Δεν ήμουν ανάμεσα σε όσους υποδέχτηκαν τον James Blunt στη δισκογραφία με ενθουσιασμό, αν και παραδέχομαι ότι το Back To Bedlam περιείχε και κάποια τραγούδια πιο όμορφα από τα διάφορα “You’re Beautiful” - τα οποία παίχτηκαν σε βαθμό κορεσμού και στη χώρα μας. Για τον λόγο αυτό ομολογώ πως ξεκίνησα λίγο «μαγκωμένος» να ακούσω το νέο album του πρώην στρατιωτικού και νυν τραγουδοποιού, μόνο και μόνο όμως για να βρεθώ να αφοπλίζομαι ήδη από το πρώτο τραγούδι.

Το εναρκτήριο “1973” δεν είναι μόνο μία από τις καλύτερες στιγμές του All The Lost Souls, αλλά και ένα track στρατηγικά τοποθετημένο έτσι ώστε να δίνει το στίγμα του album, μεταφέροντάς σε στον κόσμο της αγγλοσαξονικής τραγουδοποιίας της δεκαετίας του 1970, όπως την εκπροσώπησαν καλλιτέχνες σαν τον Al Stewart, τον Leo Sayer ή τον Paul McCartney - ονόματα δηλαδή με ένα πιο pop και μαζικό πρόσωπο, τα οποία όμως έκαναν σπουδαία πράγματα στο πλαίσιο που διάλεξαν να κινηθούν. Στο κλίμα αυτό ακολουθούν και άλλες όμορφες στιγμές σε βρετανική μπαλαντοειδή φόρμα, με μελαγχολικούς τόνους και φθινοπωρινά χρώματα, όπως λ.χ. το “One Of The Brightest Stars”, το “Carry You Home” ή το “Annie”. Ο δύσπιστος βέβαια εαυτός σου αναμένει το All The Lost Souls να κάνει κοιλιά εκεί προς το φινάλε, καταφεύγοντας σε τραγούδια-γεμίσματα, πράγμα όμως που δεν συμβαίνει ποτέ. Αντιθέτως, το album διατηρεί τον χαρακτήρα του και τη ζωτικότητα της έμπνευσής του αλώβητη. Και όχι μόνο αυτό, αλλά αποδεικνύεται και εξαιρετική συντροφιά για εκείνα τα βαριά απογεύματα, όταν νιώθεις πως ο ουρανός έχει πέσει στο κεφάλι σου και καμία μουσική από όσες έχεις μαζέψει δεν ταιριάζει για soundtrack της στιγμής.

Κάπως έτσι ο James Blunt αποδεικνύει, αφενός, πως η επιτυχία δεν τον βάρεσε στο κεφάλι και, αφετέρου, ότι θα ήταν δικό μας λάθος αν τον εντάξουμε κάπου με βάση την επιτυχία του “You’re Beautiful” και μόνο. Αναμφίβολα - πράγμα που αποδεικνύει και η νέα του δουλειά - η δημιουργική του δύναμη διαθέτει μια οροφή που τον εμποδίζει να αγγίξει το σπουδαίο, ενώ η πρότασή του ίσως να ηχεί πολύ στρογγυλεμένη και με καθάριες γραμμές (ό,τι δηλαδή εννοούν στις ΗΠΑ όταν μιλάνε για «adult» pop/rock ήχο) ώστε να εκτιμηθεί και στους πιο alternative κύκλους. Είναι όμως μια πρόταση αξιόλογη και καλαίσθητη, που τιμά τις δικές του ηχητικές αναφορές και τους δικούς του μουσικούς ήρωες, ενώ συνάμα πετυχαίνει να κινηθεί σε ένα ανώτερο αισθητικό επίπεδο από το μοσχοπουλημένο ντεμπούτο του.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured