Πέντε και βάλε χρόνια πίσω, τον Ιανουάριο του 2013, έκλεινα την κριτική μου για το Μέντα, το 5ο άλμπουμ των Μέντα, με τη φράση «μας ξαναθυμίζουν μεν τους λόγους για τους οποίους κέρδισαν κάποτε την προσοχή μας, την ίδια όμως στιγμή δείχνει να κατακάθεται η πεποίθηση ότι πρόκειται για σχήμα με δεδομένο ταβάνι, το οποίο έφτασαν με το ντεμπούτο τους και πολύ δύσκολα θα μπορέσουν να ξεπεράσουν» (εδώ).
Δεν το θυμόμουν· το θυμόταν όμως καλά ο Νίκος Παπαδημητρίου. Με εξέπληξε λοιπόν στον ραδιοφωνικό αέρα, και μάλιστα ζωντανά, ενώ τρέχαμε το πρώτο live in radio session της Συχνοτικής Συμπεριφοράς με τον Στυλιανό Τζιρίτα στους 105.5 Στο Κόκκινο, ανατρέχοντας (και) σε αυτό καθώς εξηγούσε πώς η ελληνόφωνη ποπ των Μέντα έδωσε τη θέση της σε οργανικούς, ηλεκτρονικούς δίσκους.
Το φετινό Polyend είναι η 3η τους δουλειά σε τέτοια μονοπάτια (συνυπολογίζοντας και το digital-only EP K.I.D. του 2016) και βρίσκει τον Κώστα Βλάχα, τον Πάνο Γαλάνη τον Δημήτρη Λαϊνά και τον Νίκο Παπαδημητρίου να πετυχαίνουν ένα «3 στα 3». Έσπασαν λοιπόν το καλούπι και έφεραν τούμπα εκείνη την πεποίθηση στην οποία αναφερόμουν. Όπως χαρακτηριστικά έλεγε η κριτική του Μιχάλη Τσαντίλα για το Téléphérique του 2015, οι Μέντα της τρέχουσας δεκαετίας ακούγονταν πλέον «τολμηροί, ελεύθεροι κι ωραίοι» (δείτε εδώ).
Κι έτσι τολμηροί, ελεύθεροι κι ωραίοι παραμένουν και στο Polyend. Σε βουτάνε μάλιστα με το καλημέρα από τον γιακά χάρη στο "Sο", ένα κομμάτι που όχι μόνο δεν χάνει τον παλμό και την ενέργειά του στα 5+ λεπτά της διάρκειας, μα διαθέτει και τη δυναμική εκείνη που το δημοσιογραφικό κλισέ θέλει «ραδιοφωνική» –και ας μην έχει φωνητικά ούτε για δείγμα.
Ώσπου να φτάσεις κατόπιν στο 8ο και τελευταίο κομμάτι "End", συμπληρώνοντας με τους τίτλους τη φράση «So You Went Down To The Poly End», οι Μέντα δεν έχουν χάσει τίποτα από όσα κατοχυρώνουν με το "So". Παραδίδουν αντιθέτως ένα άλμπουμ με αψεγάδιαστη ροή, αφράτα σύνθια/ηλεκτρονικά και έξοχα μελωδικές ιδέες, που αβίαστα οδηγούν και σε περαιτέρω μεμονωμένες κορυφώσεις, όπως το "Down", το "Went", το "The" και το "Poly".
Η ηλεκτρονική παλέτα των Μέντα έχει αφομοιώσει ευδιάκριτες διεθνείς αναφορές, από τις κολοσσιαίες δουλειές του Jean-Michel Jarre στη δεκαετία του 1970 και τις βρετανικές περιπέτειες της synth pop των 1980s (Human League, Visage), ως τους Air και τους λοιπούς ηλεκτρονικούς πιονέρους των 1990s, μα και τους Daft Punk και τον Jon Hopkins των πιο πρόσφατων χρόνων. Μιλάμε λοιπόν για ανθρώπους που δεν έχουν σταματήσει να ακούνε μουσική, έστω κι αν στο Polyend κυριαρχεί μια ρετρό αίσθηση η οποία τηρεί αποστάσεις από ό,τι θεωρείται αυτή τη στιγμή «πρωτοπορία» στα ηλεκτρονικά (την Jlin, π.χ.). Από την άλλη, στους Μέντα θα ξαναπατήσεις το play, ενώ στην Jlin φοβάμαι πως όχι... Εκτός βλέπετε από το να δοκιμάζεις με τόλμη τα όρια των δεδομένων, αξία έχει και η φρεσκάδα με την οποία μπορείς να τα επαναδιαπραγματευτείς. Και εδώ οι Μέντα παίρνουν άριστα.
Άλλωστε ας μην είμαστε υποκριτές: ο Δυτικός μουσικός Τύπος έχει 15 και βάλε χρόνια που επικροτεί το back-to-the-past πνεύμα, μοιράζοντας αφειδώς αστέρια σε πράγματα που, ενώ έχουν γύρω τους το πλαίσιο μιας μουσικής βιομηχανίας λειτουργικής ακόμα και στο underground πεδίο, δεν πετυχαίνουν επί της ουσίας κάτι παραπάνω από όσα οι do-it-yourself Μέντα στο νέο τους άλμπουμ. Το οποίο αναδεικνύεται μάλιστα υπόθεση ακόμα πιο ζουμερή και εξωστρεφής από το Téléphérique, δημιουργώντας έτσι μια άλλη πεποίθηση, εκ διαμέτρου αντίθετη με εκείνη με την οποία ξεκίνησε το παρόν κείμενο: πως το γκρουπ έχει μπροστά του πεδίον δόξης λαμπρό.
{youtube}GI2lJPQswdU{/youtube}