Το Ένας Σε Δύο είναι η πρώτη δισκογραφική κατάθεση του Γιάννη Μηλιώκα από το Νομίζω του 1998 και βέβαια ένα αναμενόμενο γεγονός μετά την περσινή του επανεμφάνιση στα καλλιτεχνικά πράγματα. Περιλαμβάνει δύο cd στα οποία περιέχονται τριανταδύο παλιά τραγούδια απ’ τα επτά προσωπικά του άλμπουμ και τέσσερα καινούργια. Έχω την αίσθηση ότι με τη συγκεκριμένη κυκλοφορία ο Μηλιώκας επιθυμεί να γεφυρώσει το χάσμα που δημιουργήθηκε από τα πολλά χρόνια της απουσίας του, ενώνοντας τη σημερινή του εικόνα με εκείνη του παρελθόντος και θυμίζοντας βέβαια στον κόσμο ότι είναι αυτός που έχει γράψει κάποια πολύ σημαντικά – και άκρως επιτυχημένα – τραγούδια στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980 και στο πρώτο αυτής του 1990. Η αλήθεια είναι ότι η αγάπη του κόσμου για τον Μηλιώκα και τα τραγούδια του ήταν και είναι δυσανάλογη με την προσοχή και, πολύ περισσότερο, την εκτίμηση που του έδειξαν όλα αυτά τα χρόνια οι κριτικοί και οι εν γένει επαΐοντες του ελληνικού τραγουδιού. Δεν γνωρίζω ακριβώς τους λόγους, αλλά εικάζω πως αυτό οφείλεται εν πολλοίς στην αδυναμία τους να κατατάξουν κάπου ειδολογικά τον Μηλιώκα, εξαιτίας του πλουραλισμού του ως προς τον τρόπο έκφρασης και της διαρκούς εναλλαγής του απ’ το χιούμορ στη σοβαρότητα και από την τραγικότητα στον απόλυτο κανιβαλισμό. Όπως και να ’χει, σε μια πρόχειρη απόπειρα αποτίμησης της μέχρι τώρα πορείας του στη δισκογραφία, μπορούμε να πούμε ότι ο Μηλιώκας αποτελεί εκπληκτικό συνδυασμό ενός λαϊκού (με την ευρεία έννοια) καλλιτέχνη κι ενός τραγουδοποιού με αυθεντικότητα και χαρακτήρα απόλυτα προσωπικού. Τα τραγούδια του δηλαδή, ενώ εκκινούν σχεδόν πάντα από προσωπικά βιώματα, επιτυγχάνουν να μετουσιώνονται σε κάτι που καταλήγει να αφορά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό ανθρώπων. Σ’ αυτό συνηγορούν πολλοί παράγοντες, αλλά πάνω απ’ όλα η χαρακτηριστική αμεσότητα του Μηλιώκα, η οποία είτε εκφράζεται με σοβαρό, είτε με χιουμοριστικό τρόπο παραμένει πάντοτε κάτι το αξιοσημείωτο.   Επιστρέφοντας στα του άλμπουμ να πούμε ότι η επιλογή των κομματιών έχει γίνει περισσότερο με τη λογική της σκιαγράφησης ενός πορτρέτου όλων των πλευρών του Μηλιώκα, παρά μ’ αυτή ενός κοινού best of. Έτσι ενώ δεν λείπουν πολλές απ’ τις μεγάλες επιτυχίες του Μηλιώκα (“Για Το Καλό Μου”, “Greco Mascara”, “Ροζ”, “Κακοσάλεσι”, “Κάπου Θα Συναντηθούμε” κ.α.), εντούτοις περιλαμβάνονται και κάποια λιγότερο γνωστά, εξίσου όμως σημαντικά τραγούδια (“Λίγες Μείνανε”, “Ένα Τηλεφώνημα”, “Ζητώ Συγγνώμη”, “Θέλω Να Πετάξω”), τα οποία περιμένουν νομίζω κι αυτά την αναγνώριση που τους αξίζει. Πλάι τους ασφαλώς υπάρχουν και κάποια σατιρικά (“Να Δεις Που Κάποτε Θα Μας Πούνε Και Μαλάκες”, “Κατά Ιωάννην Μ.”, “Ο Γιατρός”), αλλά και κάποια τελείως χαβαλετζήδικα (“Φάλτση Καντάδα”, “Hello Baby”, “Ανοργασμικιά”), τα οποία ίσως να μην είχαν θέση σ’ ένα κυριολεκτικό «best of», αλλά όπως είπαμε ο σκοπός εδώ είναι περισσότερο να φωτιστούν όλες οι γωνίες του δημιουργού Μηλιώκα.  Τα καινούργια τραγούδια επίσης φροντίζουν να θυμίσουν κάτι απ’ το παρελθόν κι έτσι το “Vamos Alania” – ενώ η μελωδία και το χιούμορ του είναι οικεία κι ευχάριστη – θεματικά μοιάζει να έχει ξεμείνει από την εποχή του Hello Baby. Ο “Χαραμοφάης”, που χρησιμοποιεί τη μουσική από ένα παραδοσιακό της Κάτω Ιταλίας, έχει μια ενδιαφέρουσα δυναμική, χωρίς όμως να προσθέτει κάτι σπουδαίο στα «σατιρικά» του Μηλιώκα, που αναφέραμε παραπάνω. Το χιουμοριστικό ντουέτο με τη Γεωργία Γραμματικού “ΔΕΗ” από την άλλη, κινείται στη λογική των ήδη γνωστών του και επιτυχημένων ντουέτων. Η εκδοχή όμως την οποία ακούσαμε live στην περσινή περιοδεία, με τον Λουκιανού Κηλαηδόνη σαν ειρωνικό αφηγητή, ήταν αρκετά πιο ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη. Το μόνο από τα καινούργια τραγούδια που έχει όντως κάτι νέο να πει είναι το “Για Την Αγάπη”, χάρη στην ουσία του και το αυθεντικό του συναίσθημα.   Το Ένας Σε Δύο οπωσδήποτε δεν ανοίγει έναν καινούργιο κύκλο στην πορεία του Γιάννη Μηλιώκα, αλλά ολοκληρώνει και συνοψίζει έναν παλιότερο, που είχε διακοπεί απότομα από την αποχώρησή του απ’ τα πράγματα. Επιπρόσθετα η κυκλοφορία αυτή φέρνει ξανά στην επικαιρότητα τραγούδια – με νέα, ψηφιακή επεξεργασία – τα οποία βρίσκονται σε άλμπουμ που, στην πλειοψηφία, τους παραμένουν δυσεύρετα. Ουσιαστικά δίνεται λοιπόν με αυτό τον τρόπο η ευκαιρία, σε όποιον το επιθυμεί, να ξαναθυμηθεί και πιθανώς να επαναδιαπραγματευτεί το έργο αυτού του ιδιαίτερου δημιουργού, σε συνδυασμό με την αναμονή μιας πραγματικά καινούργιας δικής του δουλειάς.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured