Στην κριτική της νέας δουλειάς του Tokyo Mask (aka Κώστας Καραμήτας), ο συντάκτης του αυστριακού e-zine Cracked, αναρωτιέται τι έχει επηρεάσει τον ήχο του τόσο επιδραστικά τα τελευταία χρόνια (συγκρίνοντας με το προ τριετίας Hinterlands). Φέρνει, λοιπόν, στο νου του τις ταραχές του Δεκέμβρη του 2008 και τη συνεχή ανησυχία στην οποία δείχνει να βρίσκεται η κοινωνία μας έκτοτε. Και όχι αδίκως. Το Route Painless μοιάζει ωμό, βίαιο, ακατέργαστο, σκοτεινό και, υπό μία έννοια, ταιριάζει αρκετά στο συναίσθημα από το οποίο κυριαρχείται ένα ενεργό κομμάτι του πληθυσμού –αυτό που διαπιστώνει τον ζόφο και τα αμέτρητα αδιέξοδα τα οποία μοιάζουν να φράζουν κάθε πιθανό δρόμο διαφυγής. Κινείται στα όρια, χωρίς να τα ξεπερνάει, κλείνεται στον εαυτό του και πότε πότε ξεσπάει, εμφυσώντας στα ξερά drone του, παταγώδη post-industrial beats. Αυτή μου φαίνεται πως είναι η βασική σύλληψη του Tokyo Mask για το Route Painless, ένας εσωστρεφής διάλογος μεταξύ υπόγειων θορύβων και εκτονωτικών ρυθμικών, μεταξύ μιας εγκεφαλικής εσωτερικότητας και της επιθετικής εξωτερίκευσής της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του παραπάνω δίπολου, το εναρκτήριο “Control”, το οποίο κλυδωνίζεται από ένα θυμωμένο και επαναλαμβανόμενο μοτίβο στα τύμπανα που συντονίζεται ιδανικά με τις σκοτεινές ατμόσφαιρες και τους κομπρεσαρισμένους, παραμορφωμένους θορύβους της κιθάρας (και όχι μόνον). Δημιουργώντας έτσι ένα κυκλωτικό περιβάλλον, δυναμικό, ενεργειακό αλλά ταυτόχρονα σκοτεινό και εγκεφαλικό. Η συνέχεια δεν θα μπορούσε να είναι φωτεινότερη. Το “Human Wreck” οδηγείται από τα κιθαριστικά drones, τα οποία στην πορεία συνοδεύονται από τον συνδυασμό ενός λιτού beat και κρουστών. Συνθέτοντας μια ελαφρώς πιο ανάλαφρη ρυθμικότητα, μέχρι οι θόρυβοι να κυριαρχήσουν και να βουτήξουν εκ νέου τη σύνθεση στον εσωτερικό λαβύρινθο από όπου προήλθε. Ενδιαφέρουσα ρυθμικότητα διαθέτει και το “Bastard Son”, που θα μπορούσε ίσως να χαρακτηριστεί με έναν όρο του στυλ «abstract/doom» –σύνθεση πάντως που πλατειάζει, αφήνοντας για ένα πεντάλεπτο (περίπου) τους βόμβους να παίζουν ένα υπόκωφο παιχνίδι. Παρόμοιο παιχνίδι, τοποθετημένο όμως σε ένα περισσότερο υποβλητικό περιβάλλον, υπάρχει και στο “New Gods Call”, με την απουσία οποιασδήποτε μορφής ρυθμικών να αφήνει ανοικτό το πεδίο σε μια διακριτική παράθεση μινιμαλιστικών θορύβων και λοιπών ελεγειακών ήχων.  Ο Tokyo Mask καταφέρνει να υποβάλλει τον ακροατή στη μυστηριώδη (και ανά στιγμές μυσταγωγική) ατμόσφαιρα του Route Painless. Κρίνοντας μάλιστα σε συνδυασμό με το Hinterlands, καταλαβαίνει εύκολα κανείς πως εκεί ακριβώς έγκειται και το δυνατό του σημείο. Ενώ όμως σε γενικές γραμμές καταφέρνει να την αποτυπώσει με επιτυχία, υπάρχουν και στιγμές που μου φάνηκε πως εγκλωβίζεται σε ένα είδους μανιέρας, έναν ιδιόμορφο δευτερογενή φορμαλισμό. Το “Death Drive”, για παράδειγμα, δεν μας λέει κάτι που δεν έχει ειπωθεί από το “Control”. Σε τελική όμως ανάλυση, ο δίσκος διατηρεί το ενδιαφέρον του και καταφέρνει και εντυπώνεται στο μυαλό σου. Με τον τρόπο του δε φαίνεται εναρμονισμένος όχι μόνο με το σκοτεινό κοινωνικό γίγνεσθαι των ημερών, αλλά και με μια γενικότερη αγωνία η οποία εκπέμπεται από τη σύγχρονη, αστικοποιημένη ζωή μας. Και έχω την αίσθηση πως κρίνεται πετυχημένος περισσότερο γιατί καταφέρνει να ειδωθεί σαν ένας ευκρινής αντικατοπτρισμός της παραπάνω συγκαλυμμένης απόγνωσης και λιγότερο για τις όποιες μουσικολογικές τομές του.     

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured