Στο “Real Gone” στο ίδιο και αυτό πρόσωπο/δημιουργό – αυτού του Tom Waits φυσικά – ενυπάρχουν δύο φύσεις, θελήσεις και ενέργειες. Μόνο που η μία από αυτές, όπως θεατρικά εξωκόσμια, γκροτέσκα δαιμονική, σχεδόν υπερρεαλιστική κυριαρχεί από πλευράς εντυπώσεων – και λόγω εγγενούς υπερβολής – πάνω στην άλλη (φύση, θέληση, ενέργεια), η οποία είναι οικεία, γήινη, πονεμένα ρομαντική, άμεσα ανθρώπινη (μόναξιά, πόνος, χαμένη αγάπη, θάνατος).
Η πρώτη φύση – αυτή που κυριαρχεί – είναι μεταμορφωμένη μέσω της παραμόρφωσης της φωνής και της μουσικής. Εδώ, το ερπετοειδές κροτάλισμα των κρουστών, τα άλλοτε μπουκωμένα και άλλοτε αχνίζοντα bossbneck γλειψίματα της κιθάρας, αλλά πάνω απ’ όλα το αλά Screaming Jay Hawkins πνιγμένο ουρλιαχτό της φωνής πλάθουν διαταραγμένα blues, blues της στάχτης και των οστών, blues των νεκροζώντανων. Όπως, μπορείς να το ακούσεις – αυτά τα blues ενός θεάτρου της σκληρότητας – στα γοτθικής υφής voodoo – blues των “Shake it” και “Don’t Go Into the Barn” (όπου Cpt Beefheart του Trout Mask Replica” συναντά τον Nick Cave του “Prayers on Fire”), στο τεμαχισμένο funk του “Metropolitan Glide” (όπου ο James Brown συναντά James Chance) στη μίξη της ατονικής bebop με τα αρχαία blues (“Top of the Hill”), στο τραγούδι – πληγή “Hoist the rag” (όπου ο Dr John συναντά τον free – jazz κιθαρίστα Sharrock) ή τέλος – στη λυκανθρωπική εκδοχή περί αρχετυπικών blues (“Baby Gonna Leave me”). Η πραγματική αποκάλυψη έρχεται όμως με τα υπνωτικά δεκάλεπτα του “Sins of the Father”, με το παραμορφωμένο παράπονο της φωνής και το blues -country κέντημα της κιθάρας και του μπάντζο από το Marc Ribot να δημιουργούν την αίσθηση ενός στοιχειωμένου delta–blues θρήνου τραγουδισμένου σε κάποιο ημι-σκότεινο καταγώγιο από ένα παρακμιακό crooner σε δίαιτα με μορφίνη. Το “Sins of the Father” μαζί με το κατακλυσμικό “Make it Rain” – επιτακτική φωνή, παραπονιάρικα blues – rock riffs – είναι τα δύο τραγούδια δένουν το «Θέατρο του Παραλόγου» με το «Θέατρο του ρομαντικού ρεαλισμού». Αυτό το δεύτερο αναπαριστά τη δεύτερη φύση – πικρή και γνωστή, ήδη από το παρελθόν, και κυρίως από τα άλμπουμ “Swordfishtrombones”, “Raindogs” και “Mule Variations” του “Real Gone”. Μια φύση που ενίοτε (“How’s if Gonna End”, “Green Grass”) φέρνει τον Tom Waits κοντά στον Leonard Cohen – και αυτό χάριν του σκοτεινού ρομαντισμού της. Ή σε μια πληγωμένη ερμηνευτικά country – folk εκδοχή του Leadbelly (“Trampled Rose”) ή και του ίδιου του εαυτού του (“Dead and Lonely”) σε σκηνοθεσία David Lynch.
Τελικά, η πρώτη – κυρίαρχη – φύση του “Real Gone” αν και σε εντυπωσιάζει, και σε γεμίζει με δέος, σε αφήνει με το ερώτημα: μήπως η υπερβολή αγγίζει την παρωδία; Η δε δεύτερή φύση αν και συγκινεί, δεν ενθουσιάζει, αφού είναι ήδη οικεία.
Όπως και να έχει όμως, το “Real Gone” είναι φτιαγμένο από ένα τέτοιο υλικό που δεν σου επιτρέπει να αδιαφορήσεις γι’ αυτό.
- Πληροφορίες
- Κατηγορία: ΔΙΕΘΝΗ
Tom Waits - Real Gone
- Βαθμολογία: 8
- Καλλιτέχνης: Tom Waits
- Label: Anti
- Κυκλοφορία: Δεκ-04