Πριν μια εικοσαετία, το να βγάλεις αγγλόφωνο δίσκο συγκαταλεγόταν στα πλέον δύσκολα πράγματα στην Ελλάδα, δισκογραφικά μιλώντας. Σήμερα, είναι ένα από τα πιο εύκολα. Το δύσκολο έχει μετατοπιστεί –και είναι πια πρωτίστως το εξωτερικό. Το να κάνεις κάτι στην πολιτισμένη Ευρώπη, δηλαδή (γιατί η Αμέρικα μακραίνει).

Σποραδικά, έχουν υπάρξει δημιουργοί τα τελευταία χρόνια που, παρότι τους αγνοούν (συνήθως) επιδεικτικά οι γκουρού της αγγλόφωνης ενημέρωσης, τα έχουν καταφέρει κι έχουν εκδώσει για μικρά labels εδώ κι εκεί στον παγκόσμιο χάρτη. Αλλά το να σε υπογράψει η Musea φέρει μια άλλη βαρύτητα, καθώς η γαλλική εταιρεία έχει σχετιστεί με κάποια στάνταρ, με κάποιες απαιτήσεις, με μια τέλος πάντων διαφορετική αίγλη. Σημαίνει ότι κάτι συμβαίνει. Και κάτι όντως συμβαίνει με τους Verbal Delirium. 

Το να πω λοιπόν ότι το ντεμπούτο των Verbal Delirium, So Close & Yet So Far Away, πληροί τις προδιαγραφές μιας διεθνούς κυκλοφορίας μοιάζει με το να λέω το αυτονόητο. Παρότι πρώτο πόνημα, ακούς μια ώριμη δουλειά, η οποία ξέρει τα πατήματά της κι έχει πάρει τις αποφάσεις της για το πού οδεύει. Τη χτίζει δε μια μπάντα εμφανέστατα δεμένη, που δεν έχει απλά ιδρώσει φροντίζοντας τις λεπτομέρειες (των συνθέσεων, των ενορχηστρώσεων, της ηχογράφησης, της παραγωγής) μα έχει ρίξει και κάμποση σκέψη.

Επιτρέψτε μου να επεκταθώ ως προς το τελευταίο, καθώς εδώ βρίσκω το πιο ουσιώδες κομμάτι του So Close & Yet So Far Away. Όπως όλες οι νεόκοπες στη δισκογραφία μπάντες, έτσι και οι Verbal Delirium έχουν τις επιρροές τους. Και τις εντοπίζεις εύκολα, καθώς δεν τις κρύβουν: αγαπούν ιδιαιτέρως το art rock και το έχουν μελετήσει πέρα από τα επιφανειακά ονόματα που ξέρουν λίγο-πολύ οι περισσότεροι μουσικόφιλοι. Γι’ αυτό και δεν το αντιμετωπίζουν ως έκθαμβοι μίμοι, αλλά ως τολμηροί ανανεωτές. Πώς θα το κάνουμε να ηχεί σημερινό; Πώς θα του αφαιρέσουμε τη μουσειακότητα κρατώντας τη μουσικότητα; Πώς θα συμπλεύσει με το πολυσχιδές μελωδικό σκηνικό του 21ου αιώνα;

Τρία βασικά ερωτήματα, στα οποία το So Close & Yet So Far Away δίνει καθάριες και δομημένες απαντήσεις: οι Verbal Delirium δεν ποιούν ρεπλίκες ενός δοξασμένου παρελθόντος, αλλά περπατούν σε εκείνα τα απέραντα χωράφια χαράσσοντας τα δικά τους μονοπάτια. Και ωθούν έτσι το art rock σε έναν διάλογο όχι μόνο με τον κλασικό κόσμο (ο οποίος αποτελεί, άλλωστε, μια φυσική προέκταση), αλλά και με τη σύγχρονή μας αλτερνατίβα, όπως την οριοθέτησαν πρωτίστως οι Radiohead με τον ογκόλιθο του ΟΚ Computer, με την τζαζ, ακόμα και με το metal. Το ότι το μείγμα τους όχι απλά λειτουργεί μα έχει και κάτι να προτείνει το δείχνουν κομμάτια όπως το ομώνυμο, το “They” (ίσως το πιο «ραδιοφωνικό» του δίσκου, για να καταφύγω σε ένα κλισέ), το “Time”, το “Lullaby” ή το “The Scene Remains” –πρωτίστως όμως το δείχνει η αντίληψη συνόλου η οποία διακατέχει το παρόν ντεμπούτο.

Από εκεί και πέρα, υπάρχουν πράγματα τα οποία χρήζουν βελτίωσης. Ο Γιάννης Κοσμίδης παίζει πολύ ωραία το πιάνο και τα πλήκτρα, πρέπει όμως να βρει έναν τρόπο να «αλλάζει πρόσωπα» στο μικρόφωνο: κόντρα στο ηχητικό χαρμάνι των Verbal Delirium, ακούγεται συχνά μονοκόμματος, τη στιγμή που θα τον περίμενες περισσότερο ευέλικτο ως ερμηνευτή. Οι συνθέσεις επίσης –παρά την αξία τους– μαρτυρούν μια άνιση σχέση ανάμεσα στις art rock αναφορές του συγκροτήματος και στις υπόλοιπες επιρροές. Οι Verbal Delirium αισθάνονται δηλαδή πιο «στο σπίτι τους» όταν η υπόθεση γέρνει στο art rock: όταν πάει σε άλλες κατευθύνσεις, εμφανίζεται μια διστακτικότητα, ενίοτε και αμηχανία, σε διάφορες διαβαθμίσεις (με την τζαζ νομίζω να αποτελεί την κατ’ εξοχήν terra incognita, τηρουμένων των αναλογιών).

Δεν θα επιμείνω στις ενστάσεις, ωστόσο, διότι πρόκειται καθαρά για πράγματα τα οποία βελτιώνονται με τον χρόνο και με την τριβή. Σημασία έχει ότι το So Close & Yet So Far Away φανερώνει μια άξια, δουλευταράδικη μπάντα, η οποία δεν βρίσκεται τυχαία εκεί που βρίσκεται (Musea) και –αν συνεχίσει έτσι– θα βρεθεί πιστεύω ακόμα ψηλότερα. 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured