Χαιρόμαστε ποὺ ἀκόμη ἕνας Ἕλλην στιχουργός ἐπιθυμεῖ καὶ ἐπανέρχεται εὶς τὴν πολυτονικὴν γραφήν. Μὰ ἀσφαλῶς! Ὑπῆρξε, βέβαια, πολὺ πρὶν ἀπὸ τὴν ἡμερομηνία αὐτή ἔνα συγκρότημα ἀλήστου μνήμης, τῶν ἀντιδραστικῶν –πνευματικὰ ἐννοῶ– Terror X Crew, ἐὰν ἐνθυμούμαι καλῶς. Ὁ Αρτέμης ὅμως βρέθηκε ενἄντια τῶν ἡμιμαθῶν, στις συμπληγάδες τῆς ποίησης, νὰ θρηνεῖ γιὰ τὴν ἀπώλεια τῆς καθαρότητας ποὺ συμβολίζει ἡ ἀρχαῖα Ἑλλάδα, ἔχοντας ἱερὸ χρέος νὰ μετατρέψει τὸ «φεῦ» τοῦ ἀρχαιολάτρη σὲ εὐτύχημα.
Τα παραπάνω λόγια θα χαροποιούσαν και θα φούσκωναν με υπερηφάνεια –ανάλογη με αυτήν που θα χάριζε ένα εθνόσημο στο πέτο σ' έναν απόστρατο ένστολο των ειδικών μας δυνάμεων– τον διαλεχτό της άρνησης, τον ακριβογιό της πίστης, τον λυκόσχημο αμνό, τον πράκτορα του ελληνικού φωτός, τον πυρφόρο στρατιώτη της γνώσης, τον εργάτη της αρετής με σοφίαν από ψηλά, ή όπως αλλιώς αισθάνεται αυτές τις μέρες ο Αρτέμης. Πρόκειται όμως, χωρίς ίχνος αμφιβολίας, για έναν από τους πιο ταλαντούχους Έλληνες MCs και για έναν από τους ελάχιστους που δεν επιδίδονται σε άμουσα μαϊμουδίσματα ερεθισμάτων, ξεπατικωμένων από 3ης διαλογής mixtapes απ’ την Αμερική.
Ο Αρτέμης έχει προσωπικό ύφος, όραμα και στυλ. Είναι μια αυθεντική φωνή, η οποία είχε βροντήξει όταν άφηνε τη Γεύση Του Μένους (1999) στα «δικά μας παιδιά», όταν τους έλεγε (1997) πως δεν είναι «ο Έλληνας που έχουν συνηθίσει» ή όταν ήθελε «να τους δει να τρέχουν» (1995). Αλλά από τη στιγμή που λούστηκε στο Απολλώνιο φως κι έγινε μάρτυς και κοινωνός του πατρός των φώτων, από όταν αγάπησε την αρχαιοελληνική γραμματεία και βροντοφώναξε "Εγείρεσθε, Άγωμεν Εντεύθεν" (2004) δια την αφύπνιση του Έθνους, βρίσκοντας τον πραγματικό του δημιουργικό εαυτό, το πράγμα απέκτησε δυσοσμία. Προκαλώντας αποστροφή σε μερικούς.
Υπάρχουν λοιπόν δύο (τουλάχιστον) τρόποι για να διαβάσεις την ελληνοκεντρική αναβάθμιση του Αρτέμη, η οποία συνεχίζει να παίρνει γαλανόλευκο χρώμα στο Mash Up Sessions II. Στον πρώτο, μας απευθύνεται σαν αναγεννημένος εθνικιστής που λιβανίζει την αρχαία τάξη πραγμάτων· σαν βραβευμένος του Ελληνικού Μετώπου χουντικών, σαν λατρεμένο τοτέμ όσων πεφωτισμένων απογόνων του Πλάτωνα απειλούν με τσεκούρι τους προσκυνημένους, ραπάροντας επιθετικά με τη «σοφία» ενός Παπαρρηγόπουλου. Στον δεύτερο, θυμίζει μια εγχώρια διασκευή της υποτιμημένης ταινίας Bullworth (1998), στην οποία ο Warren Beatty υποδύεται έναν πολιτικό που ανοίγει το στόμα του να μιλήσει μπροστά στο κοινό και ραπάρει. Στην ελληνική διασκευή, ο Αρτέμης είναι ο MC που ετοιμάζεται να φτύσει «ρίμες από ατσάλι» στο αλαφιασμένο κοινό και ξαφνικά ραπάρει αρχαιοελληνικά, πετώντας ένα «Ἡρακλείτειον, πῦρ ἀείζωον!» κι αφήνοντας εμβρόντητους τους πάντες. Προτιμώ να διασκεδάζω (κυριολεκτικά) με τη δεύτερη ιδέα, γιατί η πρώτη είναι πολύ ανησυχητική.
Η μουσική βέβαια επιμέλεια του Νίκου Παπακώστα διαθέτει κάποιο ενδιαφέρον (χωρίς ποτέ να βγάζει σε κάτι το σπουδαίο, εντούτοις) και ο λόγος του Αρτέμη παραμένει πύρινος, για όσους μπορούν να συγκεράσουν την αδελφότητα της Πατριαρχικής και σταυροπηγιακής μονής στο artwork, τις ατμοσφαιρικές λούπες στην παραγωγή και το εθνοσωτήριο ύφος συναγερμού στα οργισμένα φωνητικά. Ωστόσο αυτή η μόνιμη οργή στα rap του και η διαρκής επιθετικότητα των ερμηνειών δημιουργεί χάσμα με τις συνθέσεις του Παπακώστα. Οι δύο «κόσμοι» του Mash Up Sessions II δεν γεφυρώνονται ποτέ, κάτι που αποτελεί ευδιάκριτη Αχίλλειον Πτέρνα για το άλμπουμ.
Φαντάζομαι επίσης ότι, στα μάτια του Αρτέμη, εμείς που δεν αντέχουμε την πατριωτική και ελληνοχριστιανική λατρεία μπορεί να είμαστε κάτι σαν τα ασθενικά παιδιά για τον Καιάδα. Γι' αυτό και θα του χτυπήσω κι εγώ ένα καμπανάκι συναγερμού, προτείνοντάς του να δει την περσινή, βραβευμένη μικρού μήκους ταινία Red Hulk της Ασημίνας Προέδρου, με θέμα την ένταξη ενός νεαρού στους ναζιστικούς κόλπους, όπου το «ζέσταμα» πριν το πογκρόμ γίνεται με ήχους των Αρτέμη/Ευθύμη. Είμαι καλόπιστος και πιστεύω ότι θα προβληματιστεί.
{youtube}Un0S2Q77aQA{/youtube}