Ακούμε μελοποιημένη ποίηση και συνήθως ο νους μας πηγαίνει σε κάτι λίγο ή πολύ επιβλητικό, σίγουρα σοβαρό και σχεδόν ιερό. Δεν είναι βεβαίως όλες οι περιπτώσεις ίδιες και είναι πολλές οι φορές που αυτός είναι όντως ο ενδεδειγμένος τρόπος· εννοείται, επίσης, πως υπάρχει κι εκείνη η λεπτή αλλά ιδιαίτερα σημαντική διαφορά μεταξύ σοβαρότητας και σοβαροφάνειας, που συνήθως διακρίνει την ήρα από το στάχυ.  

Σπανίως όμως ακούμε την ποίηση να κατεβαίνει από το λογοτεχνικό της βάθρο, να αποκαθηλώνεται μπροστά στ’ αυτιά μας για να αποτελέσει «απλώς» την καύσιμη ύλη για κάτι διαφορετικό. Από τις περιπτώσεις που έρχονται στο μυαλό μου, σίγουρα ξεχωρίζει ο Μιχάλης Σιγανίδης, η ανατρεπτική προσέγγιση του οποίου αφήνει την ποίηση να εμπλακεί στον σκληρό πυρήνα της διαδικασίας της σύνθεσης· εκεί όπου παίρνει τη δυνατότητα να μετασχηματίσει και να μετασχηματιστεί. 

Η αναφορά στον Σιγανίδη, βέβαια, δεν είναι τυχαία, καθώς ο ίδιος έχει χρησιμοποιήσει πολλά ποιήματα του Σαχτούρη σε αρκετές περιστάσεις (θυμίζω ενδεικτικά το σχήμα που έχει ιδρύσει, τους Φίλους Του Μίλτου Σαχτούρη). Η προσέγγιση του Κτίρια Τη Νύχτα είναι σαφώς διαφορετική, ωστόσο, αν ψάχναμε για ομοιότητες, θα μπορούσαμε να τις αναζητήσουμε σ’ αυτήν ακριβώς τη διάθεση αποκαθήλωσης. Βοηθάει σαφώς και η γλώσσα του Σαχτούρη, η οποία είναι δεκτική σε κάτι τέτοιο. 

Γενικώς, η μουσική του Κτίρια Τη Νύχτα μοιάζει πρόχειρη, αφτιασίδωτη, ο ορισμός του homemade –αυτή είναι εν πολλοίς και η γοητεία της. Σαν σελίδες προσωπικού ημερολογίου περισσότερο, παρά σαν μια ολοκληρωμένη και λυσιτελής μουσική σύναψη· μια είδους «αντι-τέχνη», αν προτιμάτε, που κρατιέται ηθελημένα ατελής, ίσως για να διατηρηθεί, κατά κάποιον τρόπο, ανοιχτή στα ενδεχόμενα.  

Επί του προκείμενου, τα ηλεκτρονικά απ’ τις προηγούμενες δουλειές του παραμερίζονται κι εκείνη η γοητεία μεταφέρεται μόνο με μία φωνή και με μία κιθάρα (κλασική ή ακουστική), «παιγμένη», όπως λέει ο ίδιος, «με διάφορες τεχνοτροπίες και ηχογραφημένη με πλήθος διαφορετικών τεχνικών». Όσο για την ποίηση του Σαχτούρη, έτσι όπως είναι αφ’ εαυτού της κατεβασμένη από το βάθρο της, φέρνει μαζί της κυρίως εκείνον τον υπερρεαλισμό της, εντάσσοντάς τον στην… τραγουδοποιία της καθημερινότητας, στην οποία ασκείται ο Κτίρια Τη Νύχτα. 

Με εξαίρεση κάποια (όχι και τόσα πολλά) σημεία όπου η φωνητική επιτέλεση μού χτυπάει, προσωπικά, λιγάκι στα αυτιά, αυτά τα «πρόχειρα» ηχητικά σχεδιάσματα του δίσκου (η μέση διάρκεια των οποίων μόλις που ξεπερνάει το ένα λεπτό) πετυχαίνουν τους σκοπούς τους –ιδίως όταν το πράγμα φτάνει κοντά στο ψιθυριστό. Με τα λίγα τους υλικά στρατηγικά τοποθετημένα, τα Κτίρια εμμένουν στο μέτρο του ανθρώπινου, αντί να προσπαθήσουν να γίνουν αστραφτερά και μεγαλεπήβολα. Και, το σημαντικότερο, ενσωματώνουν εξαιρετικά τον Σαχτούρη: τον κάνουν να μοιάζει μόνιμος κάτοικός τους, σαν να ήταν πάντα μέρος του τοπίου. 

{youtube}H8rfDJF6nMw{/youtube}

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured