Το κλειδί στην κατανόηση αυτού του δίσκου είναι ο τίτλος του. Θα πρέπει κάποιος να γνωρίζει την πορεία του Atzmon για να μην εκλάβει την εδώ προσπάθειά του απλώς σαν αναπαλαίωση παλαιότερων δομών της jazz φιλολογίας. Εκεί βέβαια που κανείς δεν θα μπερδευτεί είναι στην τεχνική του κατάρτιση, τόσο στο τενόρο σαξόφωνο όσο και στις ενορχηστρώσεις. Οι Άγγλοι τον προσέχουν ως αδάμαντα μιας και είναι γνωστό ότι στην jazz οι περγαμηνές τους φτάνουν κυρίως μέχρι το καλό swing – ειδικότερα στον αυτοσχεδιασμό η Γηραιά Αλβιόνα, εκτός μεμονωμένων περιπτώσεων (οι οποίες σχετίζονται κυρίως με το πώς εξελίχθηκε η post-industrial σκηνή της δεκαετίας του 1980), δεν έχουν να επιδείξουν πολλούς ξιφομάχους. Ακόμα λοιπόν και η κινούμενη στη λεπτή κλωστή του πολιτικού ακτιβισμού φιγούρα του Atzmon αποτελεί παρακαταθήκη για την αγγλική σκηνή. Ουδόλως τυχαίως έχουν έρθει οι συνεργασίες του με τον (sir) Paul McCartney, τον Robert Wyatt, αλλά και τον Ian Dury με τους Blockheads του. Ο Atzmon, από την άλλη, έχει επιλέξει μία πορεία που έχει αγκάθια – και για να είμαστε ειλικρινείς μόνο η Αγγλία θα μπορούσε να φιλοξενήσει την περσόνα αυτή: αν και ισραηλινής καταγωγής είναι βαθύτατα αντισιωνιστής, θέση που εκφράζει είτε σε συνεντεύξεις είτε μέσω βιβλίων του – εξέχον το «Οδηγός Για Το Perplexed» (2001), όπου και θέτει τα ζητήματα της Παλαιστίνης στο 2052 και με αντιστροφή των ρόλων για το δίδυμο Ισραηλινοί/Παλαιστίνιοι.
Τι κάνει λοιπόν ένας αντιφρονούντας Ισραηλινός όταν επισκέπτεται την Αμερική των ονείρων του; Θα παραθέσουμε τα λόγια του ίδιου του δημιουργού για να γίνει κατανοητή η ψυχολογία του αλλά και ο ψυχισμός του In Loving Memory of America: «Σοκαρίστηκα. Δεν βρήκα αυτό που περίμενα. Δεν πήγα στις Η.Π.Α. έφηβος, ώστε να φαντάζομαι απέραντους δρόμους όπου θα γυρνώ σαν μπίτνικ, ούτε και περίμενα ότι άμα μπω στο Birdland θα δω γηραιούς τζαζίστες να περιμένουν την έλευσή μου για να παίξουν αυθεντική be bop. Σοκαρίστηκα όπως σοκάρεται πιστεύω κάθε Δυτικός που πηγαίνοντας στην Αμερική βλέπει ότι η χώρα των ονείρων του είτε δεν υπάρχει πια, είτε δεν υπήρχε πια». Κλασική και φυσιολογική αντίδραση κάθε Ευρωπαίου μπροστά στον πολιτιστικό τυφώνα των Η.Π.Α. Ο Atzmon λοιπόν αποφάσισε να φτιάξει ό,τι δηλώνει ο τίτλος του νέου του δίσκου: ένα soundtrack της χώρας. Ονειρικής ή όχι δεν τον απασχολεί, όχι πια τουλάχιστον…
Ο Atzmon στοχάζεται πάνω σε τρεις μουσικούς άξονες. Αυτόν του Charlie Parker, αυτόν της δημιουργικής μουσικής των τελών της δεκαετίας του 1960 και τέλος αυτόν του διαφυλετισμού, όπως εκφράστηκε στην αμερικάνικη ενδοκοινωνικη δομή μέσω της μουσικής. Η ομώνυμη του τίτλου σύνθεση αλλά και το “Call Me Stupid, Ungrateful, Vicious & Insatiable” είναι χαρακτηριστικές του τελευταίου σκέλους. Στο πρώτο (“In Loving Memory Of America”) ουσιαστικά έχουμε να κάνουμε με field recordings που πάνω τους περνάει ο Atzmon ένα άρωμα από τις βασανισμένες γαίες ενώ στο “Call Me…” έχουμε να κάνουμε με μία ανάπτυξη καθαρόαιμης γίντις μελωδικής κλίμακας. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι, κατά μία έννοια, ο John Zorn έχει αναπτύξει θαυμάσια τη συγκεκριμένη λογική μέσω της μακροσκελέστατης δισκογραφίας των Massada, η οποία ήταν αποκλειστικά ταγμένη σε αυτή την κατεύθυνση. Με μία αναφορά στο διαφυλετικό ζήτημα αλλά και θαύμα (την ίδια στιγμή) των Η.Π.Α. κλείνει και ο δίσκος. Μία μελωδία του Τείχους των Δακρύων, θα έλεγες, της οποίας το υπογάστριο χτυπάει σε urban μεταλλική ρυθμολογία, μετατρέπεται σε chicano/latin ανάταση – πείραμα που, κατά την ταπεινή μου άποψη, ενώ πέτυχε ενορχηστρωτικά αφήνει αισθητικά κενά στις γέφυρες πολιτισμού τις οποίες χτίζει.
Πήγαμε λίγο ανάποδα αλλά ήρθαν τα λόγια μας έτσι και αφήσαμε μερικές θαυμάσιες συνθέσεις εκτός της κουβέντας. Και θα ήταν κατάφορη αδικία να μην αναφερθούμε σε αυτό το πολύ ζυγισμένο, καλοπαιγμένο (αν και με μία απίστευτη εμμονή στο Μι) ηχογράφημα του Atzmon, όταν καταπιάνεται με τον Charlie Parker και όλη τη σχολή που ανέδειξε η εν Γαλλία μετακομίσασα ιντελιγκέντσια της αμερικάνικης jazz στη δεκαετία του 1950 (εξ ου και το θαυμάσιο “April In Paris”). Ο Atzmon ενδιαφέρεται κυρίως για τα μελωδικά περάσματα του Parker και αυτό είναι λογικό, μιας και ασχολείται με τον χώρο της μνήμης και αυτή την ατμόσφαιρα θέλει να μεταφέρει. Τα έγχορδα που φτιάχνουν το δικό τους κόσμο πίσω από την κλασική jazz μπάντα του ισορροπούν ανάμεσα στον Bernstain και στον ευρωπαϊκό νεορομαντισμό – όπως αυτός εκφράστηκε στα πρώτα χρόνια της ECM – και αυτό αποτελεί ένα καλοδεχούμενο πείραμα, πόσο μάλλον από τη στιγμή που ο Atzmon πετυχαίνει στους σκοπούς του.
Συνολικά, το In Loving Memory Of America είναι από τις πλέον ολοκληρωμένες καταθέσεις του 2009 στον χώρο της δημιουργικής μουσικής και ας ακούγεται καθαρός από αυτοσχεδιασμό ο δίσκος του Gillad Atzmon. Ουσιαστικά περί πειράματος πρόκειται, το οποίο ναι μεν ξεκίνησε στον χώρο του συναισθήματος αλλά μετά (και σοφά), όταν ήρθε η ώρα της ενορχήστρωσης, ο Atzmon το μετέτρεψε σε εργαστήριο παραγωγής αρωμάτων, όπου η κάθε σταγόνα συστατικού παίζει καταλυτικά το ρόλο της. Τα καλά νέα είναι ότι το άρωμα της Αμερικής που ήθελε να κατασκευάσει του πέτυχε.
- Πληροφορίες
- Κατηγορία: ΔΙΕΘΝΗ
Gilad Atzmon - In Loving Memory Of America
- Βαθμολογία: 7
- Καλλιτέχνης: Gilad Atzmon
- Label: Enja/A&N
- Κυκλοφορία: Απρ-09