Συνήθως σε αυτήν τη φάση τους, τα πιο μεγάλα σχήματα (ας τα περιορίσουμε σε αυτά που γεμίζουν αρένες και μπορούν να έχουν headlining slots) αρκεί να κυκλοφορούν δίσκους που δεν απογοητεύουν, έτσι ώστε να διατηρήσουν το fan base τους και να προσθέτουν ένα-δύο το πολύ τραγούδια στο setlist. Οι Mastodon από την άλλη επιλέγουν να κυκλοφορήσουν ένα διπλό album προσπαθώντας να σπρώξουν τους εαυτούς τους και κυρίως την δημιουργικότητα τους στα όρια. Προφανώς και πέτυχαν να μην απογοητεύσουν, όμως τελικά φαίνεται ότι κέρδισαν και το τριπλό στοίχημα της εξέλιξης, ποιότητας και ποσότητας. Περισσότερα από τα μισά τραγούδια θα χαιρόμουν να αντικαταστήσουν κάποια άλλα (κλασικά) τραγούδια στις ζωντανές εμφανίσεις τους, ενώ το σύνολο του δίσκου αποτελείται από καλοδουλεμένες συνθέσεις, που σχεδόν όλες τους περιλαμβάνουν στοιχεία του νέου χαρακτήρα του group. Ας δούμε πιο αναλυτικά αυτό το νέο πρόσωπο των Mastodon.
Οι Αμερικανοί έχουν μεταβάλει εμφατικά τον τρόπο που συνθέτουν και αυτό τους προσφέρει την δυνατότητα της συνεχούς διαφοροποίησης ακόμα και στην ακραία περίπτωση των 15 συνθέσεων (χωρίς ιντερλούδια, intros κ.τ.λ). Αυτό φαίνεται σε μεγάλο πλήθος των νέων τραγουδιών ("Peace and Tranquility", "Had It All", "Skeleton of Splendor", "More Than I Could Chew", "Teardrinker", "Gobblers of Dregs", "Gigantium") όπου η βασική ιδέα που στηρίζεται το ενδιαφέρον είναι κάποια φωνητική μελωδία που συνήθως τραγουδάει ο Brann Dailor (drums). Ένα group που έφτιαξε την καριέρα του με τη δυναμική των riff των Hinds και Kelliher, προσθέτει πλέον στη δημιουργική διαδικασία (έχει συμβεί και αποσπασματικά στα προηγούμενα album, κυρίως στα hits) την ευελιξία του να υπάρχουν ξεκάθαρα refrain και το κοινό να συνδεθεί περισσότερο με αυτά.
Τοποθετώντας νοητά το Hushed and Grim στο φάσμα της δισκογραφίας των Mastodon, φαντάζει, ως ο δίσκος που ομοιάζει σαν στυλ περισσότερο στο Crack the Skye, όμως τελικά ακούγεται σαν μια πιο πειραματική εκδοχή του Once More ‘Round the Sun, αφού σε καμία των περιπτώσεων δεν μπορούμε να ομολογήσουμε ότι το group πιάνει τα επίπεδα του songwriting ενός από τα σημαντικότερα metal album όλων των εποχών. Το γεγονός ότι το προσεγγίζουν όμως (με έναν διαφορετικό τρόπο) αρκεί για να ομολογήσουμε ότι κατάφεραν πάλι να δημιουργήσουν έναν εξαιρετικό δίσκο, στολίδι της καριέρας τους και της σκηνής γενικότερα.