πώς μασκαρεύεις, λοιπόν, τη μελωδία σε ρυθμό και τούμπαλιν, για να καταλήξεις με εκείνη την αίσθηση της αέναης κίνησης, αν και στην πράξη κάθε φορά ανακυκλώνεις έναν μικρό αριθμό θεμάτων; Αναπτύσσεις ως συνήθως τις ιδέες σου σε παράλληλα επίπεδα, επαναφέροντάς τις με αλλαγμένη μορφή, ενώ την ίδια στιγμή μετασχηματίζεις σε πραγματικό χρόνο τις μελωδίες σε ρυθμούς ή και το ανάποδο. Όταν η τεχνολογία σου προσφέρει άπειρες δυνατότητες όσον αφορά στην υφή των ήχων, επανατοποθετείς τα παλιά όρια και φτιάχνεις ποπ μουσική για τη γενιά σου. Αρκεί να το 'χεις, βέβαια...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured