Ένα από τα πιο πολυσυζητημένα debut της φετινής χρονιάς αποτελεί σίγουρα το Contraband των Velvet Revolver. Και πως θα μπορούσε άλλωστε να γίνει διαφορετικά όταν μιλάμε για ένα super group που φέρνει ξανά στο ίδιο δρόμο τα 3/5 των θρυλικών Guns ‘n Roses μαζί με τον πρώην τραγουδιστή των Stone Temple Pilots;

Ο διαβόητος Slash βρίσκεται στις κιθάρες, ο Duff McKagan στο μπάσο, ο Matt Sorum (που αντικατέστησε τον Steve Adler μετά από τα 2 πρώτα albums στους GNR) κοπανάει τα drums και ο Scott Weiland, ο frontman της σημαντικής grunge μπάντας στα μέσα των 90’ς Stone Temple Pilots, είναι υπεύθυνος για τα φωνητικά και τους στίχους. Την πεντάδα συμπληρώνει ο λιγότερο γνωστός, αλλά με παρελθόν κι αυτός (Wasted Youth, Suicidal Tendencies κ.α.), Dave Kushner. Όλοι τους κοντά στα 40 και όλοι τους καμένοι απ’ τα ναρκωτικά. Αφορμή για αυτή τη συνεύρεση αποτέλεσε μια tribute συναυλία στον drummer και φίλο των μελών της μπάντας, Randy Castillo πίσω στο Σεπτέμβρη του 2002, στον οποίο και είναι αφιερωμένο το album. Μάλιστα στα πρώτα τζαμαρίσματα, στις ακροάσεις για τραγουδιστές και σε κάποια μικρά gigs(υπό άλλους τίτλους τότε όπως Bucks ‘n Roses ή Cherry Roses), έδινε το παρών και η πιο σημαντική ίσως προσωπικότητα των Guns ‘n Roses (σε ότι αφορούσε τουλάχιστον στον τομέα της σύνθεσης μουσικής), o Izzy Stradlin.

Μετά από τη συμμετοχή στο soundtrack της ταινίας The Hulk με το κομμάτι Set Me Free (το οποίο συμπεριλαμβάνεται στο Contraband) και μια διασκευή του Money των Pink Floyd για τις ανάγκες μιας ακόμα ταινίας, του The Italian Job, τα μέλη του σχήματος έκριναν πως είχε έρθει ο καιρός για ένα κανονικό album. Από τη στιγμή αυτή και μετά, το hype που προηγούνταν της μπάντας ήταν τόσο μεγάλο που δεν σου άφηνε πολλά περιθώρια για να αμφισβητήσεις το περιεχόμενο του δίσκου. Ένα hype προερχόμενο από τις Η.Π.Α, απόλυτα κατανοητό το οποίο όμως τελικά –κατά την ταπεινή μου άποψη- δεν δικαιολογείται με βάση τις συνθέσεις του album. Ναι, σίγουρα επικρατεί ενθουσιασμός όταν βλέπεις 3 μέλη από εκείνη την απίστευτη –ειδικά στα πρώτα χρόνια- μπάντα να ξαναβρίσκονται και να κυκλοφορούν δίσκο και σίγουρα αυτή τη στιγμή η μουσική βιομηχανία (τόσο οι δισκογραφικές εταιρείες όσο και τα περιοδικά) ψάχνει απεγνωσμένα για νέα super groups, όμως με μια δεύτερη, πιο ψύχραιμη ματιά διαπιστώνεις πως το Contraband δεν έχει να προσφέρει κάτι το απροσδόκητο, κάποια μεγάλη έκπληξη. Πρόκειται απλά περί ενός σκληρού, κιθαριστικού, γρήγορου και βρώμικου rock’n’roll album με την απαραίτητη δόση από μπαλάντες όπου όλες οι συνθέσεις βρίσκονται σε ένα αξιοπρεπές επίπεδο, χωρίς όμως εκείνο το ‘’κάτι’’ που θα το κάνει να ξεχωρίσει.

Είναι νομοτελειακά αναπόφευκτο για τον ακροατή να συγκρίνει τον ήχο των Velvet Revolver με εκείνο των Guns. Η αλήθεια είναι πως η ομοιότητα δεν είναι τόσο μεγάλη, ο ήχος είναι πιο σκληρός και πλησιάζει κάπως τα πιο πρόσφατα των Stone Temple Pilots. Σίγουρα τα solos του Slash είναι αρκούντως αναγνωρίσιμα υπάρχουν όμως και κομμάτια με stoner rock χαρακτήρα σαν το Headspace, ή με grunge καταβολές όπως το Superhuman. Ίσως μάλιστα το συγκεκριμένο track (από τα πιο βαρετά του δίσκου) να θυμίσει σ’ εκείνους που ψάχνονται απεγνωσμένα για μια GNR θύμηση, τις πρώτες νότες του Sweet Child. Στιχουργικά, πάνω-κάτω ξέρετε τι να περιμένετε: τα drugs κυριαρχούν μιας και όλα τα μέλη του group έχουν περάσει από το λούκι τους και ειδικά ο Scott τον τελευταίο καιρό μετά και από τα προβλήματα με διαζύγια κλπ, σίγουρα ζορίστηκε. Όλοι τους δεν είναι αυτό που λέμε ‘’καλά παιδιά’’ οπότε η εικόνα του αυτοκόλλητου πάνω στο εξώφυλλο που προειδοποιεί τους γονείς για τα κακά λογάκια είναι αλληλένδετη με τύπους σαν τον Slash, τον Duff και τους υπόλοιπους.

Η επιλογή του Slither σαν προπομπού του Contraband σίγουρα δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά αφού μέσα στο δίσκο υπάρχουν τουλάχιστον δυο κομμάτια κατά πολύ ανώτερα από το συγκεκριμένο και μιλάω για το κορυφαίο Sucker Train Blues, μια πραγματικά φοβερή σύνθεση και για το εξίσου καλό Do It For The Kids. Το Set Me Free παρουσιάζει ένα σχετικό ενδιαφέρον στο ρεφραίν του ενώ τα υπόλοιπα απλά κινούνται σε ανεκτά επίπεδα με τις μπαλάντες Fall Into Pieces, You Got No Right και Loving The Alien να σπάνε την ένταση του υπόλοιπου δίσκου.

Σαν επίλογο θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε για το χαρακτήρα της μπάντας: σίγουρα δεν πρόκειται για ένα side project, με τέτοια εμπειρία σαφώς ούτε πρόκειται και για ένα νέο γκρουπάκι. Η κότα που γεννά το χρυσά αυγά; Ξαναζεσταμένο φαγητό ή μήπως ένα συγκρότημα που θα μπορέσει κάποια στιγμή στο μέλλον να προσφέρει κάτι νέο στη μουσική; Επί του παρόντος και με δεδομένο το ντεμπούτο τους, είναι δύσκολο να απαντηθούν τα παραπάνω, ο χρόνος –όπως πάντα- θα δείξει.

Και κάτι τελευταίο: μη μπείτε σε δίλημμα εάν στα ράφια του δισκοπωλείου βρεθείτε μπροστά σε τρία διαφορετικά εξώφυλλα, άσπρο, κόκκινο και μαύρο (σε μας έλαχε το τελευταίο). Εξ’ όσων γνωρίζω δεν έχουν διαφοροποίηση ως προς το περιεχόμενο τους.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured