Ίσως για μια μερίδα ακροατών, ακόμα και ανήσυχων, ο Βασίλης Τσαμπρόπουλος να χρειάζεται συστάσεις. Από την άλλη, όμως, νομίζω ότι έχει πλέον ένα τέτοιο στάτους, τουλάχιστον διεθνώς, ώστε να μπορείτε εύκολα να βρείτε τον δρόμο σας προς το βιογραφικό του με ένα απλό ψάξιμο στο google. Η κατάταξή του, από τους Times του Λονδίνου, στις σπάνιες περιπτώσεις δεξιοτεχνών οι οποίοι κινούνται με την ίδια άνεση στον χώρο της λεγόμενης «κλασικής» μουσικής και στον χώρο της jazz αρκεί για να δώσει ένα πρώτο στίγμα, σε όσους τέλος πάντων νιώθουν πως το χρειάζονται. Η δισκογραφική επιστροφή του Τσαμπρόπουλου με το Melos είναι μια δουλειά-συνέχεια της συνεργασίας του με τη Γερμανίδα βιολοντσελίστρια Anja Lechner, η οποία είχε αποτυπωθεί στο θαυμάσιο Chants, Hymns And Dances το 2004. Ταυτόχρονα, όμως, αποτελεί για τον Έλληνα πιανίστα και την ολοκλήρωση μιας άτυπης τριλογίας-σπουδής πάνω στη βυζαντινή (ή, πιο σωστά, ανατολικορωμαϊκή) υμνολογία, όπως ξέρουν όσοι έχουν εντρυφήσει στους πιανιστικούς του αυτοσχεδιασμούς πάνω σε ύμνους της Μεγάλης Εβδομάδας (2002). Τα παραπάνω στοιχεία δεν παραθέτονται για μια εγκυκλοπαιδική ενημέρωση –είναι σημαντικό να κατανοήσει κανείς πως το Melos τοποθετείται και εντάσσεται σε μια προϋπάρχουσα διαδρομή, της οποίας αποτελεί όντως τόσο ολοκλήρωση, όσο όμως και αυτόνομο σταθμό. Πράγματι, όποιος έχει ακούσει το Chants, Hymns And Dances και βέβαια το Akroasis θα μπορέσει εύκολα να μπει στο κλίμα του δίσκου, αναγνωρίζοντας την υφολογική και αισθητική του «συνέχεια». Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως εδώ χάνεται το στοιχείο της έκπληξης. Η προσθήκη του U. T. Gandhi στα κρουστά δημιουργεί ένα τρίο, σχήμα το οποίο αυτόματα μεταμορφώνει τη δυναμική της δουλειάς, δίνοντάς της ταυτόχρονα διαφορετικό βάθος, μεγαλύτερη προοπτική και την ευκαιρία να παίξει με περισσότερους χρωματισμούς – ευκαιρία που δεν χάνει κανείς από τους τρεις συμμετέχοντες δεξιοτέχνες. Από την άλλη, το Melos δεν βασίζεται ούτε σε μια προϋπάρχουσα υμνολογία, όπως π.χ. το Akroasis, ούτε και σε έργα του Ελληνο-Αρμένιου George Gurdjieff (Γιώργου Γεωργιάδη), όπως έγινε με το Chants, Hymns And Dances – εδώ μόλις δύο από τις συνθέσεις ανήκουν στον Gurdjieff. Το κέντρο βάρους του, αντιθέτως, βρίσκεται σε συνθέσεις του ίδιου του Τσαμπρόπουλου. Το τελευταίο στοιχείο χαρίζει στον δίσκο αυτονομία και δικό του χαρακτήρα και επιτρέπει στον Τσαμπρόπουλο, τη Lechner και τον Gandhi να περιπλανηθούν πιο ελεύθερα στα όρια μεταξύ της «κλασικής» μουσικής και της (ευρωπαϊκής) jazz, δίνοντάς τους π.χ. το δικαίωμα να προβούν σε αυτοσχεδιασμούς και σε καλαίσθητα «ξεστρατίσματα» από την παρτιτούρα. Το παίξιμο του Τσαμπρόπουλου συνδυάζει το άρτιο με το όμορφο, όντας λιτό και καίριο – σε κερδίζει από την αρχή με το έξοχο “Melos” και διατηρεί αυτή τη σχέση μαζί σου μέχρι το φινάλε, άσχετα με το αν «κλασικίζει» ή αν ακολουθεί πιο...ECM κατευθύνσεις. Το βιολοντσέλο της Lechner, πάλι, ξεπερνάει τον προ τετραετίας εαυτό του, συχνά γενόμενο φορέας ενός βαθιού και ουσιώδους λυρισμού – στο “Song Of Prosperity I” και στο “Song Of Prosperity II”, ας πούμε, πετυχαίνει να δώσει μια αίσθηση βυζαντινής κατάνυξης όμοια με αυτήν που μόνο μια καλοκουρδισμένη εκκλησιαστική χορωδία θα μπορούσε σου μεταδώσει. Ο δε Gandhi αποδείχθηκε μια διακριτική μα πολύτιμη προσθήκη, η οποία έλαμψε ποικιλοτρόπως και στα 64 λεπτά του δίσκου, τονίζοντας, απαλύνοντας, ή απλώς «ανοίγοντας» διάφορα σημεία των συνθέσεων. Ιδωμένο πάντως ως τμήμα της προαναφερθείσας άτυπης τριλογίας, το Melos έχει και τις αδυναμίες του. Μπορεί το τρίο να πέτυχε το στοιχείο της έκπληξης σε επίπεδο εκτέλεσης, η παραγωγή όμως του Manfred Eicher κράτησε τον δίσκο σε ένα πολύ γνώριμο έδαφος. Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, τρέφω μεγάλο σεβασμό για τη ματιά του Eicher στη μουσική – χάρη άλλωστε σε αυτήν πρόσδωσε ταυτότητα στην εταιρεία του. Εδώ όμως νομίζω πως υπήρχαν περιθώρια να βγει ένας ήχος διαφορετικός, που θα πλούτιζε το ρεπερτόριο της ECM χωρίς να ανατρέψει τη γενική κατεύθυνση αυτού. Θεωρώ δηλαδή πως ο Eicher ήθελε το Melos και να έχει ένα υψηλό επίπεδο, αλλά και να είναι ένας υπερβολικά «γνώριμος» δίσκος, αμβλύνοντας έτσι και «καθοδηγώντας» τη δυνητική δυναμική των Τσαμπρόπουλου, Lechner και Gandhi, αλλά και της ανατολικοδυτικής ηχητικής τους πλατφόρμας – ιδιαίτερα στις πιο αυτοσχεδιαστικές στιγμές της δουλειάς. Κατά τη γνώμη μου αυτό πρόσδωσε μια συγκεκριμένη οροφή στο εγχείρημα, έστω κι αν η εν λόγω οροφή βρίσκεται ούτως ή άλλως σε ένα ήδη υψηλό επίπεδο.
- Κατηγορία: ΕΛΛΗΝΙΚΑ
Βασίλης Τσαμπρόπουλος, Anja Lechner & U.T. Gandhi - Melos
- Βαθμολογία: 7
- Καλλιτέχνης: Βασίλης Τσαμπρόπουλος, Anja Lechner & U.T. Gandhi
- Label: ECM / Μικρή Άρκτος
- Κυκλοφορία: Νοε-08