Στην περίπτωση της Μαρίας Παπαγεωργίου, υπάρχει μία αντίστροφη αναλογία μεταξύ της δημοφιλίας της και της παρουσίας της στα μέσα: τη στιγμή που καταφέρνει να γεμίζει τον Σταυρό Του Νότου για συνεχόμενες εμφανίσεις (οι οποίες παίρνουν αλλεπάλληλες παρατάσεις), τα δημοσιεύματα και οι ραδιοτηλεοπτική κάλυψή της παραμένουν σε μάλλον χαμηλά επίπεδα. Η δική της εξήγηση –σε μία από τις συνεντεύξεις της– είναι ότι προτιμά να μιλά μέσω του καλλιτεχνικού της έργου. Η Μνήμη, λοιπόν, είναι η πιο πρόσφατη δήλωσή της.
Στο πρώτο ολοκληρωμένο άλμπουμ που κυκλοφορεί με μόνο το δικό της όνομα στο εξώφυλλο (υπήρξε και η περσινή μίνι συλλογή 3 Μοίρες), η Παπαγεωργίου πιάνει το νήμα από εκεί όπου το είχε αφήσει: στα χέρια του Αλέξανδρου Εμμανουηλίδη. Ο πρώην ντουετίστας της, ο οποίος συνέβαλε τα μέγιστα στη σφυρηλάτηση του καλλιτεχνικού της προφίλ στα άλμπουμ Όμορφοι & Ηττημένοι (2010) και Άβουλο Θεριό (2013), είναι εκείνος που έχει συνθέσει τα 4 από τα 8 τραγούδια της Μνήμης.Το σύνολο συμπληρώνουν 2 τραγούδια του Σταύρου Ρουμελιώτη, 1 του Τιμολέοντα Γκέτσου και μια διασκευή της “Νεράιδας” του Γιώργου Κωνσταντινίδη.
Σε πρώτη ματιά, ο δίσκος προκύπτει καλοφτιαγμένος και απόλυτα εναρμονισμένος με τον χαμηλότονο και εσωστρεφή κόσμο της Μαρίας Παπαγεωργίου. Η ίδια κάνει μάλιστα πολύ καλή δουλειά εδώ, αποφεύγοντας τους μελοδραματισμούς του παρελθόντος και αποκαλύπτοντας τον εύθραυστο εαυτό της. Αυτό που γράφει στο σημείωμά της στο CD, ότι δηλαδή «προσπάθησα να είμαι ειλικρινής [...], να είμαι στην ουσία ατελής», το πέτυχε μαεστρικά. Κι αυτό δεν οφείλεται μόνο στο υλικό, που προφανώς επιλέχθηκε για να της πηγαίνει, αλλά και στη δική της ωρίμανση, η οποία γίνεται κάτι παραπάνω από εμφανής στις ερμηνείες.
Από μια άλλη άποψη, βέβαια, η Μνήμη μοιάζει ως χαμένη ευκαιρία, αφού, με βάση και όσα προανέφερα, δεν ενέχει μέσα της κανένα καλλιτεχνικό ρίσκο. Στο σημείο δηλαδή όπου η Παπαγεωργίου βγαίνει πλέον με τον πρώτο της απόλυτα προσωπικό δίσκο, θα περίμενε κανείς να θέλει να δώσει κι ένα κάπως διαφοροποιημένο στίγμα. Δυστυχώς, όμως, το υλικό –παρότι όμορφο και κατάλληλο ως ατμόσφαιρα– αποδεικνύεται μάλλον αδύναμο να κερδίσει τις εντυπώσεις ή να τη βάλει έστω στο ραντάρ ενός διαφορετικού κοινού: για κάθε όμορφη μελωδία ή έξυπνη ενορχηστρωτική λεπτομέρεια, υπάρχουν άλλες τόσες κλισέ στιχουργικές λύσεις για να «νερώσουν» το αποτέλεσμα.
Μπορώ να καταλάβω την αγωνία κάθε καλλιτέχνη να μην απογοητεύσει ή αποξενώσει το κοινό που με κόπο έχει τραβήξει προς το μέρος του. Όμως εδώ οι στίχοι των τραγουδιών συνήθως ακολουθούν με υπερβολική προσήλωση την έντεχνη πεπατημένη, στερώντας από το αποτέλεσμα την απαιτούμενη δυναμική και τον χαρακτήρα που θα το έκαναν να ξεχωρίσει. Μπορεί το «πουλί» να έχει γίνει «πουλάκι» και το «δεντρί» «δεντράκι», όμως η αγάπη που άργησε, οι μέσα θάλασσες και ουρανοί και τα λοιπά σήματα κατατεθέντα, δίνουν το παρών αυτούσια. Πόσο ακόμα θα ακούμε τέτοιου είδους συμβολισμούς, από ανθρώπους που δεν έχουν πάρει τον δρόμο του ασκητισμού αλλά, αντίθετα, ζουν μέσα στον ορυμαγδό μιας σύγχρονης μητρόπολης;
Είναι εν κατακλείδι μια πραγματικά προσεγμένη και καλοδιατυπωμένη δήλωση η Μνήμη της Μαρίας Παπαγεωργίου –ένα αληθινό έργο αγάπης, θα έλεγα. Στιγμές όπως το “Δεντράκι” ή το “Θα Σου Ψυθιρίζω Τη «Μαρκίζα»”, διαθέτουν μια ήρεμη δύναμη που μαγνητίζει, ενώ η μεταμόρφωση της “Νεράιδας” αγγίζει τα όρια της πρωτογενούς δημιουργίας. Αν όμως η καλλιέπεια είναι ο ένας πόλος του δίσκου, ο άλλος είναι η κοινοτοπία. Κι έτσι το «μετείκασμα» που αφήνει δεν έχει το βάρος της Βαβέλ ή των 38 Τ.Μ., φετινών άλμπουμ, δηλαδή, που έδειξαν ότι μπορεί κανείς να βρει ζωή ακόμα και στον πλανήτη των φθαρμένων σχημάτων.
Ας είναι, όμως. Η Μαρία Παπαγεωργίου είναι νέα ακόμα και έχει πολύ δρόμο μπροστά της. Μπορεί επομένως να τολμήσει περισσότερο στη συνέχεια, αν το θελήσει.
{youtube}VEkfD-sKMII{/youtube}