Τα τρία αδέρφια, έπειτα από 4 χρόνια, λύνουν τη σιωπή τους και δίνουν 13 νέες συνθέσεις που αποδεικνύουν ότι οι πιτσιρικάδες του skate-ύμνου MMMBop έχουν μεγαλώσει και ωριμάσει, στιχουργικά και μουσικά...

Οk, σταματάω εδώ -είπα να κάνω πλάκα αλλά έχει αρχίσει να με πιάνει φαγούρα στον εγκέφαλο. Και πιστέψτε με, το ακούω κιόλας. Απορώ με τους υπόλοιπους συναβοπολίτες που δεν έσπευσαν να αρπάξουν το cd και συνάμα αυτή τη μεγάλη ευκαιρία: να κράξει κανείς ανελέητα, να βγάλει όλη του τη χολή, να κάνει αυτό που κάθε μουσικοκριτικός αγαπάει να κάνει και να μην νιώσει ίχνος τύψεων ή αίσθημα κακεντρέχειας (σημ. αρχισυντάκτη: με άγριες διαθέσεις μας ήρθες!).

Δεν περίμενα λοιπόν αυτό το «προτιγανισμένο» τρίο να συνεχίσει να επιτίθεται στη μουσική βιομηχανία και περισσότερο δεν περιμένα να έχει σύμμαχο την Cooking Vinyl. Παραθέτω λοιπόν επί λέξει και όπως ακριβώς είναι γραμμένο στη βιογραφία τους απο το site της εταιρίας, την παρακάτω παράγραφο (το πολύ πολύ να κατηγορηθώ για πλαγιαρισμό):

«Η πολυαναμενόμενη κυκλοφορία του επικού τρίτου στούντιο άλμπουμ τους, τρία χρόνια χρειάστηκαν για την ολοκλήρωση του, Underneath, στην δική τους 3CG Records, υπόσχεται μία ακόμα σεισμική αλλαγή στο συνεσταλμένο εταιριακό τοπίο της ποπ μουσικής. Η πρωτοποριακή διανοητικότητα που οδήγησε το γκρουπ στην απόφαση να εκδόσει τις δικές του ανεξάρτητες κυκλοφορίες στις αρχές των 90’s (των οποίων το υλικό έδωσε αργότερα πολλά hit singles) έχει ομοίως εμπνεύσει την απόφαση τους να κυκλοφορήσουν το Underneath μόνοι τους, αλλά αυτή τη φορά σε παγκόσμια κλίμακα.»

Μετά από αυτά τα άκρως αποκαλυπτικά, για τα νέα γούστα της Cooking Vinyl, σχόλια επί του προκειμένου, ας αναφερθώ και στο περιεχόμενο του πιο συγκεκριμένα. Το Underneath δεν είναι τίποτα παραπάνω από φτηνό κολεγιακό pop-rock (όχι μην σκέφτεστε Weezer ή Nada Surf) με φανερή την έλλειψη έμπνευσης, ευρηματικότητας και φαντασίας. Ρηχές μπαλάντες, πολυφορεμένα riffακια στις πιο “παιχνιδιάρικες” στιγμές του, που ακόμα και ο Steve Albini να αναλάμβανε να σουλουπώσει, λίγα θα κατάφερνε. Ίσως αυτό να είναι και το μοναδικό ελαφρυντικό τους, το ότι ανέλαβαν οι ίδιοι την παραγωγή τους τελικού αποτελέσματος. Πέραν τούτου ουδής λόγως ύπαρξης αυτής της κυκλοφορίας. Άραγε το κοινό της Avril Lavigne τους ανέχεται;

Αν αυτός ο δίσκος λοιπόν απευθύνεται στη σημερινή ανήλικη-εφηβική νεολαία (γιατί βεβαίως παραπάνω δεν μπορεί και δεν δικαιούται να φτάσει), τότε χίλιες φορές καλύτερα να τρώμε στη μάπα το Fame Story και τη Eurovision!

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured