Hey yo this is Chilly Gonzales telling you
music is my control, don’t fuck around with it
unless you’ve got the skills, take piano lessons,
smoke grass, freestyle with your friends,
talk about your enemies behind their backs.
Analyze my tracks,
try to write a fuckin’ melody for once
and quit being such an indie snob pussy!
Με αυτό τον τρόπο μας εισάγει στον κόσμο του ο μυστηριώδης Gonzales. Και για κάποιον που πραγματοποιεί μόλις το δισκογραφικό του ντεμπούτο φαίνεται ότι έχει, το ελάχιστο, πολύ εμπιστοσύνη στις δυνατότητές και ικανότητές του. Τι γνωρίζουμε λοιπόν για αυτόν τον τύπο με το τόσο “ύποπτο” παρουσιαστικό, αν κρίνουμε από τις φωτογραφήσεις του; Είναι Καναδο-εβραίος, τώρα ζει σε έναν εγκαταλελειμμένο ραδιοφωνικό σταθμό στο Βερολίνο, κάνει παρέα με τα καλόπαιδα της Digital Hardcore, αποκαλεί τον εαυτό του The Original Prankster και μέσα από ιδιαίτερα καυστικές, γραφικές και υπεροπτικές δηλώσεις, του στυλ ότι έχει σκοπό να καταστρέψει την υπάρχουσα μουσική και να την αναγεννήσει μόνος του από τις στάχτες της, έχει κάνει τα βλέμματα του μουσικού τύπου να στραφούν προς το μέρος του.
Αν και το ντεμπούτο album του, με τον τόσο χαρακτηριστικό τίτλο, Gonzales Uber Alles, είναι ένα αρκετά υποσχόμενο πρώτο δείγμα γραφής, δεν φαίνεται να χαρακτηρίζεται από κάτι το πρωτοποριακό, ώστε να δικαιολογεί την συμπεριφορά του Gonzales ή καλύτερα της περσόνας που φαίνεται να έχει δημιουργήσει ο ταλαντούχος μουσικός.
Μέσα στις δεκατρείς συνθέσεις του, ο Gonzales κινείται με σχετική άνεση από το hip hop στη bossa nova και από το trip hop στη γαλλική lounge, με μια σειρά από Jazzy samples, με τον ίδιο στο πιάνο και στα φωνητικά και με μια σειρά από guest vocalists, από τους οποίους η Sticky, ειδικά στο You Are, θυμίζει υπερβολικά την Marianne Faithfull.
Πραγματικά όμως το album θα πέρναγε σχετικά απαρατήρητο, αφού ούτε Entroducing… είναι, ούτε A Grand Love Story, αν δεν υπήρχαν τα δύο γυαλιστερά διαμαντάκια Let’s Groove Again και Real Motherfuckin’ Music. Δύο καταπληκτικές, μελωδικότατες συνθέσεις, με beats, scratches, samples και φωνητικά να δένονται με μαεστρία, από τα οποία ειδικά το πρώτο θέτει άμεσα υποψηφιότητα για τα καλύτερα τραγούδια της χρονιάς έως τώρα.
Το συνολικό αποτέλεσμα της πρώτης δισκογραφικής δουλειάς του Gonzales, παρά το γεγονός ότι δεν είναι όσο εντυπωσιακή όσο ο ίδιος πιστεύει, αφήνει αρκετά καλές εντυπώσεις. Ίσως πάλι, αυτή να ήταν μια απλή προειδοποιητική βολή, και μέρος του μεγαλεπήβολου σχεδίου του υποχθόνιου αυτού “κακού”, και τα καλύτερα μας τα επιφυλάσσει για το μέλλον.
Δε συμφωνείς; Γράψε το δικό σου review!
Copyright (C) 1996-2000 - Avopolis. All Rights