Όσοι ξέρουμε τη φωνή της Μαρίας Λούκα δικαιούμαστε πιστεύω – βάσει των δυνατοτήτων της – να περιμένουμε κάτι δυνατό και εντυπωσιακό όταν εμφανίζεται στη δισκογραφία. Δεν υπήρξε άλλωστε τυχαία η επιλογή της από τον Σωκράτη Μάλαμα, ούτε και οι συνεργασίες της με τους Διονύση Σαββόπουλο, Νίκο Παπάζογλου, Θανάση Παπακωνσταντίνου, Ελένη Βιτάλη κ.α. Δυστυχώς όμως δεν εισέπραξα κάτι τέτοιο ακούγοντας το άλμπουμ Ιστορίες, έναν δίσκο με θετικά και αρνητικά σημεία, που ως συνολικό άκουσμα φέρνει την αύρα μιας ειλικρινούς δημιουργίας η οποία δεν μπόρεσε να εξωτερικευτεί επιτυχώς. Μουσική και στίχοι υπογράφονται στην πλειονότητα από τη Λούκα, ενώ η παραγωγή είναι ανεξάρτητη, αφού – όπως εξομολογείται η ίδια – υπήρξαν πολλές «αντιξοότητες» και «λίγη υποστήριξη» (έως μηδαμινή) από τις δισκογραφικές εταιρείες. Υπό αυτές τις συνθήκες, η πραγματοποίηση του δίσκου αποτέλεσε ένδειξη πίστης της τραγουδοποιού στις δυνάμεις της, αλλά και τεκμήριο της πεποίθησής της ότι οι ιστορίες της αυτές θα βρουν τον δρόμο για τις καρδιές του κοινού – αφού για την ίδια αυτό που μετράει τελικά είναι η προσωπική ανάγκη έκφρασης του κάθε καλλιτέχνη. Μουσικά ο δίσκος κινείται στο ύφος της μπαλάντας, με εξαίρεση το πιο γνωστό μάλλον τραγούδι του, τη “Φόλα”, όπου συμμετέχουν και οι Incognia. Στα κουπλέ μάλιστα, μου θυμίζει σε καταγγελτικό λόγο το «ραπάρισμα» του Αλκίνοου Ιωαννίδη στο “Έχω Μια Λέξη”. Κατά τη γνώμη μου, στα highlights ανήκει το “Μείνε Εδώ”: παρακλητικό, γλυκό, με μελαγχολική ερμηνεία. Για κάποιο λόγο ακούγοντάς το φαντάστηκα ότι η Λούκα θα μπορούσε να το πει ντουέτο με την Αφροδίτη Μάνου ή και την Αρλέτα. Επιπλέον, το “Κερί”, μια ωραία μελοποίηση σε Δ. Καψάλη, φωτίζει πολύ έντονα με τους δυνατούς του στίχους τα μισά του άλμπουμ, ενώ το ίδιο μου άρεσε και το “Πόσες Φορές”, αλλά και ο “Βασιλιάς”, τόσο στιχουργικά όσο και ερμηνευτικά. Μάλιστα, αυτή τη φορά, η οργιάζουσα φαντασία μου έβαλε και στα δύο τραγούδια τη Μελίνα Κανά να συνοδεύει την τραγουδοποιό.  Εννιά μπαλάντες όμως – στα δέκα συνολικά τραγούδια – τελικά είναι πολλές για έναν δίσκο. Δεν του δίνουν συνοχή, αλλά μια ομοιομορφία που δεν εξάπτει το ενδιαφέρον του ακροατή. Η ομοιομορφία αυτή μπορεί να δικαιολογείται από το μουσικό ύφος της Μαρίας Λούκα, δεν σημαίνει όμως ότι βγάζει κιόλας σε ένα αποτέλεσμα ικανό να συνεπάρει τον ακροατή. Ακόμα κι ένας fan δεν κρατάει εδώ στα χέρια του ένα άλμπουμ που θα βάλει απανωτές φορές να ακούσει, μα μια δουλειά με επαναλαμβανόμενο, κουραστικό μοτίβο. Έτσι, το “Hotel Αφροδίτη” για παράδειγμα, αν και αξιόλογο, δεν είναι πολύ διαφορετικό από τον “Αστερισμό Του Ταύρου”, ενώ το “Έχεις Χαθεί” – με την αρκετά «καζουλική» εισαγωγή του – δείχνει απλοϊκό, σχεδόν σα νανούρισμα. Επίσης το “Τίποτα”, ενώ γενικά κυλάει ωραία με τους γεμάτους εικόνες στίχους του και το μελωδικό ρεφρέν του («Όλα μες στο μυαλό μου έχουν υπάρξει»), μου θυμίζει – έστω και για λίγα δεύτερα – την εισαγωγή από το “Ζηλεύει Η Νύχτα” του Ορφέα Περίδη. Τέλος, οι “Φωνές” δεν προλαβαίνουν να ακουστούν στα μόλις 2:46 λεπτά τους.   Είναι πιστεύω οι Ιστορίες μια προσπάθεια της Μαρίας Λούκα να συνεχίσει την  αξιόλογη πορεία την οποία έχει διαγράψει μέχρι τώρα στο πεντάγραμμο, στην οποία όμως παγιδεύτηκε σε μια αγωνία εσωτερικής έκφρασης, χωρίς να υπολογίσει ισοβαρώς το πιθανό κοινό της. Δεν το μέμφομαι αυτό, πρόκειται για κίνηση απολύτως ειλικρινή και άλλωστε ένας καλλιτέχνης δεν θα πρέπει να λειτουργεί βάσει του κοινού. Νομίζω πάντως ότι εδώ δεν υπάρχουν γέφυρες επικοινωνίας, δεν υπάρχει το «ταξίδι» για τον πιθανό ακροατή, αλλά μια δουλειά περιχαρακωμένη στα εσωτερικά της όρια. Προθέσεις έχει καλές (τις καλύτερες) και θεωρώ δεδομένες, όπως είπα και στην αρχή, τις φωνητικές και στιχουργικές δυνατότητες της Λούκα. Αλλά οι Ιστορίες δεν αντιπροσωπεύουν παρά σε μικρό βαθμό αυτές τις δυνατότητες.  

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured