Φέτος το Μπορντό της Γαλλίας, εκτός από τις ονομαστές ποικιλίες οίνου, εξάγει και το δεύτερο άλμπουμ των Year Of No Light. Μιας παρέας που, όπως αναφέρει και το βιογραφικό της, ξεκίνησε σαν μια έκλαμψη στο μυαλό πέντε μουσικών οι οποίοι είχαν καταναλώσει ποτάμια βέλγικης μπίρας (ντροπή και προδοσία) κάτω από τον ήλιο του καλοκαιριού του 2001. Από το 2001 λοιπόν μέχρι τώρα, μετράμε μερικά split άλμπουμ και κάποια demos, αναπόφευκτες αλλαγές στο line-up (μιλάμε για metal μπάντα), ένα ντεμπούτο (Nord, 2006), ενώ φέτος έχουμε στα χέρια μας τον δεύτερο –instrumental αυτή τη φορά– δίσκο των Year Of No Light, με τίτλο Ausserwelt.

To εξώφυλλο απεικονίζει ένα νησί στη μέση του πουθενά –σαν μια οφθαλμαπάτη την οποία θα μπορούσε να έχει ένας ταλαίπωρος ναυαγός μετά από μέρες παραμονής σε μια σχεδία. Ένα νησί που κάπου στο κέντρο του υπάρχει ένα κλειστοφοβικό δάσος, γεμάτο αχλή και απειλητική ακινησία. Κάπως έτσι ξεκινά και το άλμπουμ, με μια υποβλητική μουσική που «ντύνει» ακριβώς την παραπάνω εικόνα, το νησί που βλέπεις από μακριά, στο οποίο και αποφασίζεις να προσεγγίσεις. Τέσσερα οργανικά μέρη γεμάτα αργόσυρτες ατμοσφαιρικές κιθάρες και metalgaze riffs, που ξεκινούν ήρεμα και κλιμακώνονται σταθερά. Drone τελειώματα, black metal αναφορές αλλά και ambient αποχρώσεις.

Όμως, καθώς η ακρόαση προχωράει, δεν είναι τελικά οι πλούσιες κιθάρες που κρατούν τα ηνία του δίσκου, αλλά τα drums. Τα οποία μπαίνουν δυναμικά ειδικά στο δεύτερο μέρος και χτίζουν το «σώμα» της μελωδίας, με τα υπόλοιπα όργανα να ακολουθούν, χορεύοντας τον επιβλητικό ρυθμό τους. Οι ηλεκτρονικές παρεμβάσεις είναι ιδιαίτερα διακριτικές –όπως λ.χ. ο ηλεκτρονικός βόμβος που διατρέχει σχεδόν όλο το Ausserwelt– και φαίνεται καθαρά πως λειτουργούν συμπληρωματικά. Η απουσία των φωνητικών δεν ξενίζει τον ακροατή, κάποιες ωστόσο φορές γίνεται εύκολα ένα αδύνατο σημείο για τον δίσκο, από την στιγμή που η προσπάθεια των υπόλοιπων οργάνων για υπερκάλυψη του όποιου «κενού» γίνεται με υπερβολικό ζήλο, καταλήγοντας σε φλυαρία, που εμπεριέχει μάλιστα σε μεγάλο βαθμό το στοιχείο της επίδειξης. Ομοίως, οι επαναλήψεις των –κατά τα άλλα μελωδικότατων– μοτίβων, σε συνδυασμό με την πολύ αργή κορύφωσή τους, δημιουργούν κάποτε μια αίσθηση κούρασης.

Ωστόσο, η εικόνα του περίεργου νησιού που σε προκαλεί να το επισκεφθείς ή να το ξεχάσεις για πάντα σαν μια εικόνα ενός εφιάλτη, είναι ακόμα εκεί όταν τελειώνει η μουσική. Ο δίσκος που έφτιαξε η παρέα από το Μπορντό είναι ιδιαίτερα ατμοσφαιρικός και περνάει ισορροπημένα από πολλά παρακλάδια του metal, με πολύ όμορφο τρόπο.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured