Αυτό θα είναι ένα ακόμα κείμενο για δισκογραφική δουλειά του Socos που θα ξεκινάει με μια σύντομη αναφορά στο Kafka του 2007. Γιατί, πέρα από τις εμμονές μας, εκείνο το άλμπουμ με τους Live Project Band τοποθέτησε τον πήχη πολύ ψηλά, ενώ συνάμα ύψωσε θαυμαστά τείχη γύρω από έναν ήχο επικίνδυνα πολύπλοκο. Ο progressive ογκόλιθος των 3 CD με το εκπληκτικό artwork ήταν ένα αριστουργηματικό συνονθύλευμα πειραματισμών και χαοτικών ενορχηστρώσεων, με στίχο συχνά εκπληκτικό, που δημιουργούσε αγωνία για το τι θα ακούσεις στη συνέχεια. Την ίδια αγωνία ίσως και να αισθανόσουν μετά το τέλος της ακρόασης για το πού θα κατευθυνόταν μελλοντικά ο δημιουργός του.
Τα τελευταία χρόνια ο Socos κοιτάει προς την ποίηση. Το Πρώτο Απ' Το Δεύτερο Και Το Δεύτερο Απ' Το Τρίτο..., σε ποίηση Ντίνου Χριστιανόπουλου, αποτελεί δεύτερο μέρος μιας τριλογίας η οποία ξεκίνησε το 2012 με την Ύδρα Των Πουλιών σε στίχους Νίκου Εγγονόπουλου, έναν από τους καλύτερους εγχώριους δίσκους των τελευταίων χρόνων· και θα δώσει τη σκυτάλη ένας Θεός ξέρει που, αφού ο Socos δεν αποκαλύπτει τα σχέδιά του για το τελευταίο μέρος αυτής του της εστίασης στην ποίηση. Από τον σουρεαλισμό του Εγγονόπουλου, πάντως, στο ωμό ερωτικό συναίσθημα του Χριστιανόπουλου –το οποίο πότε καταλήγει στον πάτο της ολοκληρωτικής απογοήτευσης και πότε γίνεται μια ευτυχισμένη έκρηξη βαθιάς σεξουαλικής επιθυμίας– ο Socos επιχειρεί και πετυχαίνει αυτό που κάθε παρόμοιο εγχείρημα θα έπρεπε να έχει ως αφετηρία και τερματισμό: να πει την ιστορία των ποιημάτων χωρίς να προσπαθεί να τα κόψει/ράψει προκειμένου να χωρέσουν στο καλούπι μιας μουσικής προσπάθειας ανεξάρτητης από εκείνα.
Για να υπάρχει βέβαια νόημα σε μια μελοποίηση, πρέπει ο καλλιτέχνης που την αποτολμά να κατανοεί το αντικείμενό του και τις ανάγκες του. Κι εδώ ακριβώς βρίσκεται η πραγματική επιτυχία του συγκεκριμένου άλμπουμ. Ο Socos επιλέγει 8 ποιήματα του Χριστιανόπουλου γύρω από τις διάφορες εκφάνσεις και τις πολλαπλές δυνατότητες του Έρωτα, ο οποίος μπορεί να σε τσακίσει ή να σε ανεβάσει στον έβδομο ουρανό· ένα ζήτημα με πρωταγωνιστικό, σχεδόν εμμονικό, ρόλο στην τέχνη του Θεσσαλονικιού ποιητή. Αυτό που ο Socos ορθά αντιλήφθηκε είναι πως οι στίχοι δεν χρειάζονται σύνθετες ενορχηστρωτικές απόπειρες για να αναδείξουν τη συναισθηματική τους βαρύτητα, μα το ακριβώς αντίθετο: μια απλοποιημένη (αλλά όχι απλουστευμένη) μουσική απόδοση, στα όρια του τρέμουλου, που θα επιτρέπει στον ακροατή να επικεντρωθεί στο νόημα των λέξεων. Ό,τι δηλαδή κατάλαβε και η May Roosevelt λίγο καιρό νωρίτερα, επιλέγοντας να βάλει τον ίδιο τον Χριστιανόπουλο να απαγγέλλει απλά και στιβαρά, με φόντο τη διακριτική της συνοδεία (ο δίσκος της ψηφίστηκε στο Avopolis ως κορυφαίος εγχώριος της περσινής χρονιάς, βλέπε εδώ).
Σε αντίθεση με τη May Roosevelt, τη δουλειά της οποίας δεν λαμβάνει υπόψιν (όπως ούτε και τις παλαιότερες απόπειρες απ' τον Χατζιδάκι, τον Σαββόπουλο και τον Κουγιουμτζή), o Socos παίρνει εδώ το ρίσκο μιας ξεκάθαρης μελοποίησης, με διαφορετικό ωστόσο τρόπο από εκείνον με τον οποίον λειτούργησε στην Ύδρα Των Πουλιών. Αλλά και με μια «ξένη» διαδικασία συγκριτικά με ό,τι έχει ακολουθήσει ως τώρα στην καριέρα του.
Έχοντας στη διάθεσή του μόνο μία κιθάρα και τα διπλά φωνητικά του Μαρίνου Τζιάρου κι όχι τις σύνθετες ενορχηστρωτικές ιδέες στις οποίες μας έχει συνηθίσει, βάζει ένα «διπολικό» στοίχημα απέναντι –ουσιαστικά– στον ίδιο του τον εαυτό: να ντύσει τον Χριστιανόπουλο με τα «αόρατα ρούχα του Αυτοκράτορα»· να αφήσει δηλαδή τα ποιήματα γυμνά, αλλά την ίδια στιγμή καθόλου εκτεθειμένα στα μάτια όσων είναι σε θέση να το δουν. Υπερτονίζοντας την κρυμμένη μουσικότητά τους, η οποία δεν είναι καθόλου «σκέτη» και «γυμνή», μα καταλήγει άγρια και ροκ και παθιασμένη, δίχως παράλληλα να τα εγκλωβίζει στα αχανή πλαίσια των δικών του αναζητήσεων. Η διαρκής επανάληψη των τελευταίων στίχων σε αρκετά τραγούδια ("Το Έγκλημα Της Μοναξιάς", "Βολέματα Καταστροφής", "Όσο Με Πληγώνεις", "Όλο Και Πιο Πολύ") μπορεί αρχικά να δίνει την εντύπωση της υποταγής των ποιημάτων στους σκοπούς της μελοποίησης, στην πραγματικότητα όμως ενισχύει έτσι μια συναισθηματική φόρμουλα.
Ακολουθεί λοιπόν ο Socos μια δική του αισθητική προσέγγιση, στα πλαίσια της οποίας μας συστήνει και δύο στιγμές του Χριστιανόπουλου λιγότερο γνωστές, τα "Αναστολή" και "Τέλος" από την πρώτη του συλλογή Η Εποχή Των Ισχνών Αγελάδων (1950). Και φτιάχνει ένα πολύ δυναμικό, συμπυκνωμένο σύνολο στη μέση ακριβώς του άλμπουμ, με τα "Όσο Με Πληγώνεις", "Όλο Και Πιο Πολύ", "Ρημάγματα" και "Η Θάλασσα" να οδηγούν σε τροχιά απογείωσης. Ακόμα κι έτσι, το "Όλο Και Πιο Πολύ" έρχεται να ξεχωρίσει ως το σημείο εκείνο με τις περισσότερες πιθανότητες για να «κολλήσει» το πλήκτρο της επανάληψης: είναι αυτό που αισθάνεσαι στο τέλος να σε αφορά περισσότερο, όχι μόνο στιχουργικά, μα και αισθητικά· αυτό που βρίσκει μια τέλεια ισορροπία μεταξύ ποίησης, ερμηνείας και μουσικής.
Πολλά ωστόσο έρχονται τελικά να κριθούν από τις ερμηνείες και όχι από τη μελοποίηση. Γιατί σε έναν καλό δίσκο μία κακή (ή έστω κατώτερη των περιστάσεων) ερμηνεία είναι πάντα αρκετή για να κάνει τη ζημιά. Ο Μαρίνος Τζιάρος καταφέρνει γενικά να μπει στο νόημα των στίχων και μάλιστα κάνει δυναμική αρχή με το "Έγκλημα Της Μοναξιάς", κορυφώνοντας κατόπιν στα "Όλο Και Πιο Πολύ" και "Ρημάγματα" και φτάνοντας σε μια πραγματικά εξαιρετική στιγμή στο φινάλε της "Θάλασσας". Αλλά στα "Βολέματα Καταστροφής", σκοντάφτει: τον ακούμε να απομακρύνεται από τον Χριστιανόπουλο και να προφέρει τις λέξεις με τρόπο ανησυχητικά «εντεχνίζοντα». Δεν είναι βέβαια θέμα φωνητικής ικανότητας, είναι ζήτημα συναισθηματικής απόδοσης. Και η αλήθεια είναι πως, αν και ο Τζιάρος αποφεύγει τις ερμηνευτικές ακρότητες, περιοριζόμενος σε όσα σκοπεύουν να πουν τα ποιήματα, το κατά πόσο τελικά η ερμηνεία του πετυχαίνει –με όλες τις φιλότιμες προσπάθειές της και τις προαναφερόμενες επιτυχίες της– να ενσωματωθεί πλήρως στην ποιότητα του υπόλοιπου δίσκου, ως αναπόσπαστο μέρος αυτής, είναι ένα ζήτημα που παραμένει ανοιχτό και συζητήσιμο.
Μπορεί λοιπόν στο Πρώτο Απ' Το Δεύτερο Και Το Δεύτερο Απ' Το Τρίτο...να απουσιάζει μια ερμηνεία τόσο καθηλωτική σαν εκείνη του Δημήτρη Πουλικάκου, που τόσο μας συνεπήρε πριν δύο χρόνια στην Ύδρα Των Πουλιών, όμως το άλμπουμ δεν αποτυγχάνει να σημειώσει ένα «δύο στα δύο» για τον Socos. Ο οποίος σκαρφαλώνει έτσι σε μία ακόμα κορυφή, με τους δικούς του όρους και με τα δικά του μέσα ανάγνωσης μιας ιδιόμορφης ποίησης. Αυξάνοντας, παράλληλα, την περιέργειά μας για το τι ετοιμάζει για τη συνέχεια.
{youtube}65ZXPJxxNSo{/youtube}