Περιεργάζομαι τη γεωμετρία του εξώφυλλου και σκέφτομαι Autechre, Amon Tobin και συναφή ηλεκτρονικά εγκεφαλογραφήματα. Intelligent Dance Music, τελοσπάντων, λες και το ιδίωμα διαθέτει την αποκλειστικότητα στην ευφυΐα κι όλοι οι άλλοι την παλεύουν με IQ ραδικιού, που λέει κι ο Aphex Twin. Πώς βαδίζει τούτο το κόλπο, λοιπόν, τώρα που τα μεγάλα μαστόρια της δεκαετίας του ενενήντα έχουνε φορτωθεί τα χρόνια στην πλάτη και η πάλαι ποτέ κραταιά Warp έχει στραφεί ψυχή(;) τε και σώματι στην αγορά του σουβενίρ (συλλογές, συλλεκτικές εκδόσεις και λοιπά συναισθηματικά); Ρίχνω μια ματιά και στα χρώματα και βλέπω τη μουντίλα της βασικής ασπρόμαυρης διχρωμίας, να σπάει ενίοτε απ' τη μουντίλα του γκρίζου. Τελικά δεν είναι λίγα τα τέκνα της κεντρικής Ευρώπης –κι όχι μόνο– τα οποία μέχρι και σήμερα οχυρώνονται στις πιο σκούρες περιοχές της electronica. Απαραίτητη σημείωση: φιλοδοξώντας να λεπτολογήσουν πάνω στις επιφάνειές της, αντί να φωνασκούν προβοκατόρικα «πάρε να 'χεις», όπως οι goth συντοπίτες τους.

Καλή ώρα οι Βερολινέζοι κύριοι κύριοι Polkowski και Prusseit, οι οποίοι ή ουδέποτε τα πήγαν καλά με την έννοια του άλμπουμ κι είχαν διαφορετικού τύπου προτεραιότητες ή που κάποια στιγμή σιχτίρισαν τους ομοεθνείς τους εταιριάρχες (εναλλακτικούς και μη), βρίσκοντας διέξοδο στη δικιά μας νεότευκτη Impulsive Art. Κι όλα αυτά γιατί ενώ έχουν να επιδείξουν ουκ ολίγα EP, remixes και σκόρπια κομμάτια σε συλλογές, έπρεπε να καβατζάρουν μια ολόκληρη δεκαετία ύπαρξης μέχρι να φτάσουν στην πρώτη φουλ κυκλοφορία τους. Το Trigger Event των Atmogat επαληθεύει λοιπόν σχεδόν μέχρι κεραίας τις εισαγωγικές μου εικασίες με βάση την πρώτη οπτική επαφή. Άντε κατόπιν των ακροάσεων να προσθέτει και μερικές μετα-βιομηχανικές σφήνες, συν αυτόν τον ambient αιθέρα, ο οποίος στο κάτω-κάτω κυκλώνει τις περισσότερες απ' τις απόπειρες της κατηγορίας. Εν ολίγοις, μην αναμένετε εκπλήξεις, το πράμα κυλάει όπως επιτάσσει το dark IDM κανονιστικό πλαίσιο. Όχι πως τούτο το τελευταίο αποτελεί κάποιου τύπου αφορισμό για οποιονδήποτε επιλέγει περπατημένες διαδρομές. Έτσι κι αλλιώς πάντα θα υφίσταται αυτό που λέμε προσωπικός τρόπος.

Αναμείνατε, όμως, κατά κύριο λόγο, ρυθμικό προγραμματισμό υπνωτιστικών δυνάμεων (πιο έντονες οι στιγμές διαφυγής απ' την απλοϊκότητα), εμπλουτισμένη αποθήκη drones (από στάνταρ πράγματα μέχρι μπουρούδες πλοίων-φαντασμάτων) και διάσπαρτες μικρο-μελωδίες απ' τα σίνθια. Όλα τους καλώς καμωμένα, μα και με τους δείκτες να δείχνουν σταθερά προς παρελθοντικές κατευθύνσεις και ήδη μορφοποιημένες σταθερές. Ύστερα, βέβαια, υφίσταται και μια πιο θεωρητική διάσταση του άλμπουμ, η οποία αναπαράγει ηχητικό λογύδριο περί αστικών τοπίων, αρχιτεκτονικών σχεδιασμών και νυχτερινών διαδρομών στους ιστούς των μητροπόλεων. Ειδικά αυτή, προσωπικά τη βρίσκω από κουραστική μέχρι πλαδαρή, κυρίως όταν επηρεάζει και πρακτικά το τελικό αποτέλεσμα. Ας μπει κάποια στιγμή μια τελεία στη χρονίζουσα συνταγούλα του «αφουγκραζόμαστε την πόλη» και την αναδομούμε με τα beats και τις ατμόσφαιρες των υπολογιστών μας, πάνω-κάτω όλοι με τον ίδιο τρόπο. Εκτός εάν οι πόλεις μας δεν είναι ζώντες οργανισμοί που εξελίσσονται, αλλάζουν, προχωρούν ή κάνουν βήματα πίσω, και τις αντιλαμβανόμαστε ως τίποτα κλινικές σταθερές, με απαράλλαχτο ηχητικό αποτύπωμα.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured