«Μα είναι rock ο Ζιώγαλας;», με ρώταγε τις προάλλες ένας πιτσιρικάς, θεωρώντας τον έντεχνο και αντιτάσσοντας διάφορα αγγλόφωνα ηλεκτρικά γκρουπάκια ως rock. Είναι ένα δείγμα του πώς εξελίχθηκαν τα εν Ελλάδι πράγματα έτσι ως κυλάει ο χρόνος – για να χρησιμοποιήσω έναν στίχο του Ζιώγαλα από το “Δρόμος Του Μεταξιού”: εξελίχθηκαν έτσι ώστε ένας από τους πλέον συνεπείς ηλεκτρικούς τραγουδοποιούς, ο οποίος υπήρξε rock όταν αυτό ήταν μια πολύ πιο δύσκολη υπόθεση απ’ ό,τι σήμερα στη χώρα τούτη, να θεωρείται σήμερα από κάποιους ότι δεν εκφράζει κάτι το rock, μα κάτι άλλο. Κάνω τις σκέψεις αυτές καθώς ακούω τον νέο δίσκο του Ζιώγαλα, Πέφτω Ψηλά. Ομολογουμένως, αν ήμουν εικοσάρης τα τραγούδια αυτά ίσως να μη μου έκαναν για rock. Επειδή όμως δεν είμαι, μπορώ να δω τι συμβαίνει και ο νεαρός μου φίλος έχει την άποψη αυτή για τον Ζιώγαλα, ακόμα και όταν τον ακούει να εξηλεκτρίζει αφοπλιστικά ένα παλιό ποίημα του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη (“Μακριά Μακριά”) ή να γράφει δύο από τα ομορφότερα τραγούδια του των τελευταίων χρόνων – ένα με φόντο το αστικό τοπίο (“Αύγουστος Στην Πόλη”) κι ένα σε στίχους Σούλη Λιάκου (“Είμαι Δύο”). Ο Νίκος Ζιώγαλας ανήκει σε εκείνη τη γενιά δημιουργών η οποία κατά τη δεκαετία του 1980 κατέθεσε την τελευταία σημαίνουσα πρόταση για ένα ελληνικό τραγούδι όπου θα συναλλάσσονταν ισότιμα ο ηλεκτρισμός του εκ Εσπερίας rock ‘n’ roll με τις ανατολικές μνήμες της χώρας και τη ντόπια της λαλιά. Η πρωτοπορία αυτή – των Κατσιμιχαίων, του Πορτοκάλογλου, του Μαχαιρίτσα και του Καζούλη, μεταξύ άλλων – πάλιωσε πια, εξάντλησε την παλέτα αναφορών της, δεν βρήκε (πάντα) τους επιγόνους που της άξιζαν και ντύθηκε τελικά τη σιχαμένη ετικέτα του «δικού μας rock», καταλήγοντας να φαίνεται όχι σαν την κοσμογονία που υπήρξε, αλλά σαν ένας πρόγονος συγκροτημάτων σαν τους Onirama ή τα Κίτρινα Ποδήλατα.  Υπάρχει λοιπόν μια σειρά γεγονότων πίσω από αφορισμούς σαν κι αυτόν που συζητώ εδώ με αφορμή τον Ζιώγαλα και τη νέα του δουλειά, όπως και μια σειρά γεγονότων: η κατάρρευση του ελληνόφωνου rock στα 1990s επέσυρε μια γενικευμένη απαξίωση του ελληνικού στίχου στην εναλλακτική νεολαία, ενώ τα διεθνή rock πρότυπα άλλαξαν άρδην, δίχως η γενιά του Ζιώγαλα να νοιαστεί ιδιαίτερα να τα παρακολουθήσει. Από την άποψη αυτή, ο Ζιώγαλας έχει όντως περάσει στους συντηρητικούς δημιουργούς εδώ και χρόνια και ο νέος του δίσκος δεν έρχεται να ανατρέψει αυτή την πορεία (“Τώρα Φεύγω”). Ακούγοντάς τον όμως βρίσκω ότι όλες αυτές οι παράπλευρες συζητήσεις εμπεριέχουν έναν άσχετο βαθμό ιδεολογικού προσανατολισμού. Γιατί να έχουν περισσότερη σημασία από το ότι ο Ζιώγαλας – εμμένοντας σαφώς στα εκφραστικά του μέσα ακόμα και όταν περιποιείται (δεόντως) ένα παραδοσιακό βλάχικο της Ημαθίας (“Τάνα”) – καταθέτει έναν καλό δίσκο; Γιατί να του αφαιρεί το δικαίωμα να μεταχειρίζεται τα όσα νιώθει ότι τον αφορούν όταν έχει ακόμα κάτι να πει με βάση αυτά, ξαπλώνοντάς τον στην προκρούστεια κλίνη της «τρέχουσας επικαιρότητας»; Ποιο είναι τέλος πάντων το ζητούμενο, να ακούγεται ο Ζιώγαλας σαν τον The Boy ή τους Socos & The Live Project Band; Θα είχε, ίσως, ενδιαφέρον – αλλά ζητούμενο δεν αποτελεί.   Παλιές συνήθειες βρωμάει λοιπόν το Πέφτω Ψηλά. Οι παλιές εξασφαλίζουν το οικείο (“Σ’ Αγαπώ”, “Καρδιά”), αλλά δεν συνεπάγονται το μουχλιασμένο. Τα τραγούδια του Νίκου Ζιώγαλα έχουν ακόμα φλόγα, έχουν ροκιά (έστω τη ροκιά της δικής του γενιάς) και ο ίδιος – παρότι δεν είναι τραγουδιστής με ιδιαίτερες φωνητικές δυνατότητες – βρίσκει ακόμα τους ερμηνευτικούς δρόμους να σε σαγηνέψει.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured