«Η ζωή μας είναι σουγιαδιές / σε βρώμικα αδιέξοδα / σάπια δόντια ξεθωριασμένα συνθήματα / μπάσσο βεστιάριο / μυρουδιές από κάτουρα αντισηπτικά / και χαλασμένα σπέρματα». Με αυτούς τους στίχους της Κατερίνας Γώγου που έχουν γράψει τόσο βαθιά στο DNA κάθε παιδιού που μεγάλωσε με ινδάλματα τους «καταραμένους ποιητές» της Πλατείας Εξαρχείων, με αυτήν την εναρκτήρια γροθιά στο στομάχι από το «Τρία Κλικ Αριστερά» επιλέγει να συστήσει το εγχώριο ντεμπούτο project του στο ελληνικό κοινό ο Φίλος Φίλου, δηλαδή ο μεταξύ άλλων μουσικός παραγωγός Κωνσταντίνος Τασσόπουλος. αποκόπτοντας την πιο outsider ίσως φράση αυτής της παντοδύναμης ποιητικής εικόνας και τοποθετώντας τη στην προμετωπίδα της πρώτης του δισκογραφικής δουλειάς στην πολυμήχανη Veego Records του Ανδρέα Μητρέλη θέλοντας να αναδείξει όλες τις κρυμμένες δυναμικές που έχουν η μία δίπλα στην άλλη αυτές οι δύο ετερόκλητες, φαινομενικά τυχαίες λέξεις «Μπάσσο Βεστιάριο».
Το Μπάσσο Βεστιάριο (με δύο «σ», πιστό στην ορθογραφία των περισσότερων ποιητικών συλλογών εκείνης της εποχής) είναι ένας δίσκος που κάνει ξεκάθαρη την ταυτότητά του και τις καταβολές του με το πρώτο play – όπως και οι επιρροές από τις οποίες γεννήθηκε. Αφτιασίδωτα beats και άφθονο μπάσο (φυσικά) στριφογυρίζουν σε industrial και electro νερά, περιτυλίγουν επιμελώς τυχαία -δηλαδή καθόλου τυχαία samples- και εκλύονται σε τελικά προϊόντα που θα μπορούσαν να βρουν μια περίοπτη θέση στον πρώιμο χορευτικό ηλεκτρονικό ήχο περασμένων δεκαετιών επικοινωνώντας παράλληλα τα σύγχρονα μηνύματά του.
Μια σύντομη ματιά στο βιογραφικό του δημιουργού τα κάνουν όλα να βγάζει νόημα. Εφηβεία στη «χρυσή» underground δεκαετία του ’80, νεότητα στις διασταυρώσεις rave του ’90, κάτοικος εξωτερικού από το 2001, μουσική στο Λονδίνο και στο Βερολίνο. Αλλά και να μην τα ξέρεις αυτά από πριν, δεν πειράζει, θα στα πει όλα το Μπάσσο Βεστιάριο, λειτουργώντας ως χάρτης εκείνης της προσωπικής διαδρομής που μοιράζονται τόσοι και τόσοι πιστοί της συγκεκριμένης ηχητικής παλέτας, αυτής που ξεκινάει από τη Λένα Πλάτωνος, βγάζει στους Στέρεο Νόβα και κάποια στιγμή τέμνεται από την επιρροή του Andrew Weatherall και οδηγεί στο άπειρο κι ακόμα παραπέρα.
Tracks όπως το εναρκτήριο, ευφάνταστο sample – based «Σιρόπια» αλλά και τα δύο βραδύκαυστά χορευτικά leads του δίσκου, «Άνθρωπος Καθρέφτης» και «Υπερσυντέλικος» είναι από τα μεγαλύτερα και πιο ενδιαφέροντα κλεισίματα ματιού στην κληρονομιά της Πλάτωνος που έχουμε ακούσει εδώ και καιρό – χωρίς βέβαια, αυτό να σημαίνει, ότι υπάρχει το παραμικρό νόημα ή πρόθεση να επιχειρηθεί η οποιαδήποτε άσκοπη σύγκριση με το βεληνεκές της. Τα back to back ιντερμέδια «Βιντεοκασέτα» και «Άνοιξη, έκαστο στο είδος του, ανοίγουν κάπου εκεί στη μέση του δίσκου ευπρόσδεκτες dreamy πόρτες σε απροσδόκητες αναμνήσεις – το πρώτο με μια ακαταμάχητα vintage κινηματογραφική ‘80s εκφορά ήχου και το δεύτερο με μια ευχάριστα απρόσμενη συνομιλία με τα «ελληνικά» στοιχεία μιας αδιόρατης χατζιδακικής αύρας. Ενώ η κατακλείδα τριπλέτα των «Καλός Μπάτσος, Κακός Μπάτσος», «Αστική Ανάπλαση» και «Άλφα Στερητικό» συνεισφέρουν έναν υποδόριο κοινωνικό σχολιασμό που λειτουργεί αρκετά καλά στο ηχητικό του περιβάλλον.
Το Μπάσσο Βεστιάριο είναι -κατά δήλωση του ίδιου του δημιουργού του- ένα «project καραντίνας» και η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα αυτού του ιδιότυπου και κατ’ ανάγκη εξωγενών παραγόντων καταλογογραφημένου genre που μπορούμε να σκεφτούμε, τουλάχιστον στην ελληνική δισκογραφία, με ό, τι καλό ή και «κακό» αυτό συνεπάγεται. Πράγματι, ένα αμιγές «project καραντίντας», λειτουργώντας ως μια πιεστική ανάγκη έκφρασης, ένα εργαλείο απόδρασης από μια ασφυκτική πραγματικότητα προς όποια φαντασία στοχεύει ο καθένας, φέρει, εγγενώς, φλερτάρει εγγενώς με τους κινδύνους της αυθόρμητης έκφρασης, κινδύνους συνοχής, δομής, προσήλωσης στη λεπτομέρεια. Από την άλλη κουβαλάει και όλα τα δώρα της, με μεγαλύτερο απ’ όλα την αλήθεια της ιδέας που παίρνει σχήμα και μορφή γιατί έχει έρθει επιτέλους η ώρα της και δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά, έστω -ή ακριβώς επειδή- κι αν αυτή η ώρα συμπίπτει με μια ανύποπτη στιγμή παγκόσμιας αδράνειας. Ο Φίλος Φίλου επέλεξε να διατηρήσει τη λιτότητα των σχημάτων και των μορφών των δικών του ιδεών, περιοριζόμενος στα απολύτως απαραίτητα -και διαθέσιμα σε καιρούς κατ’ οίκον περιορισμού- τεχνικά μέσα, αποφεύγοντας αχρείαστα στιλιζαρίσματα, με το αποτέλεσμα να τον δικαιώνει.
Το Μπάσσο Βεστιάριο είναι από τα πιο ενδιαφέροντα releases με τα οποία μας αποχαιρετά το 2022 και μας κάνει να περιμένουμε με ακόμα πιο μεγάλο ενδιαφέρον να το δούμε να βρίσκει τον δρόμο του στην εγχώρια μουσική πραγματικότητα του 2023.