Ζεις στην Ελλάδα, δημιουργείς αγγλόφωνα τραγούδια, φορτώνεις 3 από αυτά σε ένα Soundcloud, 5 χρόνια μετά παίζεις στο South By Southwest του Τέξας.
Αν τα έλεγες αυτά σε όσους έφτιαχναν αγγλόφωνη μουσική στη χώρα μας στις δεκαετίες του 1980 και του 1990, το πιθανότερο είναι ότι θα σε περνούσαν για εξαιρετικά ευφάνταστο άτομο. Στα ψηφιακά μας '10s, όμως, η ιστορία της Στέλλας Χρονοπούλου δεν προξενεί μεγάλη εντύπωση και έτσι δεν δημιουργεί και τον ντόρο που θα γινόταν κάποτε, στην Εποχή των Περιοδικών: τα σύνορα της πληροφορίας έχουν πέσει, η κάθε λογής βιομηχανία (άρα και η μουσική) λειτουργεί παγκοσμιοποιημένα, η Μόνικα έχει ήδη κάνει τουρνέ στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο όποιος ενθουσιασμός στην εναλλακτική φάση της Αθήνας διαρκεί συχνά μέχρι το επόμενο όνομα που θα βρεθεί στον «hot» αφρό.
Παλιά, οι αγγλόφωνοι δημιουργοί είχαν να αντιμετωπίσουν τη νοοτροπία «για ελληνικό, καλό είναι», που –για να λέμε και την αλήθεια τώρα– πάρα πολλούς βόλεψε, τόσο κριτικούς, όσο και καλλιτέχνες. Πλέον δεν μπορείς ασφαλώς να λες τέτοιες βλακείες, έλα όμως που οι διεθνείς μας καιροί έχουν ενισχύσει το «support your local industry» ρεύμα, οπότε πάλι βολεύονται μια χαρά διάφοροι μουσικογραφιάδες και καλλιτέχνες... Περιπτώσεις σαν τη Σtella και άλμπουμ σαν το Works For You στέκονται έτσι σε ένα περίεργο σταυροδρόμι, αφού με την ίδια ευκολία που ακούνε τα μπράβο για το όποιο SXSW μπορούν και να καταστούν ανυπόληπτα μεγέθη: να λογιστούν δηλαδή ως κάτι cool να ακούς και να στηρίζεις το '17, μα όχι ξέρω 'γω και το '19, το '20 (όποια μεταγενέστερη ημερομηνία θέλετε).
Απέναντι βέβαια σε όλα τούτα, η Στέλλα Χρονοπούλου έχει απλά το έργο της.
Και για όσους ενδιαφέρονται να ακούσουν αυτό και όχι να την «καταναλώσουν» ως το νέο πακέτο πρωτευουσιάνικου coolness ή αθηναϊκής ...indietronica (τι ανοησίες, Θεέ μου), είναι ένα έργο με κάμποσες αρετές. Η επιτυχία τραγουδιών σαν τα "Picking Words" και "Made To Attack" από το ντεμπούτο της Σtella (2015) ίσως συσκότισε το γεγονός ότι βρισκόταν τότε σε μάλλον αναγνωριστικό έδαφος ως προς το τι ήθελε ακριβώς να κάνει, οπωσδήποτε όμως προσδιόρισε ένα αδιαφιλονίκητα ποπ πλαίσιο, ένα εναλλακτικό προφίλ, μια αγάπη για τα synths της δεκαετίας του 1980, την ύπαρξη μιας καλής φωνής και –κυρίως– μια άνεση με τις μελωδίες, αχίλλειος πτέρνα στα περισσότερα αγγλόφωνα πράγματα που έχουμε ακούσει από τα zeros και μετά στην Ελλάδα.
Τα ίδια «συστατικά» οικοδομούν βασικά και το Works For You, το οποίο χάνει έτσι το ατού της έκπληξης· λιγότερο ή περισσότερο, δηλαδή, η Σtella ακούγεται σαν ...Σtella. Στον αντίποδα, η δημιουργός του εμφανίζεται με μια ανανεωμένη εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της και δεν φοβάται να ξεδιπλώσει ψήγματα από όλες αυτές τις «αστείες επιρροές» της, όπως τις ονομάζει ο ντράμερ της, Ηλίας Αρωνίδης: οι hip Unknown Mortal Orchestra μπορούν λοιπόν να περπατήσουν ακομπλεξάριστα δίπλα στον Ντέμη Ρούσσο των 1970s και οι Fleetwood Mac της κλασικής εποχής να τα πουν επί τροχάδην με τους Toro Y Moi.
Επιπλέον, η Σtella εμφανίζεται εδώ κάπως πιο «γλυκιά» καθώς διηγείται ιστορίες από διάφορες φάσεις στις οποίες βρισκόταν συναισθηματικά κατά τη δημιουργία των συγκεκριμένων τραγουδιών ("One Toy", "Walk Like I Taught You"). Η στιχουργική της ματιά μένει απλή, ενίοτε ίσως και υπερβολικά απλή, εφόσον θέλει (μεταξύ άλλων) να θίξει και θέματα σαν το bullying· διαθέτει όμως τη ζέση της ειλικρίνειας, ενώ πού και πού υπάρχει κι ένας πιο πρόδηλα ερωτικός τόνος, όπως λ.χ. στο εναρκτήριο "Come Collect": «enough to get her undressed / I ride your senses and you ride my chest». Κύριο πάντως ατού παραμένουν οι ραφιναρισμένες μα πάντα άμεσες μελωδίες, τις οποίες τιμά για ακόμα μία φορά η παραγωγή του ΝΤΕΙΒΙΝΤ (Γιώργος Μπακαλάκος), απλώνοντάς τις σε καθάριες επιφάνειες και επιτρέποντας στη φωνή της Σtella να δείξει τις δυνάμεις της. Μόνο εκείνη η πιανιστική μπαλάντα στο φινάλε ("Piano Stool") ακούγεται παράταιρη στο όλο σύνολο, σαν μια ψηφίδα που ανήκει σε κάποια άλλη διάθεση, σε κάποιο άλλο εν δυνάμει υλικό.
Τραγούδια λοιπόν σαν τα "I'll Never Be", "Works For You" και "Way To Go" αποτελούν την καλύτερη απάντηση στο πώς και βρέθηκε η Σtella να παίζει στο South By Southwest. Είναι περιπτώσεις που μας «υποχρεώνουν» να πατήσουμε το πλήκτρο της παύσης στη ροή της ασταμάτητης πληροφορίας, ώστε να θαυμάσουμε την κομψότητα μιας εγχώριας ποπ γραφής, η οποία δεν έχει και πολλά να ζηλέψει από κάμποσα αγγλοσαξονικά σχήματα που διεκδικούν την προσοχή μας την τελευταία πενταετία στο διεθνές indie pop φάσμα.
{youtube}GU5XCUj93l0{/youtube}