Όταν ανακατεύεσαι με την κυρίαρχη, ανά εποχή, εκδοχή της pop/rock, αυτής που έχει καταγράψει υψηλές επιδόσεις στον στίβο της μουσικής μόδας, θα πρέπει να έχεις κατά νου τέσσερα βασικά πράγματα. Πρώτον, να καταφέρεις να πιάσεις σωστά τους κραδασμούς της εποχής, να κυκλώσεις δηλαδή τα ακούσματα της περιόδου και να τρυγήσεις από τους καρπούς τους (όσους μπορείς να προσαρμόσεις στο δικό σου ρεπερτόριο), ώστε να μην κατηγορηθείς ως υποκλοπέας. Δεύτερον, να λειάνεις τις όποιες αιχμηρές επιφάνειες δημιουργηθούν, όσες δεν μπορούν να μεταφερθούν εύκολα στους μεγακύκλους των FM ραδιοκυμάτων. Και, τρίτον, να βρεις έναν καλό μάνατζερ και έναν ικανό παραγωγό για τον δίσκο σου (η σειρά των παραπάνω βέβαια τη σήμερον ημέρα τείνει να αλλάζει, με το τρίτο βήμα να εμφανίζεται συχνά ως πρώτο… σημάδια των καιρών ίσως). Σκοπίμως άφησα τελευταίο το τέταρτο στάδιο, το να προσθέσεις δηλαδή στο όλο μείγμα κάποια στοιχεία προσωπικής έμπνευσης ώστε να ελπίζεις ότι θα αφήσεις, κάπου, κάποτε και το δικό σου στίγμα, γιατί μάλλον δεν ταιριάζει στην παρουσιαζόμενη περίπτωση.

Οι Myriad Creatures, λοιπόν, είναι τέσσερεις νεαροί Λονδρέζοι οι οποίοι αποφάσισαν να μετακομίσουν στο Βερολίνο για να αναζητήσουν εκεί την καλλιτεχνική τους τύχη. Στην σελίδα που διατηρούν στο MySpace, βέβαια, περιγράφουν την εν λόγω διαδρομή τους αρκετά ονειρικά, αλλά εμείς ας κρατήσουμε απλά το 2007 σαν χρονιά έναρξης των εργασιών τους και το ότι το Right Way To Do Wrong είναι το πρώτο τους δισκογραφικό εγχείρημα. Φαίνεται ότι τα τρία προαναφερθέντα στάδια είναι καταχωρημένα στο μυαλό τους κι έτσι η μουσική τους λαμβάνει αρκετά δάνεια από συγκροτήματα όπως οι Killers, οι Last Shadow Puppets, οι Kooks ή οι Franz Ferdinand, μεταφερόμενα όμως σε ένα ελαφρώς άχρωμο μουσικό υβρίδιο που, από ότι φαίνεται, έχει μυριάδες εκφραστές τελευταία. Κιθαριστική pop, με άλλα λόγια, πότε γλυκιά και (δήθεν) εύθραυστη και πότε πιο σπινταριστή. Η αρκετά καλή παραγωγή του Gordon Raphael μεταφέρει στις πιο δυνατές στιγμές του δίσκου μια υποψία από Strokes – σε μια πιο συγκρατημένη εκδοχή τους (ο Raphael άλλωστε έγινε γνωστός από τη δουλειά του στους δύο πρώτους δίσκους των Νεοϋορκέζων). Κάτι που διαφαίνεται αρχικά σε κάποια σημεία του δεύτερου κομματιού, “Final Call”, και γίνεται κατόπιν εύγλωττο στο “Colours”, το οποίο αποτελεί μια από τις τρεις ενδιαφέρουσες (έως καλές) συνθέσεις του δίσκου, μαζί με το “Crushed Spiders” και το “Doctor Faustus” – για το οποίο θα ξεπεράσω το θέμα που ανακύπτει από την τοποθέτηση μιας λογοτεχνικής βιτρίνας εν ίδει κουλτουριάρικης κάλυψης.

Κατά τ’ άλλα όμως, το Right Way To Do Wrong βρίσκει τους Myriad Creatures βουτηγμένους στη μετριότητα, με την πρωτοτυπία να απουσιάζει θεαματικά. Δεν έγκειται όμως μόνο εκεί το πρόβλημα. Οι περισσότερες συνθέσεις αδυνατούν να σταθούν αξιοπρεπώς, ίσως γιατί έχουν λειάνει υπερβολικά τις μουσικές τους επιφάνειες, πράγμα που τις καθιστά λιγάκι μαλθακές (για να το θέσω εύσχημα). Επιπλέον τα τραγούδια προκύπτουν άτολμα, με την έννοια της όποιας άποψης να απουσιάζει πλήρως, αφήνοντας τα έτσι χωρίς ταυτότητα, ενώ η συνολική τους προσέγγισή (μια προσπάθεια να μεταμορφωθεί το άλλοτε εναλλακτικό rock σε κάτι πιο mainstream) τελικά δεν βρίσκει τον επιθυμητό στόχο. Ή θα τον βρει εάν πάει καλά στα charts;

Κάπου εδώ νομίζω πως πρέπει να γίνει ο καθορισμός αυτού του στόχου και πιθανότατα, τώρα που το σκέφτομαι, αυτός τον οποίον είχαν τούτοι οι Άγγλοι κατά νου δεν συμβαδίζει με τις δικές μου αξιώσεις από έναν δίσκο. Γιατί μπορώ, σαν ακροατής, να δεχτώ μια δουλειά που δεν στοχεύει στην πρωτοπορία αν διαθέτει ένα ψήγμα (τουλάχιστον) εκλεκτικότητας, προσωπικής άποψης ή έστω αν σε αυτήν στριμώχνονται τραγούδια με τα οποία μπορείς να διασκεδάσεις, αψηφώντας τα παραπάνω. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει για την άχρωμη μουσική των Myriad Creatures. Άρα λοιπόν ο τίτλος The Right Way To Do Wrong μπορεί, εν μέρει, να έχει μια βάση, αν θεωρήσουμε ως wrong το να βγαίνεις στο μουσικό στερέωμα με μοναδικό καλλιτεχνικό σκοπό να ταιριάζει η μουσική που παίζεις με τα trendy ρούχα που φοράς – και ως Right Way To Do Wrong επομένως την επίτευξη του ως άνω στόχου, έστω και μέσω αναμετάδοσης δοκιμασμένων (από άλλους) συνταγών επιτυχίας.

Αν το δει κανείς το θέμα κάπως έτσι, ο δίσκος ίσως καταφέρει να αγγίξει την μετριότητα κι αυτό γιατί θα διαφανεί τουλάχιστον η εκπλήρωση ενός κάποιου στόχου. Το αν είναι αυτός ο σωστός τρόπος να αντιμετωπίζει κανείς τη μουσική δεν είμαι εγώ κατάλληλος να κρίνω (και το χειρότερο είναι ότι δεν ξέρω αν μπορεί να είναι και κάποιος). Για τα δικά μου ακουστικά μέτρα και ποιοτικά σταθμά πάντως, οι συμπαθέστατοι κατά τα άλλα κύριοι Myriad Creatures μένουν μετεξεταστέοι. «Ραντεβού τον Σεπτέμβρη», λοιπόν, όπως μας απειλούσαν οι στριφνοί καθηγητές μας στα χρόνια της μαθητικής μας νιότης…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured