Ένα από τα πιο ευδιάκριτα χαρακτηριστικά του συμπαθέστατου Jimi Tenor είναι η κλασική του παιδεία, την οποία βέβαια είχε απαρνηθεί στα νεανικά του χρόνια (όταν έφυγε κακήν κακώς από το ωδείο) και κράτησε συγκαλυμμένη τα επόμενα χρόνια, αλλά τώρα με το Out of Nowhere φροντίζει να την φέρει ξανά στην επιφάνεια. Επιστρατεύει μάλιστα ολόκληρη συμφωνική ορχήστρα (για την ακρίβεια την πολωνική ορχήστρα του θεάτρου Lodz) την οποία εξαναγκάζει να ακολουθήσει τα μουσικά του τερτίπια, που ως γνωστόν είναι αδύνατο να οριοθετηθούν σε ένα μόνο μουσικό ιδίωμα, είτε αυτό λέγεται electro, είτε jazz είτε ακόμα soul και funk.
Από ότι φαίνεται τα τελευταία χρόνια φαίνεται να αισθάνεται εξαιρετικά άνετα στην φιλόξενη προς κάθε είδους πειραματισμού Warp, διασκεδάζοντας παράλληλα με τον ρετρό εκλεκτισμό της, που τελικά φαίνεται να του ταιριάζει γάντι τόσο στο στυλ όσο και στο χαρακτήρα του. Μην ξεχνάτε άλλωστε ότι, πέρα από κάθε είδους νεωτερισμό, η Warp φροντίζει να συγκαταλέγει κατά καιρούς στη λίστα της και κυκλοφορίες από groups όπως οι Broadcast και οι Stereolab που, όπως και να το κάνουμε, παραπέμπουν στο παρελθόν.
Η ένταξη του Jimi Tenor στην Warp με το προ τριετίας Intervision σήμανε και την σπουδαιότερη στιγμή της καριέρας του, μια και το album ήταν σαφώς πιο πλήρες από τους πειραματισμούς των πρώτων κυκλοφοριών του στην φιλανδική Sahko και πολύ πιο ουσιώδες από το (απογοητευτικό) Organism που ακολούθησε. Το Out of Nowhere φαντάζει πιο μεγαλεπίβολο από τις προηγούμενες προσπάθειες του, όμως παρόλα αυτά οι εμμονές του Tenor παραμένουν και εδώ, ελαφρώς στυλιζαρισμένες αλλά αναλοίωτες. Εμμονές σαν τον Prince και τον Isaac Hayes, ενώ αυτή τη φορά συμπεριλαμβάνεται και κάτι από το δαιμόνιο του Brian Wilson.
Οι καλύτερες στιγμές του δίσκου είναι το ethnic αποχρώσεων Hypnotic Drugstore και το soul υφής Call of the Wild που κλείνει το δίσκο με ένα μεγαλοπρεπή τρόπο. Επίσης στο κινηματογραφικό Night in Loimaa συνυπάρχουν αρμονικά τα παιχνιδιάρικα φλάουτα και όμποε με τα space synthies λες και ο Stravinsky ξαναγεννήθηκε στον 21ο αιώνα.
Αυτός ο πρωτόλειος εξωτισμός επεκτείνεται σε όλη τη διάρκεια του Out of Nowhere. Το μόνο κακό είναι ότι η όλη πρωτοτυπία του εγχειρήματος πηγάζει πρώτιστα από την υφή του ήχου, τα όργανα και τις ενορχηστρώσεις και όχι από τις ίδιες τις συνθέσεις. Οπότε είναι ευνόητο ότι μπορεί κάτι τέτοιο να μην μειώνει την αξία του "πειράματος" αλλά σε κάθε περίπτωση στερεί από τον συγκεκριμένο δίσκο την διαχρονικότητα και την αξία στην οποία φαντάζομαι και ο ίδιος ο Tenor θα στόχευε. Αυτό που τελικά είναι σίγουρο είναι ότι ο κύριος Tenor διαθέτει μια άκρως χαρισματική περσόνα αλλά ταυτόχρονα δείχνει λίγο χαμένος στα δαιδαλώδη μονοπάτια του ανήσυχου πνεύματος του και τις μεγαλομανείς εμπνεύσεις του.
Δε συμφωνείς; Γράψε το δικό σου review!
Copyright (C) 1996-2000 - Avopolis. All Rights