Οι ασχολούμενοι με το νεότερο κρητικό τραγούδι και τη νεοπαραδοσιακή «έντεχνη» σκηνή πιθανότατα όλο και κάπου θα έχουν ξαναπετύχει το όνομα του συνθέτη, στιχουργού, περιστασιακά δε και τραγουδιστή Νίκου Ταβερναράκη - είτε λόγω της συμμετοχής του στο σχήμα Αξέγνιοι Περάτες, είτε λόγω του album Της Αγάπης Κρίματα, όπου ακούγονταν δημιουργίες του με βασικούς ερμηνευτές τους Βασίλη Σταυρακάκη και Γιώργο Μανωλιούδη. Ο τελευταίος συμμετέχει και στο παρόν album, όπου μαζί με τον Μίλτο Πασχαλίδη, τον Βασίλη Σκουλά, τον Μιχάλη Τζουγανάκη, τη Μαρία Κώτη, τον Νίκο Ξυλούρη (Γκρας) και τη Χρυσαυγή Ματσίνη αναλαμβάνουν τη φωνητική επένδυση των νέων τραγουδιών του Ταβερναράκη. Όπως πολύ ξεκάθαρα αναφέρει και το σχετικό δελτίο τύπου, ο Ταβερναράκης «προτείνει με το νέο του cd ένα ταξίδι στους ήχους της Κρήτης μέσα από την προσωπική του έντεχνη ματιά». Πράγματι, αυτό ακριβώς κάνει, υπηρετώντας μια νεοπαραδοσιακή έντεχνη προσέγγιση, που έχει «φορεθεί» με ιδιαίτερη μάλιστα έμφαση τα τελευταία χρόνια. Έχω και σε άλλες περιστάσεις εκφράσει τις ενστάσεις μου για τις πιο πρόσφατες δημιουργίες αυτής της σχολής έντεχνης τραγουδοποιίας. Δεν αμφιβάλλω πως για ένα διάστημα η στροφή έντεχνων δημιουργών προς τον πλούτο του δημοτικού μας τραγουδιού υπήρξε γόνιμη, έστω και αν τελικά μόνο την έντεχνη πλευρά υπηρέτησε σε μια περίοδο σοβαρού αδιεξόδου της: για το δημοτικό τραγούδι ούτε λόγος, το υποβίβασε μάλλον σε ένα φολκλόρ προς κατανάλωση εκ μέρους νεόπλουτων μικροαστών, οι οποίοι αναζητούσαν τις ρίζες τους αγοράζοντας εξοχικά σε χωριά, επιδιδόμενοι σε φαγοπότια στου Ψυρρή σε καταστήματα με «συνταγές της γιαγιάς» και με λοιπές γραφικότητες. Όπως και να έχει, πάντως, και οι υπηρεσίες της σχολής αυτής προς την έντεχνη πλευρά γρήγορα τελμάτωσαν και η όποια γόνιμη προοπτική στα πρώιμα 1990s κατέστη μια επιτυχημένη εμπορικά μανιέρα ως τα τέλη της ίδιας δεκαετίας. Στην περίπτωση του Ταβερναράκη βρήκα προσωπικά ότι, παρά την εμφανή αγάπη με την οποία έχει φτιάξει το υλικό του, σε επίπεδο έμπνευσης, φαντασίας (και τελικά αισθητικής αποτίμησης) αρκείται στο να υπηρετήσει τα δεδομένα της παραπάνω μανιέρας. Όλα κυλάνε εξαιρετικά προβλέψιμα από το πρώτο ως το τελευταίο τραγούδι της Αγάπης Των Ανέμων: με μελωδίες που τις έχεις ακούσει και ξανακούσει, με στίχους για μελαχρινές υφαίνουσες στους αργαλειούς (“Μαυρομαλλούσα”), για νεράιδες και κόκκινα μαντίλια (“Το κόκκινο μαντίλι”), για κοπέλες με σταμνιά (“Δεν Μπορώ”) και γειτονιές όπου γιορτάζουν όλοι οι κάτοικοι μαζί (“Η Γειτονιά”) και με γενικά μέτριες ερμηνείες, οι οποίες αρκούνται στο να τραγουδούν σωστά προκρίνοντας το κρητικό γλωσσικό ιδίωμα ως ένδειξη ταυτότητας, χωρίς να πολυνοιάζονται για κάτι το πιο προσωπικό σε επίπεδο εκφραστικότητας. Μόνο τον Μίλτο Πασχαλίδη διαφοροποιώ από αυτό το συμπέρασμα, στη “Μαυρομαλλούσα”, άντε και τον Βασίλη Σκουλά, στο “Κόκκινο Μαντίλι”. Έτσι, παρότι στην Αγάπη Των Ανέμων δεν υπάρχει τίποτα το προσβλητικό και το αναξιοπρεπές, προκύπτει ένας μέτριος, στεγνός δίσκος, αρκούμενος στην τήρηση της νεοπαραδοσιακής έντεχνης ορθογραφίας.
- Κατηγορία: ΕΛΛΗΝΙΚΑ
Nίκος Ταβερναράκης - Η Αγάπη Των Ανέμων
- Βαθμολογία: 5
- Καλλιτέχνης: Nίκος Ταβερναράκης
- Label: ΜΒΙ
- Κυκλοφορία: Ιουλ-08