Δύσκολο πράγμα οι φιλίες με καλλιτέχνες, καθώς κινείσαι στους ίδιους χώρους και αναπόφευκτα θα γνωριστείς με κάποιους. Όμως την ώρα της κρίσης οφείλεις να παρουσιαστείς αντικειμενικός. Γι' αυτό άλλωστε κι έχουν χαλάσει τέτοιες σχέσεις κατά το παρελθόν, για κείμενα που θεωρήθηκαν από άσχημα έως και προσβλητικά. Κάτι καθόλου κακό, βέβαια, ίσα-ίσα το να μην υπήρχε καμία αντίδραση θα ήταν μάλλον ανησυχητικό –για την ίδια την ουσία των κριτικών. Κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί πάντως με τον συνάδελφο υπό τη στέγη του Avopolis, Μιχάλη Τσαντίλα. Κι αυτό γιατί έχει αποδείξει πως, εκτός από καλλιτέχνης, ξέρει να δέχεται και κάθε είδους άποψη στο έργο του. Αρκεί ασφαλώς να είναι καλόπιστη και στοιχειοθετημένη.
Σχεδόν 3 χρόνια μετά τον παρθενικό του δίσκο, ο Μιχάλης Τσαντίλας δείχνει με τα 4 κομμάτια αυτού του ΕΡ πως στοχεύει στην αλλαγή. Το μπρος-πίσω του Σκιά Στο Μυαλό μεταξύ ελληνικού και αγγλικού στίχου δίνει πλέον θέση σε μια εξ ολοκλήρου εγγλέζικη στιχουργική, ενώ ηχητικά η διαφοροποίηση γίνεται ακόμα πιο έντονη, αφού η κιθαριστική ποπ με βρετανικό διαβατήριο, η δική του εκδοχή σε ό,τι αποκαλούμε έντεχνο και η μπαλαντοειδής χροιά του ντεμπούτο εμφανίζονται εδώ μονάχα ως αναμνήσεις και ψήγματα.
Στο “Alone Again”, για παράδειγμα, το ΕΡ μας υποδέχεται με βόμβους και ατμοσφαιρικές ηλεκτρονικές πινελιές, δημιουργώντας μια κρύα, αποξενωμένη διάθεση. Με την εισαγωγή της κιθάρας μια ζεστασιά αγκαλιάζει το κομμάτι, ενώ –καθώς πια προσεγγίζουμε το ρεφρέν– δεσπόζουν τα διπλά φωνητικά που φέρνουν στο μυαλό τα 1970s, αλλά και μια μελωδικότητα η οποία δείχνει να έχει εντρυφήσει στη γραφή των Mercury Rev. Το “Wayward Blues”, πάλι, φέρνει στο μυαλό κάτι από τη μελωδική ψευδο-industrial αισθητική του Vast, με τις ωραιότατες slide κιθαριστικές πινελιές να χρωματίζουν ικανότατα το κομμάτι από τη μέση και μετά. Στο “Shit” βγαίνει πιο έκδηλα ο ποπ χαρακτήρας που χαρακτήριζε την πρώτη δουλειά του Μιχάλη, με το πιάνο και τα πλήκτρα να οδηγούν σε μια λαχταριστή μελαγχολική κατεύθυνση. Το αποχαιρετιστήριο “Darkness Coming”, από την άλλη, συνδυάζει κάποια ηλεκτρονικά μπλιμπλίκια που θα μπορούσαν άνετα να υπάρχουν σε μια δουλειά των Plaid με ωραιότατα spacy σύνθια, κλείνοντας έτσι με μια ορχηστρική νότα.
Καθίσταται λοιπόν φανερό πως το ΕΡ κινείται σε διαφορετικά μουσικά μονοπάτια σε σχέση με το Σκιά Στο Μυαλό, έξω από τη –φαινομενική– ζώνη άνεσης του Μιχάλη Τσαντίλα. Το καταφέρνει νομίζω αξιέπαινα μέχρι ένα σημείο, αφήνοντας αρκετές υποσχέσεις για πιθανές μελλοντικές διαδρομές: το πάντρεμα του τραγουδοποιού με τον παραγωγό Χρήστο Χριστοδούλου αποδεικνύεται καρποφόρο. Εκεί που το What You See Is Just A Lie φαίνεται να σκοντάφτει είναι στον συντονισμό παύλα εναρμονισμό μεταξύ φωνητικών μελωδιών και μουσικών συνθέσεων· εκτιμώ δηλαδή πως μια διαφορετική προσέγγιση σε αυτό το κομμάτι θα μπορούσε να ανεβάσει τα συγκεκριμένα τραγούδια ακόμα παραπάνω από τη στάθμη όπου στέκονται ως έχουν. Η παρατήρηση είναι ίσως σημαντική, δεν αναιρεί πάντως την αξία της κυκλοφορίας. Αν μάλιστα το site επέτρεπε τα βαθμολογικά «μισαδάκια», το ΕΡ θα είχε ανταμειφθεί με κάτι παραπάνω.
{youtube}f-K8o5IWays{/youtube}