Ποδαρικό με το δεξί στη δισκογραφία για την Πολυξένη Κοράκογλου, με βήμα σταθερό και γενναίο· αλλά, ενώ δεν έχει καλά-καλά διαβεί το κατώφλι, σκουντουφλά, αφήνοντας στον ακροατή τις δύσκολες αποφάσεις: θα της δώσει μια χείρα βοηθείας να σταθεί; Ή θα την αφήσει να πέσει, ως ένα ακόμα από τα χαμένα έντεχνα στοιχήματα του 21ου αιώνα;

Πέρα ωστόσο από ντεμπούτο της Καράκογλου, οι Πολύχρωμες Ζακέτες αποτελούν και ενδιαφέρουσα μικρογραφία των δημιουργικών ανησυχιών που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στο κυρίως εκεί έξω. Το «κυρίως εκεί έξω» είναι βέβαια ένας αδόκιμος όρος. Ελλείψει καλύτερου, όμως, ας αφεθεί σε αυτόν να διασαφηνίσει ότι δεν αναφερόμαστε στα μικρής ή μεσαίας απήχησης ρεύματα που εδράζονται στο αγγλοσαξονικό τραγούδι και συχνά υπερπροβάλλονται ως «καινούριο πράγμα» στον εναπομείναντα μουσικό Τύπο. Αντιθέτως, μιλάμε εδώ για το εν πολλοίς αχαρτογράφητο ηλικιακό φάσμα των 20 με 40, το οποίο ενδιαφέρεται για το (ακόμα κυρίαρχο) ελληνικό τραγούδι, θέλοντας να το οδηγήσει στο επόμενο πιθανό του κεφάλαιο.

Σε μια τέτοια λοιπόν ανάγνωση, οι Πολύχρωμες Ζακέτες είναι το άλμπουμ μιας 25χρονης ερμηνεύτριας, ενός 33χρονου συνθέτη και μιας 40χρονης στιχουργού. Και είναι πραγματικά δύσκολο, όσο και αν μεσολαβεί η παραγωγή μιας έμπειρης εταιρίας (δια χειρός Παρασκευά Καρασούλου), να μη διακρίνεις ότι και η Πολυξένη Καράκογλου και ο Γρηγόρης Πολύζος και η Αθηνά Σπανού κουβαλάνε εδώ το όνειρό τους για το σύγχρονο εγχώριο τραγούδι.

Ακούγοντας τον δίσκο, σχεδόν οσμίζεσαι τα «καύσιμα» που έχουν προμηθευτεί από το μεγάλο παρελθόν του έντεχνου (κυρίως) ήχου· αντιλαμβάνεσαι όμως ταυτόχρονα τόσο την αρμονική αφομοίωση των επιρροών, όσο και το ότι έχεις να κάνεις με ανθρώπους που ξάνοιξαν τα αυτιά τους και σε διαφορετικές μουσικές: οι ενορχηστρώσεις του Πολύζου, όπως και οι στίχοι της Σπανού, κομίζουν ένα σύμπαν πιο σύνθετο. Στο οποίο η ελληνική έκφραση συμπορεύεται με ένα πιο λόγιο ή/και πιο τζαζ περιβάλλον (κοντραμπάσο, τσέλο, τρομπέτα, όμποε, βιόλα, τρομπόνι), αλλά και με στίχους ικανούς να ανασχεδιάσουν την κλασική διάταξη ενός μικροαστικού διαμερίσματος σε λαβύρινθο για δύο άτομα ("Καναπές"). 

Οι βάσεις λοιπόν είναι καλές και η όλη εμπειρία πραγματικά αναπτερώνεται χάρη στην εξαιρετική επίδοση της Καράκογλου: καθάρια, μετρημένη και ικανή να απλώνεται δίχως να χάνει τα εκφραστικά της χρώματα, είναι ό,τι ωραιότερο έχουμε ακούσει σε γυναικεία φωνή κατά την τρέχουσα δεκαετία –ίσως μαζί με τη Βιολέτα Ίκαρη, παρά τη σαφή κατά τη γνώμη μου αποτυχία του δικού της ντεμπούτο (δείτε εδώ).

Κι όμως, παρά τα τόσα θετικά, οι Πολύχρωμες Ζακέτες σε αφήνουν με λίγα πράγματα μετά την ακρόαση. Στο καθιερωμένο δηλαδή πείραμα όσων από μας γράφουμε ακόμα κριτικές στα σοβαρά, μέρες μετά τους κύκλους ακροάσεων σημειώνεις ότι σου έχει μείνει μόνο η φωνή της Καράκογλου και ο "Καναπές" –αν γυρίσεις βέβαια στις ορίτζιναλ σημειώσεις σου, θα θυμηθείς και το "Άργος" και το ερωτηματικό που έβαλες στο "Οι Μάχες Μου".

Τις πταίει;

Σε μια εύκολη ανάγνωση, φταίνε λίγο οι στίχοι και λίγο το κλίμα. Ο δίσκος αφήνεται να «μελώσει», φέρνοντας στο προσκήνιο εκείνον τον άσχημο έντεχνο κλαυθμό, που δεν κατέχει ούτε τις λεπτές αποχρώσεις της μελαγχολίας, ούτε τα λιτώς άγρια βάθη της θλίψης, ούτε το χατζιδακικό μέτρο –τον Μάνο Χατζιδάκι πολλοί εν τέλει επικαλούνται, μα ελάχιστοι έχουν αληθώς κατανοήσει. Οι "Πολύχρωμες Ζακέτες", ας πούμε, διηγούνται μια ιστορία που θυμίζει κομματάκι εκείνη της Dolly Parton στο "Coat Of Many Colors" (1971)· ενώ όμως η Parton συναρπάζει, εδώ η φιγούρα της μάνας μένει στεγνή και στατική και δεν κατανοούμε τι ακριβώς φταίει στην ηρωίδα και κλαίει, πέρα από το ότι πέρασε η παιδικότητά της. Ακόμα και στο "Οι Μάχες Μου", ένα τραγούδι με σαφέστερη κατεύθυνση και με μη ερωτικό περιεχόμενο, η εμφανής αστοχία του μεγαλόσχημου στίχου «το πατρικό μου το χαρίζω σε αντάρτες» θέτει το αποτέλεσμα σε μια αχρείαστα ηρωική τροχιά.

Σε μια πιο δύσκολη ανάγνωση (με αρκετές παγίδες, ομολογουμένως), ίσως να φταίει και η εποχή. Το ίντερνετ έφερε επανάσταση στις ζωές μας, θρυμμάτισε όμως τον ορίζοντα των μεγάλων κοινών εμπειριών, οι οποίες έμειναν παρούσες μέχρι και τη δεκαετία του 1990. Με αποτέλεσμα πολλοί σύγχρονοι δημιουργοί –και στο δικό μας έντεχνο, αλλά και στη διεθνή pop/rock τραγουδοποιία– να πελαγοδρομούν στιχουργικά σε μια συνεχή ενδοσκόπηση της μικρής, ιδιωτικής τους κλίμακας. Αδυνατούν έτσι να γράψουν κάτι με συνολικότερη οπτική και μαζικότερη αιχμή, απομένοντας λίγοι, και εγκαταλείποντας τις ευρύτερες συγκινήσεις στους παλιούς και νέους αστέρες που λαϊκοτροπούν πάνω σε ποπ ενορχηστρώσεις με καθαρά Δυτική λογική.

Ίσως κάπου εκεί να την πατάνε λοιπόν και οι Πολύχρωμες Ζακέτες, αν και μπορούσαν να τηρήσουν σαφέστερες αποστάσεις από τα όσα φταίνε στο έντεχνο και δεν περπατά πια, παρά την εμμονή συγκεκριμένων «κάστρων» να τα λιβανίζουν. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, μας μένει η φωνή της Πολυξένης Καράκογλου, η οποία μπορεί εμφανώς και για περισσότερα και για καλύτερα.

{youtube}CCOGO9LIUu4{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured