Έχουν θέση, άραγε, οι βασικές ροκ αρχές στο μουσικό τοπίο του σήμερα; Υπάρχει στις μέρες μας χώρος και ζήτηση για την αμιγώς κιθαριστική έκφραση, όπως αυτή μάς έγινε γνωστή από τα 1970s μέχρι και τα 1990s; Θετικά φαίνεται να απαντούν στα παραπάνω ερωτήματα οι Rundays, ένα τετραμελές γκρουπ από τη Θεσσαλονίκη· και με το ντεμπούτο άλμπουμ τους, επιχειρούν να μας πείσουν κιόλας.
Στο Hellcat, λοιπόν, μέσα από 12 συνθέσεις, ξεδιπλώνεται η μουσική προσωπικότητα που έχουν αναπτύξει οι Rundays. Ή, για να είμαι πιο ακριβής, η μουσική προσωπικότητα που έχουν υιοθετήσει ως γκρουπ. Το θέτω έτσι, καθότι δεν κατάφερα να βρω στο κατά τα άλλα συμπαθές ηχητικό σύμπαν που στήνουν οι τέσσερις μουσικοί κάτι που να μαρτυρά από την πλευρά τους μια δημιουργική διαχείριση των εργαλείων που έχουν στη διάθεσή τους. Είναι, δηλαδή, τυπική και ξεπερασμένη η ηχητική κατεύθυνση του γκρουπ και απολύτως προβλέψιμες οι ενορχηστρωτικές ιδέες οι οποίες ενσαρκώνονται από το σχήμα κιθάρες-μπάσο-ντραμς.
Αλλά πολύ φοβάμαι ότι η παρωχημένη αισθητική που επιλέγει να υπηρετήσει το συγκρότημα σε τούτο το άλμπουμ δεν είναι το μόνο πρόβλημα. Αντίθετα, ούτε οι μελωδίες, μα ούτε και οι στίχοι ετούτων των τραγουδιών επιτρέπουν να μιλήσει κανείς με ενθουσιασμό για το Hellcat. Οι αδυναμίες στον συνθετικό τομέα μπορεί ασφαλώς να οφείλονται σε διάφορα πράγματα, ένα πάντως από αυτά είναι το μάλλον περιορισμένο εύρος της φωνής του Γιώργου Κυτίδη, το οποίο αναγκαστικά εγκλωβίζει τις μελωδικές γραμμές σε στενά πλαίσια. Ακόμα κι έτσι, φυσικά, θα ήταν δυνατό να υπάρξει μια περισσότερο δημιουργική και ευφάνταστη γραφή· η οποία, όμως, δεν φαίνεται να υπάρχει στο οπλοστάσιο των Rundays –προς το παρόν τουλάχιστον.
Όλα τα παραπάνω, βέβαια, δεν σημαίνουν ότι από το Hellcat απουσιάζουν παντελώς τα καλά τραγούδια. Το “Long Live The Queen”, για παράδειγμα, είναι ένα κομμάτι που και ριφ στιβαρό διαθέτει και ως τραγούδι στέκεται συνολικά άξιο της θέσης που έχει λάβει ως εναρκτήριο του δίσκου. Τα “DJ” και “Welcome To The Dancefloor”, επίσης, είναι στιγμές οι οποίες διαθέτουν προφανή ατού και επιχειρούν έστω ελαφρές αποκλίσεις από τη νόρμα που κυριαρχεί στο υπόλοιπο άλμπουμ.
Όμως οι πραγματικά καλές στιγμές είναι σχετικά λίγες, τελικά. Κι έτσι το Hellcat αφήνει μια αίσθηση μετριότητας, αλλά και έντονου deja vu. Παρά λοιπόν τις προφανείς καλές προθέσεις, οι Rundays δεν καταφέρνουν να ξεχωρίσουν ως μουσική οντότητα, αφού δεν επιτυγχάνουν να μετουσιώσουν τις επιρροές τους –είτε μιλάμε για το blues rock, είτε για το alternative, είτε ακόμα και για το ελληνικό ροκ των 1990s– φτιάχνοντας ένα χαρμάνι με προοπτικές. Στο ξεκίνημά τους βρίσκονται, από την άλλη, οπότε είναι στο χέρι τους να μας ταρακουνήσουν περισσότερο την επόμενη φορά.
{youtube}CRUiwuMi5nI{/youtube}