Υπάρχουν μερικές μικρολεπτομέρειες που ξεχωρίζουν τις Sugababes από το σωρό των κατασκευασμένων για τη μουσική βιομηχανία μοντέλων. Γράφουν μονες τους τα τραγούδια τους ακόμη κι αν χρειάζεται να επέμβουν κι άλλοι οκτώ ανά τραγούδι για να τα συμμαζέψουν και να τα φέρουν στα μέτρα της παραγωγικής τελειότητας που τους διακρίνει. Γράφουν χιτ που δεν προκαλούν ακατάσχετη βαρεμάρα σε όσους άνω των 25 τα ακούν ξανά και ξανά σχεδόν από τα τέλη των 80s, με τις ίδιες φωνητικές αρμονίες, το ίδιο απρόσωπο, πλαστικοποιημένο mid-tempo beat και τις ίδιες μελωδίες σε παραλλαγές (ο λόγος που πολλοί από μας, ας πούμε, παθαίνουμε ένα κάτι με χαζοτράγουδα της προπρογούμενης δεκαετίας και τα βγάζουμε τα βινύλια από τις κρυμμένες θήκες τους είναι καθαρά εκείνος της πρώτης γνωριμίας).

Ναι, οι τρεις κουκλάρες Keisha, Mutya and Heidi δημιουργούν επίσης στρογγυλοποιημένες, απόλυτα συμβατές με όλα τα γούστα του διεθνούς νεανικού παλκοσένικου συνθέσεις, μα πάνω απ'όλα συνθέσεις που φάνηκαν να γράφτηκαν σε μια ακουστική κιθάρα, άσχετο αν στο τέλος κάτι θόρυβοι από κιθάρες, μερικά επίμονα drum machines και πλήθος εφέ μας βγάζουν τον ήχο που αναγνωρίζουμε πλέον ως Sugababes. Kαι το καλό είναι ότι όλα ενισχύονται από την άριστη παραγωγή, δεν περιμένουν την τελευταία να βγάλει τα κάστανα απ'τη φωτιά.

Το μόνο πρόβλημα που μπορεί κανείς να διακρίνει είναι η υπερπαραγωγικότητά τους (ή καλύτερα μια αιτία για τις πιο μέτριες στιγμές), ακόμα και λαμβάνοντας υπόψη τους απαραίτητα φρενήρεις 'βιομηχανικούς' ρυθμούς. Και μπορεί να μην φτάνουν τον Λευτέρη Πανταζή στα φόρτε του (τότε που είχε άλλο δίσκο για το χειμερινό κι άλλο για το καλοκαιρινό πρόγραμμα, με τις απαραίτητες εποχιακές αλλαγές) ή τον Ryan Adams που αντί για εφημερίδα στο W.C. κρατά την κιθάρα του, αλλά 3 άλμπουμ σε 4 χρόνια δεν είναι και λίγο, για να μπορέσεις τουλάχιστον να σταθείς σε συγκεκριμένα standards. Κάτι που φάνηκε στο περσινό "Angels with Dirty Faces" που 'έχανε' εμφανώς σε πληρότητα σε σχέση με το ντεμπούτο τους. Τα πράγματα στο Three είναι εμφανώς καλύτερα από την τελευταία φορά και θα μπορούσαν να είναι και καλύτερα αν δεν υπήρχε το άγχος να βγει στην αγορά το νέο τους πόνημα.

Τέρμα όμως οι βαθυστόχαστες αναλύσεις, πρόκειται άλλωστε για τραγούδια με φρεσκάδα και περισσή αρμονία που απλώς επιχειρούν να μας διασκεδάσουν, κινούμενα ανάμεσα στην αιθέρια εμπορική ποπ των All Saints και το R&B των Destiny's Child. Το πρώτο single, "Hole In the Head" είναι πραγματικός χορευτικός δυναμίτης, αλλά και κοντά στα χαβαλεδιάρικα ποπ singles που τρελαίνουν και την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, το "Whatever Makes You Happy" δανείζεται από τους Sly Fox και Gary Numan το όχημα για να μας κουβαληθεί στα 00s, οι R&B μπαλλάντες τους, όπως το "Caught In A Moment", είναι απολαυστικές, ενώ τα παιχνίδια της παραγωγής φέρνουν μια ελαφρά bhangra μυρωδιά στο "Million Different Ways", μια funk-rock πινελιά στο "We Could Have It All". Προς το τέλος λίγο τα πράγματα αφήνονται στη γνωστή μοίρα των γεμισμάτων για να τελειώσουμε, κάτι με ένα άχρηστο δώρο από την Diane Warren ("Too Lost In You"), κάτι με τραγούδια β' διαλογής, αλλά το γοητευτικό με τις τρεις νεαρές και όλους όσους δούλεψαν για το συγκεκριμένο album είναι ότι κι εκεί ακούγονται ευχάριστα.

Ειδική, τέλος, μνεία πρέπει να γίνει για ένα κομμάτι που πιθανότατα θα περάσει στα ψιλά: Το upbeat "Situation's Heavy" είναι ίσως η πιο ενδιαφέρουσα, δουλεμένη και πιασάρικα ταυτόχρονα στιγμή του Three, με παραγωγή διακριτική αλλά κι ευφάνταστη ταυτόχρονα, που φανερώνει ότι μπορείς να δημιουργείς κάτι που να αφορά όλους, χωρίς όμως να ακολουθείς το πρωτόκολλο. Ένα κερασάκι στην τούρτα μιας πολύ ενδιαφέρουσας επιστροφής, απολαυστικής μέσα στην ελαφρότητά της -βάλσαμο για την αφόρητη βαρεμάρα των υπερχλιδάτων μετριοτήτων που κατακτούν τα charts.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured